Λίγες ημέρες πριν από τη συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού με τον Τούρκο πρόεδρο, ο τελευταίος επέλεξε να προβεί σε μία σειρά από κινήσεις με προφανή στόχο να προκαλέσει την Ελλάδα και σε σημαντικό βαθμό να τη μειώσει, αναγκάζοντάς τη να προσέλθει στη συνάντηση προσβεβλημένη και ταπεινωμένη.

Η υλοποίηση της ειλημμένης απόφασης για τη μετατροπή της Μονής της Χώρας σε τζαμί ανακοινώθηκε τη Μεγάλη Παρασκευή και εφαρμόστηκε τη δεύτερη μέρα του Πάσχα, του Αγίου Γεωργίου ανήμερα. Οι συμβολισμοί της ύβρεως είναι πασιφανείς. Διαπράττεται αφενός την ιερότερη περίοδο της χριστιανοσύνης, αφετέρου λίγες ημέρες πριν από την επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού.

Ωστόσο δεν πρέπει να συγχέονται τα κίνητρα του Ερντογάν. Η γενική απόφαση για τη βεβήλωση της ιστορικής χριστιανικής εκκλησίας εντάσσεται στην ευρύτερη πολιτική του Ερντογάν και στη γεωπολιτισμική του ατζέντα.

Ο χρόνος όμως που επέλεξε να το κάνει σχετίζεται με την πρόθεσή του να προσβάλει και να ταπεινώσει την Ελλάδα. Εξάλλου δεν είναι η μόνη κίνηση που έχει αυτόν τον σκοπό. Η δέσμευση περιοχών στο κεντρικό Αιγαίο για την άσκηση «Θαλασσόλυκος», οι δηλώσεις του υπουργού Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, για «τουρκική» μειονότητα στη Θράκη, η οποία δήθεν καταπιέζεται, και μία σειρά από άλλες κινήσεις τις παραμονές της συνάντησης αποστέλλουν ένα πολύ συγκεκριμένο μήνυμα. Δυστυχώς υπάρχουν μερικοί, και μάλιστα αρμόδιοι, οι οποίοι ερμηνεύουν την πολιτική Ερντογάν ως κινήσεις εσωτερικής κατανάλωσης, κάτι που δεν έχει καμία σχέση με το πραγματικό υπόβαθρο των αποφάσεων.

Η Τουρκία εφαρμόζει την αναθεωρητική πολιτική της σε κάθε επίπεδο, ακόμα και τις παραμονές της συνάντησης κορυφής, για να επιβάλει ότι οι συζητήσεις και οι συναντήσεις θα διεξάγονται με τους όρους που θέτει η ίδια, ως άλλη «Υψηλή Πύλη».

Εξάλλου δεν ανακοινώθηκε τυχαία αυτές τις ημέρες η απόφαση να συμπεριληφθεί στη σχολική ύλη η λεγόμενη «γαλάζια πατρίδα» και όλο το τουρκικό αναθεωρητικό αφήγημα σε ξηρά, θάλασσα και αέρα.

Η Τουρκία κατά την προσφιλή τακτική της διεξάγει ψυχολογικές επιχειρήσεις τις παραμονές ελληνοτουρκικών συναντήσεων, με θέματα όμως που εντάσσονται στην ευρύτερη υψηλή της στρατηγική και δεν αποτελούν συγκυριακά προτάγματα.

Το ερώτημα είναι αν η Ελλάδα έχει λόγο να αποδέχεται όλη αυτή τη συμπεριφορά, και κυρίως την ουσία της πολιτικής με την οποία η Άγκυρα προκαταλαμβάνει το κλίμα της συνάντησης. Αιτίες, και όχι απλά αφορμές, για την αναβολή της συνάντησης υπάρχουν και μας τις προσφέρει αναιδώς η Τουρκία, για να διαπιστώσει τα όρια της ελληνικής ελαστικότητας.

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή