Η διστακτικότητα ή η άρνηση να κάνει κάποιος το εμβόλιο κατά του κοροναϊού μπορεί να σχετίζεται και με την ύπαρξη τραυματικών εμπειριών από την παιδική ηλικία του, όπως παραμέληση ή εγκατάλειψη από τους γονείς του, ενδοοικογενειακή βία ή κατάχρηση ουσιών στο οικογενειακό περιβάλλον, σύμφωνα με βρετανική επιστημονική μελέτη.

Οι άνθρωποι με παιδικά τραύματα εμφανίζουν έως τρεις φορές μεγαλύτερη αρνητικότητα απέναντι στα εμβόλια σε σχέση με όσους δεν είχαν τέτοιες εμπειρίες ως παιδιά.

Με 2.285 ανθρώπους

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Μαρκ Μπέλις του ουαλικού Πανεπιστημίου Μπάνγκορ, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό «BMJ Open», ανέλυσαν στοιχεία για 2.285 ανθρώπους, που κλήθηκαν να απαντήσουν σχετικά με το παρελθόν τους, καθώς και με τις τωρινές απόψεις τους για τα εμβόλια και τον βαθμό εμπιστοσύνης τους στις σχετικές υγειονομικές και επιστημονικές πληροφορίες.

Τα τραύματα

Οι μισοί (52%) δεν ανέφεραν κάποιο παιδικό ψυχικό τραύμα, ενώ οι υπόλοιποι είχαν βιώσει ένα ή περισσότερα πριν την ηλικία των 18 ετών, όπως σωματική, λεκτική ή σεξουαλική βία, χωρισμό γονέων, έκθεση σε ενδοοικογενειακή βία, διαβίωση σε οικογένεια με μέλος που είχε σοβαρή ψυχική νόσο, όπου γινόταν κατάχρηση ουσιών (αλκοόλ, ναρκωτικών κ.ά.) ή όπου ένας γονιός είχε φυλακιστεί. Περίπου το 20% (ο ένας στους πέντε) είχε ένα παιδικό τραύμα, το 17% (ο ένας στους έξι) ανέφερε δύο έως τρία, ενώ το 10% (ο ένας στους δέκα) τέσσερα ή περισσότερα.