Σε νέα φάση εισήλθε πλέον η υπόθεση της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, δηλαδή αν θα πάψει να λειτουργεί ως μουσείο και αν θα μετατραπεί σε τέμενος, ένα ενδεχόμενο που προωθεί προκλητικά ο Τούρκος πρόεδρος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Η πολυαναμενόμενη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Τουρκίας, το οποίο συνεδρίασε για μόλις 17 λεπτά το πρωί της Πέμπτης, θα ανακοινωθεί επισήμως έπειτα από 15 ημέρες. Το δικαστήριο, ωστόσο, δεν φαίνεται να υιοθετεί τους ισχυρισμούς του Συνδέσμου Προστασίας Ιστορικών Μνημείων και Περιβάλλοντος περί πλαστής υπογραφής του Κεμάλ Ατατούρκ στο διάταγμα του 1934, άρα και ακυρότητάς του. Με το συγκεκριμένο διάταγμα μετατράπηκε η Αγία Σοφία από τέμενος σε μουσείο, αλλά η τοποθέτηση του εισαγγελέα κατά τη διάρκεια της ακροαματικής διαδικασίας βάζει μια νέα παράμετρο στην υπόθεση. «Επί του παρόντος, το άνοιγμα της Αγίας Σοφίας εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του προέδρου. Η υπόθεση πρέπει να απορριφθεί», ανέφερε ο εισαγγελέας, δείχνοντας, έτσι, και την απόφαση του δικαστηρίου, ωστόσο μετέτρεψε την υπόθεση σε πολιτική.

Μία ημέρα μετά τη συνεδρίαση του δικαστηρίου ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν πήρε θέση, εξαπολύοντας επίθεση όχι μόνο κατά της Ελλάδας, αλλά και όσων τοποθετήθηκαν υπέρ της.

Όπως αναφέρει η Yeni Safak, μιλώντας σε τελετή στο Levent τζαμί στην Κωνσταντινούπολη, ο πρόεδρος της Τουρκίας είπε χαρακτηριστικά: «Κανείς δεν έχει το δικαίωμα να παρεμβαίνει στους χώρους προσευχής της χώρας μας, όπως δεν παρεμβαίνουμε εμείς σε άλλες χώρες. Οι κατηγορίες σε βάρος μας για την Αγιά Σοφία αποτελούν επίθεση στα κυριαρχικά μας δικαιώματα». 

Όπως επισημαίνουν εκκλησιαστικοί κύκλοι, «το συγκεκριμένο διάταγμα μπορεί να μην ακυρώνεται, αλλά αυτό δεν συνεπάγεται ότι δεν μπορεί να αντικατασταθεί με ένα νέο, το οποίο να ακυρώνει το προηγούμενο».

Σύμφωνα με πληροφορίες, στο Φανάρι τηρείται στάση αναμονής τόσο για την επίσημη ανακοίνωση της απόφασης του δικαστηρίου όσο και για την αντίδραση του Ταγίπ Ερντογάν, από τη στιγμή που υπάρχει φόρμουλα για να επιτύχει τις επιδιώξεις του και την τελική έκβαση της υπόθεσης, η οποία έχει και πολιτικές προεκτά σεις στο εσωτερικό της Τουρκίας.

Από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, πάντως, παραπέμπουν στις δύο παρεμβάσεις του Οικουμενικού Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίου, ο οποίος κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας στον Ναό Αγίων Αποστόλων Φερίκιοϊ την περασμένη Τρίτη στάθηκε στους κινδύνους που ελλοχεύουν πίσω από τις τουρκικές επιδιώξεις.

«Η τυχόν μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τέμενος θα στρέψει εκατομμύρια χριστιανών σε όλο τον κόσμο εναντίον του Ισλάμ. Και η Αγία Σοφία, λόγω της ιερότητας, είναι ένα ζωτικό κέντρο, εις το οποίο αγκαλιάζονται η Ανατολή με τη Δύση. Θα διασπάσει τους δύο αυτούς κόσμους», ανέφερε ο Οικουμενικός Πατριάρχης, ο οποίος μία εβδομάδα νωρίτερα είχε μιλήσει στην Τουρκάλα δημοσιογράφο Asli Aydintasbas της «Washington Post», λέγοντας με νόημα: «Τι μπορώ να πω ως χριστιανός κληρικός και Ελληνας Πατριάρχης στην Κωνσταντινούπολη; Αντί να μας ενώνει μια κληρονομιά 1.500 ετών, μας χωρίζει. Είμαι λυπημένος και συγκλονισμένος».

ΗΠΑ ΚΑΙ ΜΟΣΧΑ

Η υπόθεση της Αγίας Σοφίας έχει λάβει ευρύτερες διαστάσεις, προκαλώντας την αντίδραση τόσο της Ρωσίας, μέσω του Πατριαρχείου Μόσχας, όσο και των ΗΠΑ, μέσω του State Department.

Ο αρμόδιος για τις εξωτερικές σχέσεις του Πατριαρχείου της Μόσχας, Μητροπολίτης Ιλαρίων, χαρακτηρίζοντας τις προθέσεις του Τούρκου προέδρου «ανησυχητικές», σημείωσε με νόημα ότι «στον εύθραυστο και ασταθή κόσμο αυτής της περιόδου πρέπει να αποφευχθούν βήματα που συνδέονται με κινδύνους για τις υπάρχουσες ισορροπίες και μπορούν να προκαλέσουν περιττή ένταση στις σχέσεις μεταξύ ανθρώπων διαφορετικών εθνικοτήτων και θρησκειών».

Πολλοί αναλυτές συσχετίζουν την παρέμβαση του Πατριαρχείου Μόσχας με την πάγια θέση αμφισβήτησης της οικουμενικότητας του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως, η οποία πλήττεται από τις επιδιώξεις του Τούρκου προέδρου.

Από την πλευρά του, ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Μάικ Πομπέο, κάλεσε την κυβέρνηση της Τουρκίας να σεβαστεί το υπάρχον μουσειακό καθεστώς της Αγίας Σοφίας. «Προτρέπουμε την κυβέρνηση της Τουρκίας να συνεχίσει να διατηρεί την Αγία Σοφία ως μουσείο, ως ένα παράδειγμα της δέσμευσής της να σέβεται τις θρησκευτικές παραδόσεις και τη διαφορετική ιστορία που συνέβαλε στην Τουρκική Δημοκρατία και να διασφαλίσει ότι θα παραμένει προσβάσιμη σε όλους». Με την Αγκυρα να απαντά, μέσω του εκπροσώπου του υπουργείου Εξωτερικών, πως η Αγία Σοφία είναι ιδιοκτησία της Τουρκίας, όπως όλα τα πολιτιστικά περιουσιακά στοιχεία που βρίσκονται στη χώρα, κάνοντας λόγο για εσωτερικό ζήτημα, στο πλαίσιο των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Άγκυρας.

Την υπόθεση παρακολουθεί στενά και το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών, εξετάζοντας όλα τα πιθανά ενδεχόμενα για το μέλλον, από τη στιγμή που η Αγία Σοφία αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς και προστατεύεται από τη Συνθήκη της UNESCO για την προστασία των Μνημείων και Χώρων Παγκόσμιας Κληρονομιάς.