Στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων θα προσφύγει κατά της Γαλλίας ο Σαρκοζί
Ο τέως Γάλλος πρόεδρος, Νικολά Σαρκοζί, δήλωσε την Τρίτη ότι είναι έτοιμος να προσφύγει στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, προκειμένου να αποδείξει την αθωότητά του, στην πρώτη δημόσια αντίδρασή του, αφότου δικαστήριο τον έκρινε χθες ένοχο για διαφθορά.
Άσκησε έφεση ο Σαρκοζί - «Αυτό είναι το τίμημα της δημοκρατίας»
«Άσκησα έφεση κατά της απόφασης, ίσως να χρειαστεί να συνεχίσω αυτήν τη μάχη έως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», είπε ο Σαρκοζί, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα Le Figaro.«Θα είναι οδυνηρό για εμένα το να πρέπει να προσφύγω προκειμένου να καταδικαστεί η ίδια μου η χώρα, όμως είμαι έτοιμος για αυτό, διότι αυτό θα είναι το τίμημα της δημοκρατίας», επισήμανε, προσθέτοντας πως δεν θα θέσει υποψηφιότητα για τις προεδρικές εκλογές του 2022, όμως θα στηρίξει έναν υποψήφιο εν ευθέτω χρόνω.
Ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί καταδικάστηκε σήμερα σε φυλάκιση τριών ετών –το ένα από αυτά χωρίς αναστολή– για διαφθορά και αθέμιτη άσκηση επιρροής, μια απόφαση άνευ προηγουμένου για τη χώρα, η οποία έγινε δεκτή με «κατάπληξη» από την πολιτική οικογένειά του, το κόμμα των Ρεπουμπλικάνων. Ο 66χρονος Σαρκοζί δεν πρόκειται πάντως να οδηγηθεί στη φυλακή, αφού το δικαστήριο αποφάσισε ότι θα παραμείνει σε κατ’ οίκον περιορισμό, με ηλεκτρονικό βραχιολάκι. Η έφεσή του εξάλλου έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.
Ο Σαρκοζί, που υπήρξε πρόεδρος της Γαλλίας από το 2007 μέχρι το 2012, άκουσε την ετυμηγορία όρθιος ενώπιον των δικαστών, ανέκφραστος και δεν έκανε καμία δήλωση κατά την έξοδό του από το δικαστήριο. Η δικηγόρος του, Ζακλίν Λαφόντ, μίλησε λίγο αργότερα στο τηλεοπτικό κανάλι BFMTV για να ανακοινώσει ότι θα ασκήσει έφεση στην «υπερβολικά αυστηρή» και «παντελώς αβάσιμη και αδικαιολόγητη» απόφαση. Ο πρώην πρόεδρος είναι «ψύχραιμος και αποφασισμένος», διαβεβαίωσε, ελπίζοντας ότι θα δικαιωθεί στο Εφετερίο, σε περίπου έναν χρόνο. «Βρίσκεται ήδη στο επόμενο βήμα, αυτή η απόφαση δεν υπάρχει, η ποινή δεν υπάρχει, είμαστε στην έφεση», επέμεινε.
Το «σύμφωνο διαφθοράς» που «έκαψε» τον πρώην Γάλλο πρόεδρο
Οι υποστηρικτές του Σαρκοζί δήλωσαν «κατάπληκτοι» και «λυπημένοι» ενώ η σύζυγός του, η τραγουδίστρια και πρώην μοντέλο Κάρλα Μπρούνι έκανε λόγο για «παράλογη σκληρότητα» σε ανάρτησή της στο Instagram. Οι δύο συγκατηγορούμενοι του πρώην προέδρου, ο πρώην δικαστής Ζιλμπέρ Αζιμπέρ και ο δικηγόρος Τιερί Ερζόγκ, καταδικάστηκαν στην ίδια ποινή και θα ασκήσουν επίσης έφεση. Στον Ερζόγκ επιβλήθηκε επίσης απαγόρευση άσκησης του επαγγέλματός του για 5 χρόνια.
Το δικαστήριο έκρινε ότι οι τρεις κατηγορούμενοι σύναψαν ένα «σύμφωνο διαφθοράς», αλλά δεν επέβαλε τις ποινές που ζήτησε η οικονομική εισαγγελία, δηλαδή τέσσερα χρόνια φυλάκισης, τα δύο χωρίς αναστολή, και στους τρεις, κρίνοντας ότι η προεδρική εικόνα έχει αμαυρωθεί από την υπόθεση αυτή «με καταστροφικές συνέπειες». Ο Νικολά Σαρκοζί θα αντιμετωπίσει και πάλι την γαλλική δικαιοσύνη στις 17 Μαρτίου, στην εκδίκαση της υπόθεσης Bygmalion, σχετικά με τις δαπάνες της προεκλογικής του εκστρατείας για τις προεδρικές εκλογές του 2012.
Ο Νικολά Σαρκοζί αποσύρθηκε από την πολιτική το 2016, αλλά παραμένει πολύ δημοφιλής και με απήχηση στο στρατόπεδο της γαλλικής δεξιάς. Αντιμετωπίζει κατηγορίες στο πλαίσιο σειράς δικαστικών υποθέσεων, ανάμεσά τους και η χρηματοδότηση της νικηφόρας προεκλογικής του εκστρατείας το 2007 από την Λιβύη. Στο πλαίσιο αυτής της υπόθεσης, δηλαδή της χρηματοδότησής του από το καθεστώς του Μουάμαρ Καντάφι, τέθηκε υπό παρακολούθηση το 2013. Τότε οι αρχές ανακάλυψαν ότι χρησιμοποιούσε μια μυστική τηλεφωνική γραμμή, με το ψευδώνυμο «Πολ Μπισμούτ», για να επικοινωνεί με τον δικηγόρο του, τον Τιερί Ερζόγκ. Καταγράφηκαν περίπου δέκα τηλεφωνικές επικοινωνίες τους.
Οι δικαστές έκριναν ότι ο πρώην πρόεδρος είναι ένοχος για διαφθορά επειδή υποσχέθηκε να στηρίξει την υποψηφιότητα του Αζιμπέρ για μια εξέχουσα θέση στο Μονακό, σε αντάλλαγμα για εμπιστευτικές πληροφορίες. Ο Σαρκοζί ήθελε την εποχή εκείνη να ακυρωθεί η εντολή κατάσχεσης των προεδρικών ημερολογίων, αφού προηγουμένως κατάφερε να τεθεί στο αρχείο η έρευνα σε βάρος του για την υπόθεση Μπετανκούρ. Ο Αζιμπερ δεν είχε άμεση σχέση με την υπόθεση αυτή, όμως, σύμφωνα με το δικαστήριο, επωφελήθηκε από τις γνωριμίες του.
Στη δίκη, που ολοκληρώθηκε στις 10 Δεκεμβρίου, η υπεράσπιση του Σαρκοζί έκανε λόγο για μια υπόθεση που βασίστηκε σε «υποθέσεις» και «φαντάσματα» και ζήτησε την απαλλαγή όλων των κατηγορουμένων. Επισήμανε ότι τελικά ο πρώην πρόεδρος δεν πέτυχε αυτό που ζητούσε και ο Αζιμπέρ δεν ανέλαβε ποτέ την επίζηλη θέση στο Μονακό. Με βάση τον νόμο ωστόσο, δεν είναι αναγκαίο να έχει κερδίσει κάτι ο εναγόμενος για να χαρακτηριστεί το αδίκημα «διαφθορά» και «αθέμιτη άσκηση επιρροής».
Η υπεράσπιση ζητούσε επίσης να ακυρωθεί όλη η διαδικασία επειδή το κατηγορητήριο βασίστηκε σε «παράνομες» τηλεφωνικές παρακολουθήσεις καθώς παραβίαζαν το απόρρητο μεταξύ δικηγόρου και πελάτη. Λόγω του τεταμένου κλίματος, ο ίδιος ο διευθυντής της οικονομικής εισαγγελίας, Ζαν-Φρανσουά Μπονέρ, πήγε στο δικαστήριο για να υπερασπιστεί την υπηρεσία του και διαβεβαίωσε ότι «κανείς δεν θέλει να εκδικηθεί έναν πρώην πρόεδρο της Δημοκρατίας».
Ο Σαρκοζί είναι ο δεύτερος πρώην πρόεδρος που καταδικάζεται από τη γαλλική δικαιοσύνη, μετά τον μέντορά του, τον Ζακ Σιράκ, στον οποίο το 2011 επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2 ετών με αναστολή για κατάχρηση δημόσιων πόρων όταν ήταν δήμαρχος του Παρισιού, μεταξύ 1983-1995.
Άσκησε έφεση ο Σαρκοζί - «Αυτό είναι το τίμημα της δημοκρατίας»
«Άσκησα έφεση κατά της απόφασης, ίσως να χρειαστεί να συνεχίσω αυτήν τη μάχη έως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων», είπε ο Σαρκοζί, σε συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα Le Figaro.«Θα είναι οδυνηρό για εμένα το να πρέπει να προσφύγω προκειμένου να καταδικαστεί η ίδια μου η χώρα, όμως είμαι έτοιμος για αυτό, διότι αυτό θα είναι το τίμημα της δημοκρατίας», επισήμανε, προσθέτοντας πως δεν θα θέσει υποψηφιότητα για τις προεδρικές εκλογές του 2022, όμως θα στηρίξει έναν υποψήφιο εν ευθέτω χρόνω.
Ο πρώην πρόεδρος της Γαλλίας Νικολά Σαρκοζί καταδικάστηκε σήμερα σε φυλάκιση τριών ετών –το ένα από αυτά χωρίς αναστολή– για διαφθορά και αθέμιτη άσκηση επιρροής, μια απόφαση άνευ προηγουμένου για τη χώρα, η οποία έγινε δεκτή με «κατάπληξη» από την πολιτική οικογένειά του, το κόμμα των Ρεπουμπλικάνων. Ο 66χρονος Σαρκοζί δεν πρόκειται πάντως να οδηγηθεί στη φυλακή, αφού το δικαστήριο αποφάσισε ότι θα παραμείνει σε κατ’ οίκον περιορισμό, με ηλεκτρονικό βραχιολάκι. Η έφεσή του εξάλλου έχει ανασταλτικό αποτέλεσμα.
Ο Σαρκοζί, που υπήρξε πρόεδρος της Γαλλίας από το 2007 μέχρι το 2012, άκουσε την ετυμηγορία όρθιος ενώπιον των δικαστών, ανέκφραστος και δεν έκανε καμία δήλωση κατά την έξοδό του από το δικαστήριο. Η δικηγόρος του, Ζακλίν Λαφόντ, μίλησε λίγο αργότερα στο τηλεοπτικό κανάλι BFMTV για να ανακοινώσει ότι θα ασκήσει έφεση στην «υπερβολικά αυστηρή» και «παντελώς αβάσιμη και αδικαιολόγητη» απόφαση. Ο πρώην πρόεδρος είναι «ψύχραιμος και αποφασισμένος», διαβεβαίωσε, ελπίζοντας ότι θα δικαιωθεί στο Εφετερίο, σε περίπου έναν χρόνο. «Βρίσκεται ήδη στο επόμενο βήμα, αυτή η απόφαση δεν υπάρχει, η ποινή δεν υπάρχει, είμαστε στην έφεση», επέμεινε.
Το «σύμφωνο διαφθοράς» που «έκαψε» τον πρώην Γάλλο πρόεδρο
Οι υποστηρικτές του Σαρκοζί δήλωσαν «κατάπληκτοι» και «λυπημένοι» ενώ η σύζυγός του, η τραγουδίστρια και πρώην μοντέλο Κάρλα Μπρούνι έκανε λόγο για «παράλογη σκληρότητα» σε ανάρτησή της στο Instagram. Οι δύο συγκατηγορούμενοι του πρώην προέδρου, ο πρώην δικαστής Ζιλμπέρ Αζιμπέρ και ο δικηγόρος Τιερί Ερζόγκ, καταδικάστηκαν στην ίδια ποινή και θα ασκήσουν επίσης έφεση. Στον Ερζόγκ επιβλήθηκε επίσης απαγόρευση άσκησης του επαγγέλματός του για 5 χρόνια.
Το δικαστήριο έκρινε ότι οι τρεις κατηγορούμενοι σύναψαν ένα «σύμφωνο διαφθοράς», αλλά δεν επέβαλε τις ποινές που ζήτησε η οικονομική εισαγγελία, δηλαδή τέσσερα χρόνια φυλάκισης, τα δύο χωρίς αναστολή, και στους τρεις, κρίνοντας ότι η προεδρική εικόνα έχει αμαυρωθεί από την υπόθεση αυτή «με καταστροφικές συνέπειες». Ο Νικολά Σαρκοζί θα αντιμετωπίσει και πάλι την γαλλική δικαιοσύνη στις 17 Μαρτίου, στην εκδίκαση της υπόθεσης Bygmalion, σχετικά με τις δαπάνες της προεκλογικής του εκστρατείας για τις προεδρικές εκλογές του 2012.
Ο Νικολά Σαρκοζί αποσύρθηκε από την πολιτική το 2016, αλλά παραμένει πολύ δημοφιλής και με απήχηση στο στρατόπεδο της γαλλικής δεξιάς. Αντιμετωπίζει κατηγορίες στο πλαίσιο σειράς δικαστικών υποθέσεων, ανάμεσά τους και η χρηματοδότηση της νικηφόρας προεκλογικής του εκστρατείας το 2007 από την Λιβύη. Στο πλαίσιο αυτής της υπόθεσης, δηλαδή της χρηματοδότησής του από το καθεστώς του Μουάμαρ Καντάφι, τέθηκε υπό παρακολούθηση το 2013. Τότε οι αρχές ανακάλυψαν ότι χρησιμοποιούσε μια μυστική τηλεφωνική γραμμή, με το ψευδώνυμο «Πολ Μπισμούτ», για να επικοινωνεί με τον δικηγόρο του, τον Τιερί Ερζόγκ. Καταγράφηκαν περίπου δέκα τηλεφωνικές επικοινωνίες τους.
Οι δικαστές έκριναν ότι ο πρώην πρόεδρος είναι ένοχος για διαφθορά επειδή υποσχέθηκε να στηρίξει την υποψηφιότητα του Αζιμπέρ για μια εξέχουσα θέση στο Μονακό, σε αντάλλαγμα για εμπιστευτικές πληροφορίες. Ο Σαρκοζί ήθελε την εποχή εκείνη να ακυρωθεί η εντολή κατάσχεσης των προεδρικών ημερολογίων, αφού προηγουμένως κατάφερε να τεθεί στο αρχείο η έρευνα σε βάρος του για την υπόθεση Μπετανκούρ. Ο Αζιμπερ δεν είχε άμεση σχέση με την υπόθεση αυτή, όμως, σύμφωνα με το δικαστήριο, επωφελήθηκε από τις γνωριμίες του.
Στη δίκη, που ολοκληρώθηκε στις 10 Δεκεμβρίου, η υπεράσπιση του Σαρκοζί έκανε λόγο για μια υπόθεση που βασίστηκε σε «υποθέσεις» και «φαντάσματα» και ζήτησε την απαλλαγή όλων των κατηγορουμένων. Επισήμανε ότι τελικά ο πρώην πρόεδρος δεν πέτυχε αυτό που ζητούσε και ο Αζιμπέρ δεν ανέλαβε ποτέ την επίζηλη θέση στο Μονακό. Με βάση τον νόμο ωστόσο, δεν είναι αναγκαίο να έχει κερδίσει κάτι ο εναγόμενος για να χαρακτηριστεί το αδίκημα «διαφθορά» και «αθέμιτη άσκηση επιρροής».
Η υπεράσπιση ζητούσε επίσης να ακυρωθεί όλη η διαδικασία επειδή το κατηγορητήριο βασίστηκε σε «παράνομες» τηλεφωνικές παρακολουθήσεις καθώς παραβίαζαν το απόρρητο μεταξύ δικηγόρου και πελάτη. Λόγω του τεταμένου κλίματος, ο ίδιος ο διευθυντής της οικονομικής εισαγγελίας, Ζαν-Φρανσουά Μπονέρ, πήγε στο δικαστήριο για να υπερασπιστεί την υπηρεσία του και διαβεβαίωσε ότι «κανείς δεν θέλει να εκδικηθεί έναν πρώην πρόεδρο της Δημοκρατίας».
Ο Σαρκοζί είναι ο δεύτερος πρώην πρόεδρος που καταδικάζεται από τη γαλλική δικαιοσύνη, μετά τον μέντορά του, τον Ζακ Σιράκ, στον οποίο το 2011 επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 2 ετών με αναστολή για κατάχρηση δημόσιων πόρων όταν ήταν δήμαρχος του Παρισιού, μεταξύ 1983-1995.