Ένας υπόγειος ναός ηδονής κρυμμένος κάτω από τους δρόμους του Παρισιού. Το «βασίλειο» της μαντάμ Βαλερί, που απέχει μόλις 500 μέτρα από το Λούβρο, έχει πελάτες πολιτικούς, μουσικούς και εκατομμυριούχους της Πόλης του Φωτός και όχι μόνο. Το «Les Chandelles» (Τα κεριά) είναι ένας ναός σαρκικών απολαύσεων με αυστηρούς κανόνες και κυρίως εχεμύθεια.

Η γυναίκα που κάνει κουμάντο σε αυτό το μυστικό καταφύγιο της ηδονής, σύμφωνα με την εφημερίδα «The Sun», δεν είναι άλλη από τη Βαλερί Ερβό, γνωστή και ως μαντάμ Βαλερί. Μέχρι σήμερα, η 53χρονη γυναίκα κρατούσε κλειστό το στόμα της για όσα διαδραματίζονταν στο «ναό» της, όπως τον αποκαλεί. Όμως στη νέα της αυτοβιογραφία με τίτλο «Les Dessous des Chandelles» η ιδιοκτήτρια του «Les Chandelles» προχωρά σε αποκαλύψεις για τις προτιμήσεις των πελατών της και τις πιο ακραίες καταστάσεις που έχει ζήσει στο swingers club, με πιπεράτες περιγραφές και -φυσικά- χωρίς ονόματα.


Σύμπαν απολαύσεων 

«Πρόκειται για ένα σύμπαν απολαύσεων. Το σεξ είναι απλά το κερασάκι στην τούρτα. Αυτό που είναι πραγματικά μεθυστικό είναι η ατμόσφαιρα», γράφει στα απομνημονεύματά της η Βαλερί Ερβό.

Οι τακτικοί πελάτες της, πλούσιοι και διάσημοι Παριζιάνοι (και όχι μόνο), πολιτικοί, επιχειρηματίες και σταρ της σοουμπίζ, ταράχθηκαν στην αρχή, στη συνέχεια όμως ηρέμησαν αφού στο βιβλίο δεν αναφέρονται ονόματα. Στην είσοδο του club δεν υπάρχει πινακίδα. Πάνω από την πόρτα μια κάμερα παρακολουθεί διακριτικά αυτούς που θέλουν να μπουν.

Οι κανόνες

Μια σκάλα ντυμένη με βελουτέ μοκέτα οδηγεί σε έναν υπόγειο λαβύρινθο, κατακόκκινο και αμυδρά φωτισμένο, με μπαρ και εσοχές ντυμένες επίσης με βελούδο, όπου η μαντάμ Βαλερί με ψηλοτάκουνες γόβες ελέγχει τα πάντα από το «μπουντουάρ» της. Οι πελάτες στην είσοδο υποχρεώνονται να αφήσουν κλειδιά, παλτά και κινητά τηλέφωνα. Μάλιστα, κάποτε απαγόρευσε στον Μικ Τζάγκερ να μπει επειδή φορούσε τζιν και αθλητικά παπούτσια: «Είναι ρούχα για να κόβεις ξύλα», λέει η ίδια. Η είσοδος επιτρέπεται μόνο σε ζευγάρια, μάλιστα πρέπει και να φύγουν μαζί. Η Ερβό κάνει μόνο μία εξαίρεση για τις γυναίκες που θέλουν να μείνουν αν οι σύζυγοί τους πρέπει να επιστρέψουν στο σπίτι για να φύγει η μπέιμπι σίτερ, υπερασπιζόμενη το δικαίωμα των γυναικών στη σεξουαλική περιπέτεια:

«Το “Les Chandelles” είναι ένα μέρος όπου αποφασίζει η γυναίκα, η γυναίκα έχει τον έλεγχο. Δεν πρέπει να είναι τρόπαιο για έκθεση ή λεία που τη μοιράζεσαι, αλλά μια θεά που πρέπει να τιμάται, να λατρεύεται. Πρέπει να κυριαρχεί, επιβάλλοντας τις επιθυμίες και τις ιδιοτροπίες της», γράφει.

Η τιμή εισόδου

Η μαντάμ Βαλερί ξέρει να πουλάει καλά το κλαμπ της. Για να μπει κάποιος, εκτός από το face control που θα περάσει, θα πρέπει να πληρώσει και 310 ευρώ το ζευγάρι. Στο ποσό αυτό συμπεριλαμβάνεται ένα δείπνο (με ορεκτικό, κυρίως πιάτο, γλυκό και ένα μπουκάλι σαμπάνια Deutz), η είσοδος στο κλαμπ και ένα ποτό ανά άτομο.

«Κατά τη διάρκεια αυτών των συμποσίων στο εστιατόριο, απλώνεται μια ερωτική ένταση, απαλή και νόστιμη», γράφει η Ερβό. «Οι γλώσσες χαλαρώνουν σιγά σιγά, η συζήτηση γίνεται πιο τολμηρή, οι ματιές πιο άμεσες, τα αγγίγματα λιγότερο αθώα». Στη συνέχεια η παρέα περνάει στα «οριζόντια σαλόνια», δωμάτια με στρώματα όπου παρέχονται απεριόριστα σοκολατάκια μέντας και προφυλακτικά. Και ενώ οι πελάτες της φαίνεται ότι απολαμβάνουν το γδύσιμο μετά το δείπνο, στην Ερβό αρέσει η μεταμφίεση σε αναζήτηση του ερωτισμού και της «εορταστικής μαγείας»: μια από τις θεματικές βραδιές της, για παράδειγμα, ήταν αφιερωμένη στο ερωτικό μυστήριο του φιλμ «Μάτια ερμητικά κλειστά» (1999) με πρωταγωνιστές τον Τομ Κρουζ και τη Νικόλ Κίντμαν.

Η ιδιοκτήτρια του κλαμπ περιγράφει ακόμη πως της άρεσε να τοποθετεί μακαρόν του Ladurée -ένα από τα καλύτερα παρισινά ζαχαροπλαστεία- πάνω σε γυμνά σώματα, παροτρύνοντας τους άλλους να πάρουν τις λιχουδιές. «Πουλάω μυστήριο», γράφει. «Το να ξέρεις ότι όλα επιτρέπονται, ακόμα και το να μην κάνεις τίποτα, είναι εξαιρετικά διεγερτικό. Η φαντασίωση είναι αρκετή για μερικούς, άλλοι αφήνονται, επιτρέπουν στον εαυτό τους να παρασυρθεί, παίρνοντας πρωτοβουλίες».
Σύμφωνα με τη μαντάμ Βαλερί, το club μέσα στα χρόνια έχει αποκτήσει φανατικούς τακτικούς θαμώνες. Για κάποιους μάλιστα η συμμετοχή στα πάρτι αποτελεί οικογενειακή υπόθεση.

Οι ιστορίες

Ένα ζευγάρι της αποκάλυψε ότι αφήνουν ένα σημείωμα στο ψυγείο υποδεικνύοντας τις μέρες που θα πάνε στο club, προκειμένου να μην πέσουν πάνω στην κόρη τους, επίσης τακτική θαμώνα. Ένα βράδυ ένας τακτικός θαμώνας έφτασε στο «Les Chandelles» με την ερωμένη του, λέγοντας στην Ερβό ότι η σύζυγός του ήταν σπίτι με πυρετό. Μία ώρα αργότερα, η σύζυγος του εν λόγω κυρίου έφτασε στο club συνοδευόμενη από νεαρό φίλο της, ζητώντας από τη μαντάμ Βαλερί να μην πει κουβέντα την επόμενη φορά που θα εμφανιζόταν με τον άνδρα της.


Η επισκέψεις του Ντομινίκ Στρος - Καν και του υπουργού Εσωτερικών της Γαλλίας 

Ακολούθησε φυσικά η γρήγορη φυγάδευση του συζύγου από την έξοδο κινδύνου, ώστε να μην υπάρξουν ανεπιθύμητες συναντήσεις μέσα στο club! Στο βιβλίο της αναφέρεται επίσης και σε δημοσιεύματα του Τύπου για όταν ο Ντομινίκ Στρος-Καν είχε επισκεφθεί το κλαμπ «το πολύ μία φορά», πριν αναγκαστεί να εγκαταλείψει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο μετά τις καταγγελίες μιας καμαριέρας του ξενοδοχείου «Sofitel» στη Νέα Υόρκη, το 2011.

Ο υπουργός Εσωτερικών της Γαλλίας Ζεράλντ Νταρμανέν παραδέχτηκε ότι είχε επισκεφθεί το κλαμπ της Ερβό το 2009, πολύ πριν μπει στην κυβέρνηση. Η αποκάλυψη προέκυψε σε ανάκρισή του από την Αστυνομία κατά τη διάρκεια έρευνας για φερόμενη σεξουαλική επίθεση στη Σοφί Σπατς, πρώην πόρνη.

Κόρη αγροτών από τη Βρετάνη, η μεγαλύτερη από τα τέσσερα παιδιά της οικογένειας, θλιμμένη μαθήτρια με δύσκολη εφηβεία, που περνούσε από τη βουλιμία στην ανορεξία, η Βαλερί Ερβό βρέθηκε στα 20 χρόνια της σε ψυχιατρική κλινική, μπουκωμένη με αντικαταθλιπτικά. Της χρειάστηκαν πολλά χρόνια ψυχοθεραπείας για να συνενώσει τα κομμάτια της προσωπικότητάς της και να φτάσει στην ανάμνηση της αιμομιξίας, που γράφει ότι υπέστη όταν ήταν παιδί, θύμα ενός παππού, που κανείς δεν τον ενόχλησε ποτέ. Ούτε οι Αρχές ούτε η οικογένειά του.

Διαζευγμένη -αλλά ετοιμάζεται να ξαναπαντρευτεί τον Ιούλιο- η Ερβό ζει προς το παρόν μια ήσυχη ζωή μακριά από το Παρίσι, στην εξοχή της Σολόν στην κοιλάδα του Λίγηρα, δηλώνει «ψυχο-οργανική αναλύτρια» και προσφέρει θεραπεία σε ζευγάρια και ενήλικες.

Εδώ και χρόνια, η 53χρονη μαντάμ Βαλερί κρατούσε το στόμα της κλειστό για όσα συνέβαιναν στην επιχείρησή της. Η πανδημία όμως την ανάγκασε να έχει κλειστό το «ναό» της και ο χρόνος τής περίσσευε. Έτσι αποφάσισε να γράψει ένα βιβλίο για το κλαμπ της που άνοιξε πριν από τρεις δεκαετίες, στις αρχές της δεκαετίας του 1990.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα On Time