Στον χώρο της υπερδύναμης των Ηνωμένων Πολιτειών, ο τεταμμένος κοινωνικός διχασμός που ξεκίνησε επί προεδρίας της κυβέρνησης Τραμπ, με «κορφή του παγόβουνου» τα τελευταία γεγονότα στο Καπιτώλιο, δημιούργησε νέα πραγματικότητα στο εσωτερικό των ΗΠΑ και φυσικά στη διεθνή κοινότητα.



Η επίθεση της προηγούμενης Τετάρτης ήρθε ως επιστέγασμα στις κοινωνικές και πολιτικές παθογένειες των τελευταίων ετών, καθώς η αξιοπιστία των ΗΠΑ έχει πληγεί σε τεράστιο βαθμό. Η πολιτική στο εσωτερικό της χώρας με τη διεύρυνση του κοινωνικού gap ως αποτέλεσμα των πολιτικών ανισότητας, η αδυναμία διαχείρισης του υγειονομικού «τυφώνα» που άφησε εκτεθειμμένη τη χώρα (τερματισμός σχέσης ΗΠΑ με ΠΟΥ), αλλά και η επικράτηση της συνωμοσιολογίας και των fake news έχουν εντάξει τη χώρα σε μία περίοδο εσωστρέφειας.






Παρ’όλα αυτά, οι αμερικανικοί πολιτικοί θεσμοί έδειξαν την ανθεκτικότητά τους. Με την σκόνη από τα γεγονότα να μην έχει πέσει ακόμη, η κατακραυγή παραμένει. Στοιχείο αυτής, η ψήφος παραπομπής του Τραμπ ακόμη και από τους δέκα (ηρωικούς) ρεπουμπλικάνους. Έτσι, η Βουλή των Αντιπροσώπων ψήφισε το βράδυ της Τετάρτης την παραπομπή του Τραμπ στη Γερουσία, κάνοντας τον απερχόμενο πρόεδρο των πρώτο στα χρονικά πρόεδρο των ΗΠΑ που παραπέμπεται για δεύτερη φορά.


Κυριότερο στοιχείο όμως αποτελεί η απομονωτική πολιτική των ΗΠΑ σε διεθνές επίπεδο, αποποιώντας κάθε στοιχείο της «ιδεαλιστικής, αμερικανής διπλωματίας». Η ηγεμονική δύναμη των προηγούμενων δεκαετιών εισέρχεται σε μία περίοδο πολυεπίπεδης κρίσης, δημιουργώντας ένα μεγάλο handicap σε Μπάιντεν και Χάρις, με τον ερχομό τους στον Λευκό Οίκο.


ΗΠΑ και Ανατολική Μεσόγειος: Τα νέα δεδομένα


Από την άλλη όμως αδιαμφισβήτητα δημιουργείται ένα μεγάλο ερωτηματικό στη παγκόσμια διεθνή σκακιέρα, καθώς βλέπουμε τη μεγάλη δύναμη να έχει υποχωρήσει για την ώρα. Με τις ΗΠΑ να ασχολούνται με τα εσωτερικά τους προβλήματα εύκολα η κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο μπορεί να γίνει επικίνδυνη και ανεξέλεγκτη. Πάντα ο έλεγχος που ασκεί μια ηγεμονική δύναμη είναι σημαντικός για την ισορροπία σε μια περιοχή που υπάρχει ανταγωνισμός για την κυριαρχία. Βέβαια, η θέση των ΗΠΑ σχετικά με τα ζητήματα της Ανατολικής Μεσογείου έγινε αρκετά ξεκάθαρη μετά την ομιλία του Πομπέο στη Σύνοδο των ΥΠΕΞ του ΝΑΤΟ, που για άλλη μια φορά αναφέρθηκε στο ζήτημα της Ανατολικής Μεσογείου και στις προκλητικές ενέργειες της Τουρκίας.



Φυσικά, με τη μετάβαση στη νέα κυβέρνηση Μπάιντεν ιδιαίτερη σημασία έχει να προσέξουμε τις επιλογές του πρώην αντιπροέδρου των ΗΠΑ στο «ζήτημα-φωτιά». Η παρουσία της Βικτόρια Νούλαντ ως υφυπουργός Πολιτικών Υποθέσεων στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, καθώς και της Αμάντα Σλόουτ ως διευθύντριας Ευρωπαϊκών Υποθέσεων στο Συμβούλιο Εθν. Ασφάλειας του Λευκού Οίκου, αναδεικνύουν την ιδιαίτερη προσοχή που δίνεται στον ευρωατλαντισμό, αντιμετωπίζοντας το ΝΑΤΟ και την ΕΕ ως συμμάχους και πολύτιμους εταίρους. Παρόλο που η Γερμανία δε δίνει σημαντικά ποσά για τις αμυντικές δαπάνες στα πλαίσια του ΝΑΤΟ. Επίσης, ιδιάζουσα προσοχή πρέπει να δοθεί στο πρόσωπο του Μπρεντ Μακ Γκουρκ ως νέο συντονιστή ζητημάτων της Μέσης Ανατολής καθώς και την στάση που φαίνεται να υιοθετεί ο Μπάιντεν στο ζήτημα. Μετά τον διορισμό του, ο Ερντογάν αντέδρασε εντόνως, κατηγορώντας τον ως «τον άνθρωπο που έχει κάνει τη μεγαλύτερη ζημιά στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις».







Η αντίδραση του Ερντογάν στο πρόσωπο του Μακ Γκουρκ είναι σημαντική, σε μία περίοδο που τα διακυβεύματα της Τουρκίας έχουν ισχυροποιηθεί. Η «Γαλάζια Πατρίδα» , το τουρκολυβικό μνημόνιο, καθώς και η «πολιτική κατευνασμού» της ΕΕ τον Δεκέμβρη, μη παίρνοντας σαφή θέση, παρά μετάθεσης του προβλήματος για τη Σύνοδο του Μαρτίου πυροδοτούν τη βόμβα εξελίξεων εν όψει των διερευνητικών μεταξύ Ελλάδας - Τουρκίας στις 25 Ιανουαρίου. Παρά το ότι ο Τούρκος πρόεδρος στο εσωτερικό της χώρας ακολουθεί μία νέο-οθωμανική ρητορική, συνεχίζοντας την επικοινωνιακή του ένταση, οι ελιγμοί εν όψει της νέας προεδρίας Μπάιντεν θα γίνουν κάτι παραπάνω από συνήθεις το προσεχές διάστημα.


Ο ρόλος της Ελλάδας στο νέο τοπίο 


Αν η Τουρκία επιμείνει σε μια σειρά από άλλα θέματα και όχι στην τάση κατευνασμού και ακολουθίας των επιταγών του Διεθνούς Δικαίου, θα φτάσουμε στο γνωστό αδιέξοδο προκλητικότητας, όπου πρέπει η Ελλάδα να είναι προετοιμασμένη. Είναι οφθαλμοφανές ότι η στρατηγική ήπιας ισχύος (soft power) που ακολουθεί η Ελλάδα, πρέπει να ανασυγκροτηθεί, στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, αλλά με μεγαλύτερες βλέψεις σε σχέση με τις συμμαχίες που οικοδομήθηκαν. Η στήριξη από τη Γαλλία είναι κομβικής σημασίας, καθώς και αυτής με το Ισραήλ, ιδιαίτερα αυτήν την περίοδο με την προσπάθεια επαναπροσέγγισης του Ισραήλ από την Τουρκία. Όμως, το Ισραήλ δεν φαίνεται να επιθυμεί να διακυβεύσει μία σειρά συμμαχιών που οικοδόμησε στην Νοτιοανατολική Μεσόγειο (μεταξύ αυτών Ελλάδας και Κύπρου). Επίσης, χώρες όπως τα ΗΑΕ, η Αίγυπτος ακόμα και η Ινδία έχουν κοινά γεωπολιτικά συμφέροντα με την Ελλάδα.


Σε αυτό το ασταθές μεταβατικό πολυπολικό σύστημα είναι κρισίμης σημασίας τα ζητήματα που ανακύπτουν, καθώς είναι δεδομένη η επιθυμία της Τουρκίας να επιβληθεί ως «ηγεμονική δύναμη» της Ανατολής. Επίσης λαμβάνοντας υπόψιν τη διπλωματία εξαναγκασμού που ασκεί καθώς και την εξωτερική εξισορρόπηση που ασκεί μέσω των συμμαχιών της με χώρες όπως το Αζερμπαϊτζάν και το Πακιστάν η προσοχή στο ζήτημα είναι επιτακτική.


Ακόμη, οι στενές σχέσεις τόσο με τη Ρωσία, ιδιαίτερα στο ζήτημα εξομάλυνσης των σχέσεων στο Ναγκόρνο - Καραμπάχ, όσο και την Κίνα, με «το τρένο του Δρόμου του Μεταξιού», την πρώτη εμπορική αμαξοστοιχία με προϊόντα από την Τουρκία που έφτασε στην κινεζική πόλη Σιάν, «δένοντας» καθ’αυτόν τον τρόπο τις σχέσεις Άγκυρας - Πεκίνου, γεννά την απορία της επάρκειας της γεωπολιτικής στρατηγικής που ακολουθεί η κυβέρνηση ώστε να προστατεύσει τα κυριαρχικά δικαιώματα της χώρας στην Ανατολική Μεσόγειο.






Έτσι, μέσα από τη δημιουργία ισχυρών συμμαχιών θα δημιουργηθούν περιφερειακοί πυρήνες ασφαλείας που θα βοηθήσουν τόσο στην ευημερία και ασφάλεια της περιοχής όσο και στον έλεγχο σε μεγαλύτερο βαθμό του ισλαμικού εξτρεμισμού. Με τον τρόπο αυτό θα δημιουργηθούν δομές ισχύος που θα δρουν υπέρ της Ελλάδας.


Με το δεδομένο αυτό η χώρα θα έχει αναδείξει σε πολυμερές επίπεδο τη θέληση της να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα και μόνο τότε θα είναι εφικτό να αρχίσει μια διαπραγμάτευση με την αντίθετη πλευρά έχοντας θέσει η ίδια από πριν τα όρια της συζήτησης. Φυσικά, σε αυτό κομβικό ρόλο θα παίξει η -πιο ισχυρή από ποτέ- σχέση ΗΠΑ - Ελλάδας, όπου και μετά την ανάληψη της προεδρίας από τον Μπάιντεν θα υπάρξει καθαρότερο πεδίο.