Σε γραμμή Νταβούτογλου ο Ερντογάν - Αναζητά συμμαχίες για να σπάσει την απομόνωσή του
Μετά τις αποτυχίες της πολιτικής του και την διεθνή απομόνωση του, όταν Ταγίπ Ερντογάν προσπαθεί να «καλοπιάσει» στους γείτονες του
Η Ελλάδα έχει σήμερα απέναντί της μια Τουρκία που, σε συνδυασμό με μια ακραία επιθετική ρητορική της απέναντι στην Ελλάδα, επιχειρεί μια «νέα» πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο. Η προσπάθεια της Άγκυρας αποσκοπεί στο να αλλάξει, κατά το δυνατόν, «ισορροπίες» που δεν είναι καθόλου ευνοϊκές για την τουρκική πλευρά τα τελευταία χρόνια. Οι νεο-οθωμανικές πολιτικές του ισλαμικού καθεστώτος Ερντογάν και η στενή συνεργασία του με τον ISIS και τους Αδελφούς Μουσουλμάνους στην Εγγύς Ανατολή επί μια 20ετία είχαν τις συνέπειές τους για την Άγκυρα. Από τη θεωρία του καθηγητή Νταβούτογλου περί των «μηδενικών προβλημάτων» της Τουρκίας με τους γείτονές της, ο Ερντογάν πορεύθηκε «αυτοκρατορικά» και, με σημαία το ριζοσπαστικό Ισλάμ, πέτυχε τελικώς το ακριβώς αντίθετο: Περικυκλώθηκε στη Μέση Ανατολή από εχθρούς, οι οποίοι, μάλιστα, διατηρούν στενούς στρατηγικούς δεσμούς με τη Δύση και οδηγήθηκαν σε συμμαχίες με την Ελλάδα και την Κύπρο.
Σήμερα, ο Τούρκος «σουλτάνος» φαίνεται να αντιλαμβάνεται ότι οι επιθετικές κινήσεις του για την ανάδειξη της Τουρκίας σε «με το ζόρι αφεντικό» της Μεσογείου, με το θεώρημα της «γαλάζιας πατρίδας», δεν έφεραν τα αναμενόμενα από αυτόν αποτελέσματα. Με πολλά πλέον ανοικτά μέτωπα της Τουρκίας στην Εγγύς Ανατολή, με σχέσεις πάντα «προβληματικές» με την Ουάσινγκτον, με όλο και πιο δύσκολες τις ακροβασίες της μεταξύ Μόσχας και ΗΠΑ - ΝΑΤΟ και με δύσκολα «μπλεξίματά» της σε επικίνδυνες υποθέσεις, όπως το Ουκρανικό, ο αρχηγός του τουρκικού ισλαμισμού, Ταγίπ Ερντογάν, προσπαθεί να αλλάξει το κακό «κλίμα» που υπάρχει γι’ αυτόν από καιρό στη Μέση Ανατολή. Στην προσπάθειά του αυτή, εμφανίζεται διατεθειμένος να «θυσιάσει» και σχέσεις του, με το ριζοσπαστικό Ισλάμ και τους Αδελφούς Μουσουλμάνους.
Η Αθήνα έχει κάθε λόγο να παρακολουθεί στενά τις κινήσεις της Άγκυρας, που αγγίζουν το συμμαχικό πλέγμα της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο και στόχο έχουν να μειώσουν την ισχύ των συμφωνιών της χώρας μας στην περιοχή. Η «αναθεωρητική» πολιτική της νεο-οθωμανικής Τουρκίας του Ερντογάν είναι σταθερά έως και εμμονικά δεμένη με την εκτίμηση ότι ο άξονας Ελλάδας - Κύπρου αποτελεί το παρεμβαλλόμενο μέγα εμπόδιο στα φιλόδοξα στρατηγικά σχέδιά της σε μια ευρεία περιοχή από τα Βαλκάνια έως και την Ανατολική Μεσόγειο. Και, ακόμα περισσότερο, Αθήνα και Λευκωσία «χαλάνε» τις σχέσεις που θα ήθελε να αναπτύξει ο ισλαμιστής Ερντογάν με την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ουάσινγκτον και επιπλέον προκαλούν ζημιές στην «καλή εικόνα» της Τουρκίας που αυτός προσπαθεί να πλασάρει στη διεθνή σκηνή.
Η ελληνική διπλωματία, με σταθερή την πίστη στις συμμαχίες της στη Μέση Ανατολή, σε στενή επαφή με το Ισραήλ, ετοιμάζεται (τούτη τη φορά πιο εντατικά) να «ανεβάσει ταχύτητες». Η Αθήνα, που είδε προ ημερών το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Φόρεϊν Οφις να αποδοκιμάζουν ευθέως τις νομικά αστήρικτες δηλώσεις του ανεκδιήγητου κ. Τσαβούσογλου για αμφισβήτηση της κυριαρχίας των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, έχει τώρα τις εξής επιδιώξεις, όπως βεβαιώνουν διπλωματικοί κύκλοι: Να κινηθεί οργανωμένα στους κόλπους του Συμβουλίου Ασφαλείας για πλήρη αναγνώριση υπέρ της Ελλάδας των όσων προβλέπει το άρθρο 51 του Χάρτη του ΟΗΕ για το δικαίωμα άμυνας μιας απειλούμενης χώρας, ώστε να καούν οριστικά τα περί «αποστρατιωτικοποίησης» τουρκικά λόγια. Και, επίσης, να θέσει πολιτικό θέμα στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε., προκειμένου να αναδείξει ότι μια χώρα του ΝΑΤΟ, η Τουρκία, εμφανίζεται να μην αναγνωρίζει την κυριαρχία εδαφών μιας ευρωπαϊκής χώρας-μέλους της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, την οποία και απειλεί με πόλεμο, ενώ επιπλέον συνεχίζει να διατηρεί στρατεύματα σε τρίτη ανεξάρτητη χώρα, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Στη γραμμή αυτή, η Αθήνα σχεδιάζει να επανέλθει και στην υπόθεση της επιβολής κυρώσεων της Ε.Ε. για την Τουρκία - ένα ζήτημα στο οποίο η Αθήνα έχει «χαλαρώσει». Και θα συνδέσει αυτό το θέμα με τη συζήτηση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, που υποστηρίζουν Ευρωπαίοι εταίροι λόγω του Ουκρανικού. Πέρα από αυτό, η κυβέρνηση προτίθεται να θέσει στην Ε.Ε. την περίπτωση του άρθρου 42 παρ. 7 της Συνθήκης της Ε.Ε., που κατοχυρώνει τις θεσμικές εγγυήσεις ενεργοποίησης της ρήτρας «Αμοιβαίας Άμυνας», όταν απειλείται κράτος-μέλος της Ε.E.
Σήμερα, ο Τούρκος «σουλτάνος» φαίνεται να αντιλαμβάνεται ότι οι επιθετικές κινήσεις του για την ανάδειξη της Τουρκίας σε «με το ζόρι αφεντικό» της Μεσογείου, με το θεώρημα της «γαλάζιας πατρίδας», δεν έφεραν τα αναμενόμενα από αυτόν αποτελέσματα. Με πολλά πλέον ανοικτά μέτωπα της Τουρκίας στην Εγγύς Ανατολή, με σχέσεις πάντα «προβληματικές» με την Ουάσινγκτον, με όλο και πιο δύσκολες τις ακροβασίες της μεταξύ Μόσχας και ΗΠΑ - ΝΑΤΟ και με δύσκολα «μπλεξίματά» της σε επικίνδυνες υποθέσεις, όπως το Ουκρανικό, ο αρχηγός του τουρκικού ισλαμισμού, Ταγίπ Ερντογάν, προσπαθεί να αλλάξει το κακό «κλίμα» που υπάρχει γι’ αυτόν από καιρό στη Μέση Ανατολή. Στην προσπάθειά του αυτή, εμφανίζεται διατεθειμένος να «θυσιάσει» και σχέσεις του, με το ριζοσπαστικό Ισλάμ και τους Αδελφούς Μουσουλμάνους.
Η Αθήνα έχει κάθε λόγο να παρακολουθεί στενά τις κινήσεις της Άγκυρας, που αγγίζουν το συμμαχικό πλέγμα της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο και στόχο έχουν να μειώσουν την ισχύ των συμφωνιών της χώρας μας στην περιοχή. Η «αναθεωρητική» πολιτική της νεο-οθωμανικής Τουρκίας του Ερντογάν είναι σταθερά έως και εμμονικά δεμένη με την εκτίμηση ότι ο άξονας Ελλάδας - Κύπρου αποτελεί το παρεμβαλλόμενο μέγα εμπόδιο στα φιλόδοξα στρατηγικά σχέδιά της σε μια ευρεία περιοχή από τα Βαλκάνια έως και την Ανατολική Μεσόγειο. Και, ακόμα περισσότερο, Αθήνα και Λευκωσία «χαλάνε» τις σχέσεις που θα ήθελε να αναπτύξει ο ισλαμιστής Ερντογάν με την Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ουάσινγκτον και επιπλέον προκαλούν ζημιές στην «καλή εικόνα» της Τουρκίας που αυτός προσπαθεί να πλασάρει στη διεθνή σκηνή.
Τα στρατηγικά πλεονεκτήματα της Ελλάδας σε Δύση και Μέση Ανατολή, η προσφυγή στο Συμβούλιο Ασφάλειας του ΟΗΕ και το ΝΑΤΟ
«Αλλαγή τοπίου»
Η Άγκυρα δεν κατάφερε να αποτρέψει τη στρατηγική αναβάθμιση της Ελλάδας στα Βαλκάνια και στη γραμμή Στενών - Σουέζ δεν μπόρεσε να «διώξει» την Ελλάδα από την Ανατολική Μεσόγειο, δεν μπόρεσε να εμποδίσει τις συμμαχίες της Κυπριακής Δημοκρατίας με το Ισραήλ και την Αίγυπτο και τώρα ξεκινά την προσπάθειά της για μια υπέρ της Άγκυρας «αλλαγή τοπίου» στη μεσανατολική περιοχή της «περικύκλωσής» της.Η ελληνική διπλωματία, με σταθερή την πίστη στις συμμαχίες της στη Μέση Ανατολή, σε στενή επαφή με το Ισραήλ, ετοιμάζεται (τούτη τη φορά πιο εντατικά) να «ανεβάσει ταχύτητες». Η Αθήνα, που είδε προ ημερών το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Φόρεϊν Οφις να αποδοκιμάζουν ευθέως τις νομικά αστήρικτες δηλώσεις του ανεκδιήγητου κ. Τσαβούσογλου για αμφισβήτηση της κυριαρχίας των ελληνικών νησιών του Ανατολικού Αιγαίου, έχει τώρα τις εξής επιδιώξεις, όπως βεβαιώνουν διπλωματικοί κύκλοι: Να κινηθεί οργανωμένα στους κόλπους του Συμβουλίου Ασφαλείας για πλήρη αναγνώριση υπέρ της Ελλάδας των όσων προβλέπει το άρθρο 51 του Χάρτη του ΟΗΕ για το δικαίωμα άμυνας μιας απειλούμενης χώρας, ώστε να καούν οριστικά τα περί «αποστρατιωτικοποίησης» τουρκικά λόγια. Και, επίσης, να θέσει πολιτικό θέμα στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε., προκειμένου να αναδείξει ότι μια χώρα του ΝΑΤΟ, η Τουρκία, εμφανίζεται να μην αναγνωρίζει την κυριαρχία εδαφών μιας ευρωπαϊκής χώρας-μέλους της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ, την οποία και απειλεί με πόλεμο, ενώ επιπλέον συνεχίζει να διατηρεί στρατεύματα σε τρίτη ανεξάρτητη χώρα, μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η ελληνική διπλωματία, με σταθερή την πίστη στις συμμαχίες της στη Μέση Ανατολή, σε στενή επαφή με το Ισραήλ, ετοιμάζεται (τούτη τη φορά πιο εντατικά) να «ανεβάσει ταχύτητες»
Στη γραμμή αυτή, η Αθήνα σχεδιάζει να επανέλθει και στην υπόθεση της επιβολής κυρώσεων της Ε.Ε. για την Τουρκία - ένα ζήτημα στο οποίο η Αθήνα έχει «χαλαρώσει». Και θα συνδέσει αυτό το θέμα με τη συζήτηση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, που υποστηρίζουν Ευρωπαίοι εταίροι λόγω του Ουκρανικού. Πέρα από αυτό, η κυβέρνηση προτίθεται να θέσει στην Ε.Ε. την περίπτωση του άρθρου 42 παρ. 7 της Συνθήκης της Ε.Ε., που κατοχυρώνει τις θεσμικές εγγυήσεις ενεργοποίησης της ρήτρας «Αμοιβαίας Άμυνας», όταν απειλείται κράτος-μέλος της Ε.E.