Βρετανία: Αυστηρότερη νομοθεσία τερματίζει πρόωρες αποφυλακίσεις τρομοκρατών
Επείγουσα νομοθεσία που θα εμποδίζει την πρόωρη αποφυλάκιση όσων έχουν καταδικαστεί για αδικήματα τρομοκρατίας, η οποία θα έχει αναδρομική ισχύ και για όσους κρατούνται ακόμη σήμερα, ανακοίνωσε από τη Βουλή των Κοινοτήτων ο υπουργός Δικαιοσύνης, Ρόμπερτ Μπάκλαντ, λέγοντας ότι μετά την χθεσινή τρομοκρατική επίθεση στο Στρίθαμ του νότιου Λονδίνου, η κυβέρνηση πρέπει να ενεργήσει επειγόντως.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης ανέφερε ότι τα νέα μέτρα που θα νομοθετήσει θα προβλέπουν ότι οι καταδικασθέντες για τρομοκρατικά αδικήματα θα πρέπει να εκτίουν τουλάχιστον τα δύο τρίτα της ποινής τους και να μην μπορούν να αποφυλακιστούν εάν προηγουμένως δεν δοθεί η συγκατάθεση ειδικών από το συμβούλιο αποφυλάκισης, το οποίο θα αναλαμβάνει να εκτιμά το ρίσκο που ενέχει οποιαδήποτε τέτοια απόφαση. Μάλιστα, τα μέτρα αυτά θα εφαρμοστούν και σε όσους ήδη εκτίουν ποινή φυλάκισης, δηλαδή θα έχουν αναδρομική ισχύ.
Ενημερώνοντας το Σώμα, παραδέχτηκε ότι ο δράστης της επίθεσης στο Στρίθαμ είχε εκτίσει μόλις τη μισή ποινή του - και αποφυλακίστηκε πριν μία εβδομάδα - ενώ το συμβούλιο αποφυλάκισης δεν είχε λόγο στην απόφαση, καθώς αυτή προβλέπεται αυτομάτως από το νόμο. Το δικαίωμα αυτό καταργείται και οι καταδικασθέντες δεν θα μπορούν να λάβουν εκτίμηση της δυνατότητας αποφυλάκισης, εάν προηγουμένως δεν έχουν εκτίσει τουλάχιστον τα δύο τρίτα της ποινής τους.
Η νέα νομοθεσία θα εισαχθεί, όπως είπε, το συντομότερο δυνατό. «Αντιμετωπίζουμε μία άνευ προηγουμένου κατάσταση μεγάλης βαρύτητας και ως τέτοια απαιτεί την άμεση παρέμβαση της κυβέρνησης και την εφαρμογή αυτής της νομοθεσίας και σε όσους τώρα εκτίουν ποινές» είπε. Πρόσθεσε ότι στα νέα μέτρα θα περιληφθούν και αυτά που είχαν συζητηθεί μετά την τρομοκρατική επίθεση στη Γέφυρα του Λονδίνου, όπως μεγαλύτερες ποινές για σοβαρούς εγκληματίες, χρήση ανιχνευτή ψεύδους, εκτίμηση ρίσκου για δικαστική επιτήρηση κ.α.
Ο υπουργός δέχτηκε επικρίσεις, ιδιαίτερα από τον σκιώδη υπουργό Δικαιοσύνης, Ρίτσαρντ Μπέργκον, σχετικά με τις περικοπές στο δικαστικό σύστημα και την χρηματοδότηση των φυλακών και της αστυνομίας, αλλά απάντησε ότι η δημόσια ασφάλεια θα συνεχίσει να βρίσκεται στο επίκεντρο των προτεραιοτήτων της κυβέρνησης, άσχετα από το κόστος.
Απαντώντας σε ερωτήσεις εάν τα νέα μέτρα –και ιδιαίτερα το θέμα της αναδρομικής ισχύος– θα είναι συμβατά με τους νόμους (εφόσον οι ποινές που έλαβαν οι καταδικασθέντες επιβλήθηκαν κάτω από διαφορετική νομοθεσία), είπε ότι θεωρεί πως πρόκειται για μία λογική προσέγγιση.
Ο υπουργός Δικαιοσύνης ανέφερε ότι τα νέα μέτρα που θα νομοθετήσει θα προβλέπουν ότι οι καταδικασθέντες για τρομοκρατικά αδικήματα θα πρέπει να εκτίουν τουλάχιστον τα δύο τρίτα της ποινής τους και να μην μπορούν να αποφυλακιστούν εάν προηγουμένως δεν δοθεί η συγκατάθεση ειδικών από το συμβούλιο αποφυλάκισης, το οποίο θα αναλαμβάνει να εκτιμά το ρίσκο που ενέχει οποιαδήποτε τέτοια απόφαση. Μάλιστα, τα μέτρα αυτά θα εφαρμοστούν και σε όσους ήδη εκτίουν ποινή φυλάκισης, δηλαδή θα έχουν αναδρομική ισχύ.
Ενημερώνοντας το Σώμα, παραδέχτηκε ότι ο δράστης της επίθεσης στο Στρίθαμ είχε εκτίσει μόλις τη μισή ποινή του - και αποφυλακίστηκε πριν μία εβδομάδα - ενώ το συμβούλιο αποφυλάκισης δεν είχε λόγο στην απόφαση, καθώς αυτή προβλέπεται αυτομάτως από το νόμο. Το δικαίωμα αυτό καταργείται και οι καταδικασθέντες δεν θα μπορούν να λάβουν εκτίμηση της δυνατότητας αποφυλάκισης, εάν προηγουμένως δεν έχουν εκτίσει τουλάχιστον τα δύο τρίτα της ποινής τους.
Η νέα νομοθεσία θα εισαχθεί, όπως είπε, το συντομότερο δυνατό. «Αντιμετωπίζουμε μία άνευ προηγουμένου κατάσταση μεγάλης βαρύτητας και ως τέτοια απαιτεί την άμεση παρέμβαση της κυβέρνησης και την εφαρμογή αυτής της νομοθεσίας και σε όσους τώρα εκτίουν ποινές» είπε. Πρόσθεσε ότι στα νέα μέτρα θα περιληφθούν και αυτά που είχαν συζητηθεί μετά την τρομοκρατική επίθεση στη Γέφυρα του Λονδίνου, όπως μεγαλύτερες ποινές για σοβαρούς εγκληματίες, χρήση ανιχνευτή ψεύδους, εκτίμηση ρίσκου για δικαστική επιτήρηση κ.α.
Ο υπουργός δέχτηκε επικρίσεις, ιδιαίτερα από τον σκιώδη υπουργό Δικαιοσύνης, Ρίτσαρντ Μπέργκον, σχετικά με τις περικοπές στο δικαστικό σύστημα και την χρηματοδότηση των φυλακών και της αστυνομίας, αλλά απάντησε ότι η δημόσια ασφάλεια θα συνεχίσει να βρίσκεται στο επίκεντρο των προτεραιοτήτων της κυβέρνησης, άσχετα από το κόστος.
Απαντώντας σε ερωτήσεις εάν τα νέα μέτρα –και ιδιαίτερα το θέμα της αναδρομικής ισχύος– θα είναι συμβατά με τους νόμους (εφόσον οι ποινές που έλαβαν οι καταδικασθέντες επιβλήθηκαν κάτω από διαφορετική νομοθεσία), είπε ότι θεωρεί πως πρόκειται για μία λογική προσέγγιση.