Ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Όλαφ Σολτς, απομάκρυνε τον επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Εποπτικής Αρχής Χρηματοοικονομικών BaFin Φέλιξ Χούφελντ, για τον χειρισμό του σκανδάλου Wirecard, τη μεγαλύτερη λογιστική απάτη στη μεταπολεμική ιστορία της χώρας.
Σε δήλωση, ο Σολτς του είπε ότι η υπόθεση της Wirecard αποκάλυψε ότι το αρμόδιο ρυθμιστικό σύστημα της Γερμανίας "πρέπει να αναδιοργανωθεί, έτσι ώστε να μπορεί να εκπληρώσει τον εποπτικό του ρόλο πιο αποτελεσματικά".
Η BaFin βρισκόταν στο "μάτι του κυκλώνα", επειδή αγνόησε τις πρώτες προειδοποιήσεις σχετικά με την απάτη της Wirecard, στοχεύοντας παράλληλα δημοσιογράφους.
Ορισμένοι short sellers και μια ομάδα δημοσιογράφων των Financial Times είχαν διαπιστώσει και αναδείξει εδώ και χρόνια ύποπτα "σημάδια" σχετικά με την εταιρεία και, συγκεκριμένα, με την αξιοπιστία των ισολογισμών της.
Η BaFin απέτυχε να ακολουθήσει τον βηματισμό τους, παρά τη λήψη συμβουλών από έναν καταγγέλλοντα, καθώς και καταγγελιών από άλλες ρυθμιστικές αρχές. Αντίθετα, κινήθηκε προς την εντελώς αντίθετη κατεύθυνση: απαγόρευσε προσωρινά το short selling μετοχών της Wirecard και άνοιξε έρευνα κατά των δημοσιογράφων των FT.
Ακόμη και αφού η εταιρεία παραδέχθηκε ότι δεν μπορούσε να εντοπίσει 1,9 δισεκατομμύρια ευρώ (2,1 δισεκατομμύρια δολάρια) μετρητών, η γερμανική αρχή καθυστέρησε να αναγνωρίσει τη σοβαρότητα της κατάστασης.
Στις 25 Ιουνίου 2020, η Wirecard κατέρρευσε και αποδείχτηκε ότι ήταν μια από τις μεγαλύτερες λογιστικές απάτες στην πρόσφατη γερμανική ιστορία. Οι εισαγγελικές αρχές του Μονάχου εκτιμούν ότι περίπου 3,5 δισεκατομμύρια δανεισμού της εταιρείας μετά το 2015 «χάθηκαν», ενώ 1 δισεκατομμύριο ευρώ δόθηκαν σε αδιαφανή δάνεια επιχειρηματικών συνεργατών της εταιρείας.
Ως αποτέλεσμα διώκεται ο Μάρκους Μπράουν ο επικεφαλής της Wirecard και άλλα στελέχη, ενώ ο δεύτερος στην ιεραρχία Γιαν Μαρσάλεκ, που ήταν επικεφαλής των δραστηριοτήτων στην Ασία, καταζητείται