Κληρώνει στην Ισπανία: Κυβέρνηση Σάντσεθ-Podemos ή παράταση της αβεβαιότητας;
Στην πλέον κρίσιμη φάση μπαίνουν οι διαβουλεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης στην Ισπανία. Μέχρι το βράδυ θα έχει αποσαφηνισεί αν ο βασιλιάς Φίλιππος Στ' θα δώσει την εντολή σχηματισμού στον σοσιαλιστή Πέδρο Σάντσεθ, ο οποίος έχει συμφωνήσει με τους Podemos, αλλά δεν είναι σαφές ότι έχει τα απαραίτητα «κουκιά» για να πάρει ψήφο εμπιστοσύνης.
Η ανάθεση της εντολής στον Σάντσεθ είναι η μόνη επιλογή, καθώς μετά τις εκλογές της 10ης Νοεμβρίου, κανένα άλλο κόμμα δεν έχει αρκετές έδρες για να σχηματίσει κυβέρνηση.
Στην Ισπανία η διαδικασία ψήφου εμπιστοσύνης έχει δύο στάδια: Στο πρώτο απαιτείται απόλυτη πλειοψηφία του Σώματος -176 επί συνόλου 350 εδρών. Αν αυτό δεν επιτευχθεί (στη συγκεκριμένη Βουλή αυτό είναι αδύνατο), ακολουθεί δεύτερη ψηφοφορία όπου απαιτούνται περισσότερα «ναι» από «όχι». Αυτό μπορεί να γίνει, αν κάποιο ή κάποια από τα κόμματα της Αντιπολίτευσης επιλέξουν την αποχή.
Και «υποψήφιος» έχει βρεθεί. Πρόκειται για το κόμμα της Καταλανικής Αριστεράς (ERC) με το οποίο ήδη συζητά ο Σάντσεθ. Αν και δεν ανακοινώνονται πολλά από την πορεία των επαφών, στο ERC δηλώνουν ότι «γίνονται βήματα», αλλά αν και εφόσον υπάρξουν εξελίξεις, αυτές θα έρθουν μετά τα Χριστούγεννα.
Το ERC είναι αποφασισμένο να «πουλήσει ακριβά το τομάρι του». Πρόκειται για το πρώτο σε δύναμη κόμμα της Καταλονίας και φανατικό υπέρ της απόσχισης. Μάλιστα, τα κορυφαία του στελέχη βρίσκονται στη φυλακή εκτίοντας βαρύτατες ποινές κάθειρξης για το παράνομο δημοψήφισμα του Οκτωβρίου 2017.
Τα στελέχη του ζητούν ουσιαστικά από τον Σάντσεθ να ξεκινήσουν διαβουλεύσεις για το θέμα της ανεξαρτησίας της Καταλονίας σε επίπεδο δύο διαφορετικών κυβερνήσεων. Μαδρίτη και Βαρκελώνη να συζητήσουν σαν να πρόκειται για ξεχωριστές «επικράτειες».
Στο επιτελείο του Πέδρο Σάντσεθ προσπαθούν να βρουν μια φόρμουλα ικανοποίησης του αιτήματος χωρίς ωστόσο να δημιουργείται η εντύπωση η κυβέρνηση της Ισπανίας έχει αναγνωρίσει μια άλλη πραγματικότητα σε τμήμα της χώρας. Αλλά και στο ERC προσπαθούν να κρατήσουν χαμηλότερους τόνους σε σχέση με την αποσχιστική ρητορική, ώστε να μην χαλάσει η (όποια) συμφωνία.
Στην απέναντι όχθη βρίσκονται τα κόμματα της ευρύτερης κεντροδεξιάς. Ο Πάμπλο Κασάδο, ηγέτης του ενισχυμένου στις κάλπες Λαϊκού Κόμματος (ΡΡ), δεν έχει πρόθεση να διευκολύνει τον Σάντσεθ με την αποχή, εξηγώντας ότι το κόμμα του πρέπει να αποτελεί την εναλλακτική στο σχηματισμό κυβέρνησης.
Στο ΡΡ είχαν ήδη από την προεκλογική εκστρατεία απορρίψει την πιθανότητα «μεγάλου συνασπισμού» στα πρότυπα της Γερμανίας. Μετά τις εκλογές και την ανάδειξη του ακροδεξιού κόμματος VOX στην τρίτη θέση, το Λαϊκό Κόμμα αποσαφήνισε ότι δεν θα μπορούσε να γίνει κυβέρνηση με τους σοσιαλιστές, διότι τότε θα γίνοταν Αντιπολίτευση το VOX.
Κατά της αποχής έχει ταχθεί και το φιλελεύθερο κόμμα Ciudadanos, το οποίο βυθίστηκε στις εκλογές και άλλαξε ηγεσία.
Το έργο του Σάντσεθ και του μελλοντικού του συγκυβερνήτη Πάμπλο Ιγκλέσιας των Podemos είναι κυριολετικά τιτάνιο, δεδομένου ότι και αν ακόμα γίνουν κυβέρνηση, θα είναι μειοψηφία στη Βουλή.
Από το «καλημέρα» θα πρέπει να βρουν τα απαραίτητα κουκιά για να ψηφιστεί ο προϋπολογισμός. Στη συνέχεια θα αναζητούν διαρκώς συμμαχίες για την προώθηση του κυβερνητικού τους προγράμματος. Όσο για το ίδιο το πρόγραμμα, ελάχιστα είναι γνωστά.
Η ανάθεση της εντολής στον Σάντσεθ είναι η μόνη επιλογή, καθώς μετά τις εκλογές της 10ης Νοεμβρίου, κανένα άλλο κόμμα δεν έχει αρκετές έδρες για να σχηματίσει κυβέρνηση.
Στην Ισπανία η διαδικασία ψήφου εμπιστοσύνης έχει δύο στάδια: Στο πρώτο απαιτείται απόλυτη πλειοψηφία του Σώματος -176 επί συνόλου 350 εδρών. Αν αυτό δεν επιτευχθεί (στη συγκεκριμένη Βουλή αυτό είναι αδύνατο), ακολουθεί δεύτερη ψηφοφορία όπου απαιτούνται περισσότερα «ναι» από «όχι». Αυτό μπορεί να γίνει, αν κάποιο ή κάποια από τα κόμματα της Αντιπολίτευσης επιλέξουν την αποχή.
Και «υποψήφιος» έχει βρεθεί. Πρόκειται για το κόμμα της Καταλανικής Αριστεράς (ERC) με το οποίο ήδη συζητά ο Σάντσεθ. Αν και δεν ανακοινώνονται πολλά από την πορεία των επαφών, στο ERC δηλώνουν ότι «γίνονται βήματα», αλλά αν και εφόσον υπάρξουν εξελίξεις, αυτές θα έρθουν μετά τα Χριστούγεννα.
Το ERC είναι αποφασισμένο να «πουλήσει ακριβά το τομάρι του». Πρόκειται για το πρώτο σε δύναμη κόμμα της Καταλονίας και φανατικό υπέρ της απόσχισης. Μάλιστα, τα κορυφαία του στελέχη βρίσκονται στη φυλακή εκτίοντας βαρύτατες ποινές κάθειρξης για το παράνομο δημοψήφισμα του Οκτωβρίου 2017.
Τα στελέχη του ζητούν ουσιαστικά από τον Σάντσεθ να ξεκινήσουν διαβουλεύσεις για το θέμα της ανεξαρτησίας της Καταλονίας σε επίπεδο δύο διαφορετικών κυβερνήσεων. Μαδρίτη και Βαρκελώνη να συζητήσουν σαν να πρόκειται για ξεχωριστές «επικράτειες».
Στο επιτελείο του Πέδρο Σάντσεθ προσπαθούν να βρουν μια φόρμουλα ικανοποίησης του αιτήματος χωρίς ωστόσο να δημιουργείται η εντύπωση η κυβέρνηση της Ισπανίας έχει αναγνωρίσει μια άλλη πραγματικότητα σε τμήμα της χώρας. Αλλά και στο ERC προσπαθούν να κρατήσουν χαμηλότερους τόνους σε σχέση με την αποσχιστική ρητορική, ώστε να μην χαλάσει η (όποια) συμφωνία.
Στην απέναντι όχθη βρίσκονται τα κόμματα της ευρύτερης κεντροδεξιάς. Ο Πάμπλο Κασάδο, ηγέτης του ενισχυμένου στις κάλπες Λαϊκού Κόμματος (ΡΡ), δεν έχει πρόθεση να διευκολύνει τον Σάντσεθ με την αποχή, εξηγώντας ότι το κόμμα του πρέπει να αποτελεί την εναλλακτική στο σχηματισμό κυβέρνησης.
Στο ΡΡ είχαν ήδη από την προεκλογική εκστρατεία απορρίψει την πιθανότητα «μεγάλου συνασπισμού» στα πρότυπα της Γερμανίας. Μετά τις εκλογές και την ανάδειξη του ακροδεξιού κόμματος VOX στην τρίτη θέση, το Λαϊκό Κόμμα αποσαφήνισε ότι δεν θα μπορούσε να γίνει κυβέρνηση με τους σοσιαλιστές, διότι τότε θα γίνοταν Αντιπολίτευση το VOX.
Κατά της αποχής έχει ταχθεί και το φιλελεύθερο κόμμα Ciudadanos, το οποίο βυθίστηκε στις εκλογές και άλλαξε ηγεσία.
Το έργο του Σάντσεθ και του μελλοντικού του συγκυβερνήτη Πάμπλο Ιγκλέσιας των Podemos είναι κυριολετικά τιτάνιο, δεδομένου ότι και αν ακόμα γίνουν κυβέρνηση, θα είναι μειοψηφία στη Βουλή.
Από το «καλημέρα» θα πρέπει να βρουν τα απαραίτητα κουκιά για να ψηφιστεί ο προϋπολογισμός. Στη συνέχεια θα αναζητούν διαρκώς συμμαχίες για την προώθηση του κυβερνητικού τους προγράμματος. Όσο για το ίδιο το πρόγραμμα, ελάχιστα είναι γνωστά.