ΗΠΑ - Γερμανία: «Αγκάθια» στις σχέσεις των δύο χωρών, καθώς η Μέρκελ επισκέπτεται τον Λευκό Οίκο
Ο αγωγός Nord Stream 2 στο επίκεντρο της συνάντησης με τον Μπάιντεν
Η Γερμανίδα καγκελάριος, Άνγκελα Μέρκελ, επισκέπτεται την Ουάσινγκτον την Πέμπτη, για τελευταία φορά στη μακρόχρονη θητεία της στο αξίωμα, με τους δεσμούς ΗΠΑ-Γερμανίας να βρίσκονται σε ιστορικό σημείο, στη μετά-Τραμπ και μετά-Brexit εποχή.
Δεν υπάρχουν ενδείξεις για μια εύκολη επίλυση της αμερικανο-γερμανικής αντιπαράθεσης για τον αγωγό, ο οποίος είναι κατά περισσότερο από 90% ολοκληρωμένος και σύντομα θα διπλασιάσει την ικανότητα της υφιστάμενης υποθαλάσσιας μεταφοράς φυσικού αερίου από τη Ρωσία στην Ευρώπη.
Η Γερμανία συνεχίζει να πιέζει για την ταχεία ολοκλήρωση του έργου. Οι ΗΠΑ τον Μάιο παραιτήθηκαν από τις κυρώσεις που είχαν επιβάλει στην εταιρεία που βρίσκεται πίσω από τον αγωγό, τη ρωσική Gazprom, πράγμα που σημαίνει ότι απομένουν ακόμη δύο μήνες για να επιλυθεί η διαφορά πριν από τις γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου.
Ο Μπάιντεν (αλλά και ο Τραμπ πριν από αυτόν) βλέπει το ζήτημα με γεωπολιτικούς όρους, φοβούμενος ότι η Μόσχα θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τον αγωγό 1.230 χιλιομέτρων ως μοχλό για την αποδυνάμωση των κρατών της ΕΕ, αυξάνοντας την εξάρτησή τους από το Κρεμλίνο.
Χωρίς καμία πλευρά να υποχωρεί στο θέμα του Nord Stream, το ζήτημα των πατεντών θα μπορούσε να αναχθεί σε μια μακροχρόνια διμερή πληγή. Τούτου λεχθέντος, ο Μπάιντεν αναθάρρησε τον περασμένο μήνα μετά από σχόλια του υποψηφίου για την καγκελαρία από το κόμμα της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης της Μέρκελ, Άρμιν Λάσετ, ο οποίος είπε ότι η Γερμανία θα μπορούσε να σταματήσει τη ροή αερίου μέσω του αγωγού εάν η Μόσχα παραβιάσει τους όρους της συμφωνίας ή τον χρησιμοποιήσει για να ασκήσει πίεση στην Ουκρανία.
Όσον αφορά το εμπόριο, για παράδειγμα, ο Τραμπ είχε χαρακτηρίσει τη Γερμανία «πολύ κακή», λόγω του σημαντικού εμπορικού της πλεονάσματος, και είχε επικρίνει την αποτυχία του Βερολίνου να δαπανήσει το 2% του ΑΕΠ της στις αμυντικές δαπάνες, ποσοστό – στόχο που θέτει το ΝΑΤΟ.
Αυτά παραμένουν βασικά ζητήματα και για τον Μπάιντεν, αλλά τελικά υποτάσσονται στον ευρύτερο στρατηγικό του στόχο να επαναπροσδιορίσει τη Δυτική συμμαχία.
Η Μέρκελ είναι, όπως και ο Χέλμουτ Κολ, ο οποίος υπηρέτησε επίσης περίπου 16 χρόνια στο αξίωμα, η μακροβιότερη καγκελάριος μετά τον Όττο φον Μπίσμαρκ, ο οποίος υπηρέτησε για σχεδόν δύο δεκαετίες από το 1871-90, σε μια περίοδο κατά την οποία αποτέλεσε κυρίαρχη δύναμη στις ευρωπαϊκές υποθέσεις, έχοντας προηγουμένως συμβάλει στην ενοποίηση της Γερμανίας. Ενώ η κληρονομιά της Μέρκελ είναι πολύ διαφορετική από εκείνη του Μπίσμαρκ, η πρώτη υπήρξε ίσως η σημαντικότερη πολιτική ηγέτης στην ηπειρωτική Ευρώπη.
Έτσι, ο Μπάιντεν θα κάνει ό, τι μπορεί για να σταθεροποιήσει τις διμερείς σχέσεις πριν η Μέρκελ αποχωρήσει από το αξίωμα, το φθινόπωρο, δεδομένου και ότι στη μετα-Brexit εποχή, ο πρόεδρος των ΗΠΑ βλέπει το Βερολίνο και το Παρίσι ως όλο και πιο σημαντικά σημεία σταθερότητας στη διατλαντική σχέση.
Τι απειλεί τις διμερείς σχέσεις
Όπως υπογραμμίζει ο αναλυτής του Arab News και ακαδημαϊκός του LSE, Άντριου Χάμοντ, το κλίμα στη συνάντηση αυτής της εβδομάδας αναμένεται να είναι πιο ζεστό από ό,τι στα προηγούμενα ταξίδια της Γερμανίδας καγκελαρίου τα τελευταία πέντε χρόνια, (κατά τα οποία συναντούσε τον Ντόναλντ Τραμπ), αλλά ένα μεγάλο ζήτημα απειλεί την πλήρη συμφιλίωση μεταξύ των δύο δυνάμεων: αυτό είναι ο αγωγός Nord Stream 2, ύψους 11 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν, βλέπει ως εμπόδιο στον στόχο του για επανένωση της Δύσης στη μετά Τραμπ εποχή, δεδομένων των διαφορετικών οπτικών που κρύβει για τη μελλοντική σχέση μεταξύ της συμμαχίας ΝΑΤΟ-G7 και της Ρωσίας.Δεν υπάρχουν ενδείξεις για μια εύκολη επίλυση της αμερικανο-γερμανικής αντιπαράθεσης για τον αγωγό, ο οποίος είναι κατά περισσότερο από 90% ολοκληρωμένος και σύντομα θα διπλασιάσει την ικανότητα της υφιστάμενης υποθαλάσσιας μεταφοράς φυσικού αερίου από τη Ρωσία στην Ευρώπη.
Η Γερμανία συνεχίζει να πιέζει για την ταχεία ολοκλήρωση του έργου. Οι ΗΠΑ τον Μάιο παραιτήθηκαν από τις κυρώσεις που είχαν επιβάλει στην εταιρεία που βρίσκεται πίσω από τον αγωγό, τη ρωσική Gazprom, πράγμα που σημαίνει ότι απομένουν ακόμη δύο μήνες για να επιλυθεί η διαφορά πριν από τις γερμανικές εκλογές του Σεπτεμβρίου.
Ο Μπάιντεν (αλλά και ο Τραμπ πριν από αυτόν) βλέπει το ζήτημα με γεωπολιτικούς όρους, φοβούμενος ότι η Μόσχα θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει τον αγωγό 1.230 χιλιομέτρων ως μοχλό για την αποδυνάμωση των κρατών της ΕΕ, αυξάνοντας την εξάρτησή τους από το Κρεμλίνο.
Άλλα σημεία έντασης
Ωστόσο, το ζήτημα Nord Stream δεν είναι το μόνο που χωρίζει τους δύο ηγέτες. Ένα άλλο σημείο έντασης είναι η κατάργηση των πατεντών στα εμβόλια για τον κοροναϊό που προτείνουν οι ΗΠΑ, κάτι που η Ουάσινγκτον πιστεύει ότι θα βοηθήσει να διοχετευτούν ταχύτερα εμβόλια προς τον αναπτυσσόμενο κόσμο. Η Γερμανία βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της διεθνούς αντίστασης σε αυτό το σχέδιο και επιμένει ότι ένα τέτοιο μέτρο δεν θα κάνει πολλά, αν όχι τίποτα, για την ενίσχυση της προσφοράς εμβολίων.Χωρίς καμία πλευρά να υποχωρεί στο θέμα του Nord Stream, το ζήτημα των πατεντών θα μπορούσε να αναχθεί σε μια μακροχρόνια διμερή πληγή. Τούτου λεχθέντος, ο Μπάιντεν αναθάρρησε τον περασμένο μήνα μετά από σχόλια του υποψηφίου για την καγκελαρία από το κόμμα της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης της Μέρκελ, Άρμιν Λάσετ, ο οποίος είπε ότι η Γερμανία θα μπορούσε να σταματήσει τη ροή αερίου μέσω του αγωγού εάν η Μόσχα παραβιάσει τους όρους της συμφωνίας ή τον χρησιμοποιήσει για να ασκήσει πίεση στην Ουκρανία.
Ο Μπάιντεν έχει ρίξει τους τόνους
Στη σύνοδο κορυφής αυτής της εβδομάδας, το καλύτερο που μπορούν να ελπίζουν οι Μπάιντεν και Μέρκελ είναι να συμφωνήσουν ότι διαφωνούν στο ζήτημα του Nord Stream. Ο Μπάιντεν έχει ρίξει τους τόνους, τουλάχιστον δημόσια, για πολλά μακροχρόνια ζητήματα στις διμερείς σχέσεις με τη Γερμανία, ειδικά αναφορικά με το εμπόριο και τις αμυντικές δαπάνες, ζητήματα που είχε θέσει ως προτεραιότητα ο Τραμπ.Όσον αφορά το εμπόριο, για παράδειγμα, ο Τραμπ είχε χαρακτηρίσει τη Γερμανία «πολύ κακή», λόγω του σημαντικού εμπορικού της πλεονάσματος, και είχε επικρίνει την αποτυχία του Βερολίνου να δαπανήσει το 2% του ΑΕΠ της στις αμυντικές δαπάνες, ποσοστό – στόχο που θέτει το ΝΑΤΟ.
Αυτά παραμένουν βασικά ζητήματα και για τον Μπάιντεν, αλλά τελικά υποτάσσονται στον ευρύτερο στρατηγικό του στόχο να επαναπροσδιορίσει τη Δυτική συμμαχία.
«Κλειδί» η σταθεροποίηση
Μάλιστα, ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ μπορεί να καταραστεί την τύχη του να συμπίπτει η θητεία του με το τέλος της Μέρκελ, καθώς η τελευταία θα μπορούσε να αποτελέσει βασικό παράγοντα για την ενεργοποίηση αυτής της αποστολής.Η Μέρκελ είναι, όπως και ο Χέλμουτ Κολ, ο οποίος υπηρέτησε επίσης περίπου 16 χρόνια στο αξίωμα, η μακροβιότερη καγκελάριος μετά τον Όττο φον Μπίσμαρκ, ο οποίος υπηρέτησε για σχεδόν δύο δεκαετίες από το 1871-90, σε μια περίοδο κατά την οποία αποτέλεσε κυρίαρχη δύναμη στις ευρωπαϊκές υποθέσεις, έχοντας προηγουμένως συμβάλει στην ενοποίηση της Γερμανίας. Ενώ η κληρονομιά της Μέρκελ είναι πολύ διαφορετική από εκείνη του Μπίσμαρκ, η πρώτη υπήρξε ίσως η σημαντικότερη πολιτική ηγέτης στην ηπειρωτική Ευρώπη.
Έτσι, ο Μπάιντεν θα κάνει ό, τι μπορεί για να σταθεροποιήσει τις διμερείς σχέσεις πριν η Μέρκελ αποχωρήσει από το αξίωμα, το φθινόπωρο, δεδομένου και ότι στη μετα-Brexit εποχή, ο πρόεδρος των ΗΠΑ βλέπει το Βερολίνο και το Παρίσι ως όλο και πιο σημαντικά σημεία σταθερότητας στη διατλαντική σχέση.