Ο προεκλογικός Τραμπ και οι οπαδοί του: Από το «βάλτην φυλακή» στο «στείλε τις πίσω»
Λάδι στη φωτιά ρίχνει ο Ντόναλντ Τραμπ στο νέο μέτωπο που έχει ανοίξει, αυτή τη φορά με τις τέσσερις πολύ μαχητικές βουλευτές των Δημοκρατικών.
Στο παιχνίδι πλέον έχουν μπει και οι οπαδοί του, οι οποίοι σε προεκλογική συγκέντρωση στη Βόρεια Καρολίνα, φώναζαν ρυθμικά «Στείλε τις πίσω» (send them back), προφανώς στις χώρες καταγωγής τους.
Για την ιστορία: Το 2016 στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, οι οπαδοί του Τραμπ φώναζαν στις συγκεντρώσεις «βάλτην φυλακή» (lock her up), αναφερόμενοι στην αντίπαλό του για την προεδρία Χίλαρι Κλίντον.
Η διάθεση για φυλάκιση της Χίλαρι πήγαζε από την γνωστή υπόθεση της χρήσης του προσωπικού της λογαριασμού ηλεκτρονικής αλληλογραφίας για τα emails του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ( η Κλίντον υπήρξε επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ μεταξύ 2009-2013) που περιείχαν απόρρητο υλικό.
Tο θέμα είχε κυριαρχήσει τότε στην προεκλογική εκστρατεία με το FBI να χαρακτηρίζει «εξαιρετικά απρόσεκτη» την υπουργό, αλλά χωρίς διάθεση να κινηθεί ποινικά εναντίον της. Το εντυπωσιακό τότε ήταν ότι λίγες μέρες πριν τις κάλπες του 2016, το FBI επανήλθε, λέγοντας ότι είχε στη διάθεσή του και νέα στοιχεία κατά της Χίλαρι Κλίντον.
Η υποψήφια των Δημοκρατικών έχασε τις εκλογές, ο Τραμπ έγινε πρόεδρος των ΗΠΑ και η υπόθεση έκλεισε χωρίς ποτέ να ασκηθεί δίωξη εις βάρος της.
Επιστρέφοντας στη συγκέντρωση του Τραμπ στη Βόρεια Καρολίνα: Αυτή τη φορά ο πρόεδρος αναφέρθηκε ονομαστικά στις Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτές (με καταγωγή από το Πουέρτο Ρίκο), την Ιλάν Όμαρ (μουσουλμάνα, πρόσφυγα στις ΗΠΑ από τη Σομαλία), την Αγιάνα Πρέσλεϊ και την Ρασίντα Τλάιμπ (με καταγωγή από τα Παλαιστινιακά Εδάφη), ξεσηκώνοντας τα πλήθη.
Η επίθεση του Τραμπ είχε ξεκινήσει λίγα 24ωρα νωρίτερα μέσω Twitter. Εκεί έγραψε ότι αν δεν τους αρέσουν οι ΗΠΑ μπορούν να επιστρέψουν στις «ρημαγμένες» -όπως τις χαρακτήρισε- χώρες καταγωγής τους.
Τότε δεν είχε αναφερθεί ονομαστικά στις τέσσερις συγκεκριμένες βουλευτές, ωστόσο, οι ίδιες έσπευσαν να του απαντήσουν ότι νιώθουν και είναι Αμερικανίδες. Μάλιστα, στη Βουλή των Αντιπροσώπων, όπου πλειοψηφούν οι Δημοκρατικοί, υιοθετήθηκε ψήφισμα καταδίκης του διχαστικού λόγου του προέδρου.
Στη Νότια Καρολίνα ο Τραμπ είπε για την Όμαρ ότι έχει «ιστορικό παράφορου αντισημιτισμού» και ότι υποβάθμισε τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.
Όσο για την Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτές έκανε χιούμορ με το γεγονός ότι χρησιμοποιεί δύο επίθετα: «Όχι, όχι. Δεν έχω χρόνο να ασχολούμαι με τρία ονόματα. Θα την λέμε Κορτές. Πολύ χρονοβόρο το υπόλοιπο.»
Από τον πολιτικό του λόγο δεν έλειψε και η γνωστή θριαμβολογία για το γεγονός ότι η Βουλή των Αντιπροσώπων ανέβαλε επ' αόριστον την διεξαγωγή ψηφοφορίας για την πρόταση να κινηθεί διαδικασίας παύσης και παραπομπής του στη Δικαιοσύνη.
Ο Τραμπ τα έβαλε βέβαια και με αρκετούς από τους υποψήφιους των Δημοκρατικών για το προεδρικό χρίσμα. Ιδιαίτερα στράφηκε κατά του Μπέρνι Σάντερς και του Τζο Μπάιντεν (αντιπρόεδρος των ΗΠΑ επί Ομπάμα), ενώ έσπευσε να προειδοποιήσει τους συμπολίτες του ότι η οικονομία και οι θέσεις εργασίας θα μπουν σε περιπέτειες, αν το 2020 εκλεγεί ο υποψήφιος των Δημοκρατικών.
Πάντως, ο διχαστικός λόγος του Τραμπ φαίνεται ότι έχει πέραση στο πολιτικό του ακροατήριο (λευκοί, μεσαία τάξη, χωρίς πανεπιστημιακές σπουδές). Δημοσκόπηση που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη έδειξε άνοδο της δημοτικότητας μεταξύ των οπαδών των Ρεπουμπλικάνων κατά 5% (έφτασε το 72%), ενώ το ποσοστό αποδοχής του ως προέδρου είναι στο 41%.
Αρκετοί εκτιμούν ότι είναι λάθος των Δημοκρατικών να παρασυρθούν στο παιχνίδι του Τραμπ, υιοθετώντας τον διχαστικό του λόγο, απαντώντας στις προκλήσεις του και βγάζοντας μπροστά τις πλέον ριζοσπαστικές φωνές του Δημοκρατικού Κόμματος.
Αυτό ακριβώς επιθυμεί και ο ίδιος ο Τραμπ: Να ταυτιστεί το Δημοκρατικό Κόμμα με τις πιο «αριστερές» φωνές, γεγονός που θα ενισχύσει τη δική του επιχειρηματολογία του ότι «οι ΗΠΑ απειλούνται με τις σοσιαλιστικές ιδέες που σκοτώνουν το Αμερικανικό Όνειρο».
Υπάρχει βέβαια και μια άλλη οπτική: Οι επιθέσεις του Τραμπ στις τέσσερις γυναίκες βουλευτές, που αντιπροσωπεύουν μια διαφορετική εκδοχή της Αμερικής, γίνεται γιατί οι προτάσεις που διατυπώνουν για σειρά θεμάτων (φοιτητικά δάνεια, περίθαλψη, μεταναστευτικό, φορολογία) έχουν απήχηση, όχι μόνο στους Δημοκρατικούς, αλλά σε ευρύτερο τμήμα της κοινωνίας.
Το ζήτημα βέβαια για τους Δημοκρατικούς είναι σε ποιον ή ποια από τους 23 υποψήφιους θα επιλέξουν να δώσουν το προεδρικό χρίσμα για το 2020 και κατά πόσο ο/η υποψήφιος/α θα υιοθετήσει τις προτάσεις για ριζική αλλαγή του φορολογικού συστήματος, διαγραφή μέρους των χρεών των φοιτητών που λαμβάνουν δάνεια για να σπουδάσουν και υιοθέτηση ενός πιο ριζοσπαστικού Οbamacare.
Στο παιχνίδι πλέον έχουν μπει και οι οπαδοί του, οι οποίοι σε προεκλογική συγκέντρωση στη Βόρεια Καρολίνα, φώναζαν ρυθμικά «Στείλε τις πίσω» (send them back), προφανώς στις χώρες καταγωγής τους.
Για την ιστορία: Το 2016 στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας, οι οπαδοί του Τραμπ φώναζαν στις συγκεντρώσεις «βάλτην φυλακή» (lock her up), αναφερόμενοι στην αντίπαλό του για την προεδρία Χίλαρι Κλίντον.
Η διάθεση για φυλάκιση της Χίλαρι πήγαζε από την γνωστή υπόθεση της χρήσης του προσωπικού της λογαριασμού ηλεκτρονικής αλληλογραφίας για τα emails του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ( η Κλίντον υπήρξε επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ μεταξύ 2009-2013) που περιείχαν απόρρητο υλικό.
Tο θέμα είχε κυριαρχήσει τότε στην προεκλογική εκστρατεία με το FBI να χαρακτηρίζει «εξαιρετικά απρόσεκτη» την υπουργό, αλλά χωρίς διάθεση να κινηθεί ποινικά εναντίον της. Το εντυπωσιακό τότε ήταν ότι λίγες μέρες πριν τις κάλπες του 2016, το FBI επανήλθε, λέγοντας ότι είχε στη διάθεσή του και νέα στοιχεία κατά της Χίλαρι Κλίντον.
Η υποψήφια των Δημοκρατικών έχασε τις εκλογές, ο Τραμπ έγινε πρόεδρος των ΗΠΑ και η υπόθεση έκλεισε χωρίς ποτέ να ασκηθεί δίωξη εις βάρος της.
Επιστρέφοντας στη συγκέντρωση του Τραμπ στη Βόρεια Καρολίνα: Αυτή τη φορά ο πρόεδρος αναφέρθηκε ονομαστικά στις Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτές (με καταγωγή από το Πουέρτο Ρίκο), την Ιλάν Όμαρ (μουσουλμάνα, πρόσφυγα στις ΗΠΑ από τη Σομαλία), την Αγιάνα Πρέσλεϊ και την Ρασίντα Τλάιμπ (με καταγωγή από τα Παλαιστινιακά Εδάφη), ξεσηκώνοντας τα πλήθη.
Η επίθεση του Τραμπ είχε ξεκινήσει λίγα 24ωρα νωρίτερα μέσω Twitter. Εκεί έγραψε ότι αν δεν τους αρέσουν οι ΗΠΑ μπορούν να επιστρέψουν στις «ρημαγμένες» -όπως τις χαρακτήρισε- χώρες καταγωγής τους.
Τότε δεν είχε αναφερθεί ονομαστικά στις τέσσερις συγκεκριμένες βουλευτές, ωστόσο, οι ίδιες έσπευσαν να του απαντήσουν ότι νιώθουν και είναι Αμερικανίδες. Μάλιστα, στη Βουλή των Αντιπροσώπων, όπου πλειοψηφούν οι Δημοκρατικοί, υιοθετήθηκε ψήφισμα καταδίκης του διχαστικού λόγου του προέδρου.
Στη Νότια Καρολίνα ο Τραμπ είπε για την Όμαρ ότι έχει «ιστορικό παράφορου αντισημιτισμού» και ότι υποβάθμισε τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου 2001.
Όσο για την Αλεξάντρια Οκάσιο-Κορτές έκανε χιούμορ με το γεγονός ότι χρησιμοποιεί δύο επίθετα: «Όχι, όχι. Δεν έχω χρόνο να ασχολούμαι με τρία ονόματα. Θα την λέμε Κορτές. Πολύ χρονοβόρο το υπόλοιπο.»
Από τον πολιτικό του λόγο δεν έλειψε και η γνωστή θριαμβολογία για το γεγονός ότι η Βουλή των Αντιπροσώπων ανέβαλε επ' αόριστον την διεξαγωγή ψηφοφορίας για την πρόταση να κινηθεί διαδικασίας παύσης και παραπομπής του στη Δικαιοσύνη.
Ο Τραμπ τα έβαλε βέβαια και με αρκετούς από τους υποψήφιους των Δημοκρατικών για το προεδρικό χρίσμα. Ιδιαίτερα στράφηκε κατά του Μπέρνι Σάντερς και του Τζο Μπάιντεν (αντιπρόεδρος των ΗΠΑ επί Ομπάμα), ενώ έσπευσε να προειδοποιήσει τους συμπολίτες του ότι η οικονομία και οι θέσεις εργασίας θα μπουν σε περιπέτειες, αν το 2020 εκλεγεί ο υποψήφιος των Δημοκρατικών.
Πάντως, ο διχαστικός λόγος του Τραμπ φαίνεται ότι έχει πέραση στο πολιτικό του ακροατήριο (λευκοί, μεσαία τάξη, χωρίς πανεπιστημιακές σπουδές). Δημοσκόπηση που δημοσιεύθηκε την Τετάρτη έδειξε άνοδο της δημοτικότητας μεταξύ των οπαδών των Ρεπουμπλικάνων κατά 5% (έφτασε το 72%), ενώ το ποσοστό αποδοχής του ως προέδρου είναι στο 41%.
Αρκετοί εκτιμούν ότι είναι λάθος των Δημοκρατικών να παρασυρθούν στο παιχνίδι του Τραμπ, υιοθετώντας τον διχαστικό του λόγο, απαντώντας στις προκλήσεις του και βγάζοντας μπροστά τις πλέον ριζοσπαστικές φωνές του Δημοκρατικού Κόμματος.
Αυτό ακριβώς επιθυμεί και ο ίδιος ο Τραμπ: Να ταυτιστεί το Δημοκρατικό Κόμμα με τις πιο «αριστερές» φωνές, γεγονός που θα ενισχύσει τη δική του επιχειρηματολογία του ότι «οι ΗΠΑ απειλούνται με τις σοσιαλιστικές ιδέες που σκοτώνουν το Αμερικανικό Όνειρο».
Υπάρχει βέβαια και μια άλλη οπτική: Οι επιθέσεις του Τραμπ στις τέσσερις γυναίκες βουλευτές, που αντιπροσωπεύουν μια διαφορετική εκδοχή της Αμερικής, γίνεται γιατί οι προτάσεις που διατυπώνουν για σειρά θεμάτων (φοιτητικά δάνεια, περίθαλψη, μεταναστευτικό, φορολογία) έχουν απήχηση, όχι μόνο στους Δημοκρατικούς, αλλά σε ευρύτερο τμήμα της κοινωνίας.
Το ζήτημα βέβαια για τους Δημοκρατικούς είναι σε ποιον ή ποια από τους 23 υποψήφιους θα επιλέξουν να δώσουν το προεδρικό χρίσμα για το 2020 και κατά πόσο ο/η υποψήφιος/α θα υιοθετήσει τις προτάσεις για ριζική αλλαγή του φορολογικού συστήματος, διαγραφή μέρους των χρεών των φοιτητών που λαμβάνουν δάνεια για να σπουδάσουν και υιοθέτηση ενός πιο ριζοσπαστικού Οbamacare.