FT: «Μάχη» για να σωθεί η τουριστική σεζόν στη νότια Ευρώπη, λόγω της μετάλλαξης «Δέλτα»
Οι χώρες πρέπει να ισορροπήσουν την υποδοχή ξένων επισκεπτών έναντι του κινδύνου μετάδοσης
Στο δυσάρεστο δίλημμα να αναγκάζονται να περιορίσουν τον ξένο τουρισμό ή διαφορετικά να διακινδυνεύσουν την ταχεία εξάπλωση της μετάλλαξης «Δέλτα», βρίσκονται οι χώρες της Νότιας Ευρώπης, ενώ οι οικονομολόγοι προειδοποιούν για άλλη μία –ούτως ή άλλως- απογοητευτική τουριστική σεζόν.
Όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα των «Financial Times», χώρες που εξαρτώνται από τον τουρισμό, όπως η Ισπανία, απέρριψαν το αίτημα της Γερμανίδας καγκελαρίου, Άνγκελα Μέρκελ, για μια συντονισμένη ανταπόκριση της ΕΕ για ταξιδιώτες από χώρες με υψηλά επίπεδα κρουσμάτων της εν λόγω μετάλλαξης, που εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην Ινδία.
«Η θυσία είναι ήδη εμφανής, με την Ελλάδα και την Ισπανία να λένε ότι είναι ανοιχτές σε όλους, ενώ η εξίσωση κόστους-οφέλους αντιμετωπίζεται σαφώς πολύ διαφορετικά στις χώρες της βόρειας Ευρώπης», σχολίασε στους FT η οικονομολόγος της Capital Economics, Τζέσικα Χίντς.
Αυτήν την εβδομάδα, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Μάλτα αυστηροποίησαν κάπως τους περιορισμούς για τους Βρετανούς τουρίστες.
Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, η Ιταλία ξεκίνησε να ζητάει από τους ταξιδιώτες του Ηνωμένου Βασιλείου να τίθενται σε καραντίνα για πέντε ημέρες. Όμως, μετά από την πτώση έως και 80% των εσόδων από τον κλάδο του τουρισμού πέρυσι, οι τουριστικές χώρες επιδιώκουν να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος.
Ο εισερχόμενος τουρισμός αντιπροσώπευε το 10% του ΑΕΠ στην Πορτογαλία και την Ελλάδα και σχεδόν το 6% στην Ισπανία το έτος πριν από την πανδημία, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ.
Αποδεικνύοντας την επιθυμία τους να προσελκύσουν τουρίστες, η Ισπανία και η Πορτογαλία κατήργησαν τον Μάιο τους περισσότερους περιορισμούς που προέβλεπαν τεστ και καραντίνα για τις αφίξεις από χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο. Η Ελλάδα έκανε το ίδιο για αφίξεις εμβολιασμένων τουριστών από 53 χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας, αναφέρουν οι «FT».
Έκτοτε, τόσο το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και η Ρωσία κατέγραψαν μεγάλη αύξηση στις λοιμώξεις που οφείλονται στη μετάλλαξη «Δέλτα».
Η McKinsey, από την άλλη, δεν είναι τόσο αισιόδοξη. Προβλέπει ότι τα συνολικά τουριστικά έσοδα στην Ισπανία και την Πορτογαλία θα είναι τα μισά σε σχέση με τα επίπεδα πριν από την πανδημία φέτος και θα ανακάμψουν πλήρως έως το 2024.
Εν τω μεταξύ, από σήμερα τίθεται σε εφαρμογή και επίσημα το ψηφιακό πιστοποιητικό εμβολιασμού της ΕΕ, το οποίο στοχεύει στη διευκόλυνση όσων έχουν εμβολιαστεί πλήρως, όσων φέρουν αρνητικό τεστ και όσων έχουν αναρρώσει από τον Covid-19 για να ταξιδεύουν εντός του μπλοκ των 27 χωρών.
Κανονικά, το Ηνωμένο Βασίλειο είναι η μεγαλύτερη πηγή επισκεπτών της Ισπανίας, αντιστοιχώντας σε 18 εκατομμύρια το 2019, σε σύγκριση με τα 11 εκατομμύρια από τη Γερμανία και τη Γαλλία.
Η ταχέως μεταβαλλόμενη κατάσταση έρχεται να περιπλέξει τα πράγματα, σχολιάζουν οι «FT».
Ενδεικτική είναι η τουριστική σχέση Βρετανίας- Ισπανίας η οποία ενισχύθηκε με την ανανέωση της ταξιδιωτικής λίστας της πρώτης συμπεριλαμβάνοντας στους «πράσινους» προορισμούς τις Βαλεαρίδες Νήσους.
Αργότερα, όμως, ο πρωθυπουργός της Ισπανίας, Πέδρο Σάντσεθ, επανέφερε τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς για τους Βρετανούς τουρίστες, απαιτώντας τους να είναι πλήρως εμβολιασμένοι ή να επιδεικνύουν αρνητικό τεστ PCR. Η κίνηση έπληξε τις τιμές των μετοχών των αεροπορικών εταιρειών, συμπεριλαμβανομένης της Ryanair και της easyJet.
Παράλληλα, οι μολύνσεις στις Βαλεαρίδες Νήσους έχουν ήδη αυξηθεί από τότε που χιλιάδες Ισπανοί μαθητές ταξίδεψαν εκεί για να γιορτάσουν το τέλος των εξετάσεών τους πριν από δύο εβδομάδες. Τουλάχιστον 850 από αυτούς έχουν εντοπιστεί θετικοί στον Covid-19.
Η αβεβαιότητα αυτή θα μπορούσε να αποτρέψει πολλούς στο Ηνωμένο Βασίλειο από το να ταξιδέψουν αυτό το καλοκαίρι, εκτιμάει ο διευθύνων σύμβουλος της European Tour Operators Association, Τομ Τζένκινς. «Η αστάθεια τόσο από την άποψη του επιδημιολογικού όσο και του πολιτικού κινδύνου σημαίνει ότι κάθε κράτηση είναι αβέβαιη», είπε.
Ένα παράδειγμα για το πόσο γρήγορα μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα ήρθε μετά την άρση των περιορισμών για τους Βρετανούς τουρίστες από την Πορτογαλία στις 17 Μαΐου, λίγο πριν η βρετανική κυβέρνηση προσθέσει τη χώρα στην «πράσινη λίστα» της.
Τρεις εβδομάδες μετά, το Ηνωμένο Βασίλειο απέσυρε την Πορτογαλία από τη λίστα, αναγκάζοντας πολλούς τουρίστες να επιστρέψουν νωρίς για να αποφύγουν την καραντίνα. Έκτοτε, μια αύξηση των λοιμώξεων έδωσε στην Πορτογαλία ένα από τα υψηλότερα επίπεδα Covid-19 της Ευρώπης, ωθώντας την να επιβάλει απαγορεύσεις το σαββατοκύριακο στα ταξίδια από και προς τη Λισαβόνα.
Μια εβδομάδα αργότερα, η Πορτογαλία δέχτηκε άλλο ένα «χτύπημα», από τη Γερμανία αυτή τη φορά, η οποία πρόσθεσε τη χώρα στη λίστα με τις «χώρες με μετάλλαξη του κοροναϊού». Πλέον μόνο άτομα με τη γερμανική υπηκοότητα ή μόνιμοι κάτοικοι Γερμανίας επιτρέπεται να εισέλθουν στη χώρα και είναι υποχρεωμένοι να παραμείνουν επί 14 ημέρες σε καραντίνα, ανεξαρτήτως του εάν είναι πλήρως εμβολιασμένοι ή έχουν νοσήσει και θεραπευτεί από τον Covid-19.
Όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα των «Financial Times», χώρες που εξαρτώνται από τον τουρισμό, όπως η Ισπανία, απέρριψαν το αίτημα της Γερμανίδας καγκελαρίου, Άνγκελα Μέρκελ, για μια συντονισμένη ανταπόκριση της ΕΕ για ταξιδιώτες από χώρες με υψηλά επίπεδα κρουσμάτων της εν λόγω μετάλλαξης, που εντοπίστηκε για πρώτη φορά στην Ινδία.
Η επίτευξη της σωστής ισορροπίας
Ωστόσο, οι οικονομολόγοι υποστηρίζουν ότι οι χώρες πρέπει να βρουν μια ισορροπία ανάμεσα στην πολιτική τους να υποδέχονται τουρίστες από χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ρωσία, όπου έχει εξαπλωθεί το εν λόγω στέλεχος, και στον κίνδυνο «απογείωσης» της μετάλλαξης «Δέλτα» στις χώρες τους.«Η θυσία είναι ήδη εμφανής, με την Ελλάδα και την Ισπανία να λένε ότι είναι ανοιχτές σε όλους, ενώ η εξίσωση κόστους-οφέλους αντιμετωπίζεται σαφώς πολύ διαφορετικά στις χώρες της βόρειας Ευρώπης», σχολίασε στους FT η οικονομολόγος της Capital Economics, Τζέσικα Χίντς.
Αυτήν την εβδομάδα, η Ισπανία, η Πορτογαλία και η Μάλτα αυστηροποίησαν κάπως τους περιορισμούς για τους Βρετανούς τουρίστες.
Νωρίτερα αυτόν τον μήνα, η Ιταλία ξεκίνησε να ζητάει από τους ταξιδιώτες του Ηνωμένου Βασιλείου να τίθενται σε καραντίνα για πέντε ημέρες. Όμως, μετά από την πτώση έως και 80% των εσόδων από τον κλάδο του τουρισμού πέρυσι, οι τουριστικές χώρες επιδιώκουν να ανακτήσουν το χαμένο έδαφος.
Ο εισερχόμενος τουρισμός αντιπροσώπευε το 10% του ΑΕΠ στην Πορτογαλία και την Ελλάδα και σχεδόν το 6% στην Ισπανία το έτος πριν από την πανδημία, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ.
Αποδεικνύοντας την επιθυμία τους να προσελκύσουν τουρίστες, η Ισπανία και η Πορτογαλία κατήργησαν τον Μάιο τους περισσότερους περιορισμούς που προέβλεπαν τεστ και καραντίνα για τις αφίξεις από χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο. Η Ελλάδα έκανε το ίδιο για αφίξεις εμβολιασμένων τουριστών από 53 χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας, αναφέρουν οι «FT».
Έκτοτε, τόσο το Ηνωμένο Βασίλειο όσο και η Ρωσία κατέγραψαν μεγάλη αύξηση στις λοιμώξεις που οφείλονται στη μετάλλαξη «Δέλτα».
Μειωμένες οι διανυκτερεύσεις – Ανάμεικτες οι προβλέψεις
Οι διανυκτερεύσεις στην ΕΕ εμφάνισαν πτώση 55% τον Ιούνιο συγκριτικά με τα επίπεδα προ-πανδημίας, σύμφωνα με την Oxford Economics, η οποία, ωστόσο, προβλέπει ότι η μείωση θα μπορούσε να περιοριστεί σε μόνο 25-15% τον Αύγουστο. Την ίδια ώρα, οι αναζητήσεις στην Google για διαμονή στην Ισπανία ανέκαμψαν στα επίπεδα του 2019.Η McKinsey, από την άλλη, δεν είναι τόσο αισιόδοξη. Προβλέπει ότι τα συνολικά τουριστικά έσοδα στην Ισπανία και την Πορτογαλία θα είναι τα μισά σε σχέση με τα επίπεδα πριν από την πανδημία φέτος και θα ανακάμψουν πλήρως έως το 2024.
Εν τω μεταξύ, από σήμερα τίθεται σε εφαρμογή και επίσημα το ψηφιακό πιστοποιητικό εμβολιασμού της ΕΕ, το οποίο στοχεύει στη διευκόλυνση όσων έχουν εμβολιαστεί πλήρως, όσων φέρουν αρνητικό τεστ και όσων έχουν αναρρώσει από τον Covid-19 για να ταξιδεύουν εντός του μπλοκ των 27 χωρών.
Στο επίκεντρο η Βρετανία
Ωστόσο, οι χώρες που εξαρτώνται από τον τουρισμό θέλουν επίσης να φιλοξενήσουν τουρίστες εκτός ΕΕ, κυρίως από τη Βρετανία.Κανονικά, το Ηνωμένο Βασίλειο είναι η μεγαλύτερη πηγή επισκεπτών της Ισπανίας, αντιστοιχώντας σε 18 εκατομμύρια το 2019, σε σύγκριση με τα 11 εκατομμύρια από τη Γερμανία και τη Γαλλία.
Η ταχέως μεταβαλλόμενη κατάσταση έρχεται να περιπλέξει τα πράγματα, σχολιάζουν οι «FT».
Ενδεικτική είναι η τουριστική σχέση Βρετανίας- Ισπανίας η οποία ενισχύθηκε με την ανανέωση της ταξιδιωτικής λίστας της πρώτης συμπεριλαμβάνοντας στους «πράσινους» προορισμούς τις Βαλεαρίδες Νήσους.
Αργότερα, όμως, ο πρωθυπουργός της Ισπανίας, Πέδρο Σάντσεθ, επανέφερε τους ταξιδιωτικούς περιορισμούς για τους Βρετανούς τουρίστες, απαιτώντας τους να είναι πλήρως εμβολιασμένοι ή να επιδεικνύουν αρνητικό τεστ PCR. Η κίνηση έπληξε τις τιμές των μετοχών των αεροπορικών εταιρειών, συμπεριλαμβανομένης της Ryanair και της easyJet.
Παράλληλα, οι μολύνσεις στις Βαλεαρίδες Νήσους έχουν ήδη αυξηθεί από τότε που χιλιάδες Ισπανοί μαθητές ταξίδεψαν εκεί για να γιορτάσουν το τέλος των εξετάσεών τους πριν από δύο εβδομάδες. Τουλάχιστον 850 από αυτούς έχουν εντοπιστεί θετικοί στον Covid-19.
Η αβεβαιότητα αυτή θα μπορούσε να αποτρέψει πολλούς στο Ηνωμένο Βασίλειο από το να ταξιδέψουν αυτό το καλοκαίρι, εκτιμάει ο διευθύνων σύμβουλος της European Tour Operators Association, Τομ Τζένκινς. «Η αστάθεια τόσο από την άποψη του επιδημιολογικού όσο και του πολιτικού κινδύνου σημαίνει ότι κάθε κράτηση είναι αβέβαιη», είπε.
Ένα παράδειγμα για το πόσο γρήγορα μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα ήρθε μετά την άρση των περιορισμών για τους Βρετανούς τουρίστες από την Πορτογαλία στις 17 Μαΐου, λίγο πριν η βρετανική κυβέρνηση προσθέσει τη χώρα στην «πράσινη λίστα» της.
Τρεις εβδομάδες μετά, το Ηνωμένο Βασίλειο απέσυρε την Πορτογαλία από τη λίστα, αναγκάζοντας πολλούς τουρίστες να επιστρέψουν νωρίς για να αποφύγουν την καραντίνα. Έκτοτε, μια αύξηση των λοιμώξεων έδωσε στην Πορτογαλία ένα από τα υψηλότερα επίπεδα Covid-19 της Ευρώπης, ωθώντας την να επιβάλει απαγορεύσεις το σαββατοκύριακο στα ταξίδια από και προς τη Λισαβόνα.
Μια εβδομάδα αργότερα, η Πορτογαλία δέχτηκε άλλο ένα «χτύπημα», από τη Γερμανία αυτή τη φορά, η οποία πρόσθεσε τη χώρα στη λίστα με τις «χώρες με μετάλλαξη του κοροναϊού». Πλέον μόνο άτομα με τη γερμανική υπηκοότητα ή μόνιμοι κάτοικοι Γερμανίας επιτρέπεται να εισέλθουν στη χώρα και είναι υποχρεωμένοι να παραμείνουν επί 14 ημέρες σε καραντίνα, ανεξαρτήτως του εάν είναι πλήρως εμβολιασμένοι ή έχουν νοσήσει και θεραπευτεί από τον Covid-19.