Πυρηνικά καταφύγια σπεύδουν να αγοράσουν οι Αμερικανοί, φοβούμενοι μία περαιτέρω κλιμάκωση της ουκρανικής κρίσης, σύμφωνα με τον Guardian. Ειδικότερα η βρετανική εφημερίδα συνομίλησε με τον Γκάρι Λιντς, διευθύνοντα σύμβουλο της εταιρείας Rising S στο Τέξας που κατασκευάζει, παραδίδει και θάβει καταφύγια σε αυλές σπιτιών.

Πρόκειται για καταφύγια που δεν είναι παρά κουτιά από παχύ ατσάλι, που συναρμολογούνται σαν παιδικά τουβλάκια, ενώ μπορούν να κατασκευαστούν σε όποιο μέγεθος επιθυμεί ο πελάτης ανάλογα και με την «τσέπη» του.

Συγκεκριμένα ο Λιντς δήλωσε στον Guardian ότι οι πωλήσεις έχουν αυξηθεί κατά 1000% από το 2018 μέχρι σήμερα, εξαιτίας του φόβου που προκάλεσαν στους πολίτες η πανδημία, οι κοινωνικές ταραχές, η κλιματική αλλαγή και, φυσικά, ο πόλεμος στην Ουκρανία.

«Στη διάρκεια του τελευταίου μήνα, κανονικά θα έπρεπε να είχαμε λιγότερα από 100 αιτήματα. Τελικά ήρθαν περισσότερα από 3.000», τόνισε ο ίδιος.Τον Φεβρουάριο πούλησε πέντε καταφύγια σε μια μέρα, με τις τιμές να κυμαίνονται από τα $70.000 έως τα $240.000.


Ελάχιστα τα δημόσια καταφύγια στις ΗΠΑ

Μπαίνοντας στον δεύτερο μήνα του πολέμου στην Ουκρανία, έχουμε πάψει πια να αντιμετωπίζουμε τα καταφύγια ως μια εικόνα από το παρελθόν. Η Ουκρανία διαθέτει τουλάχιστον 5.000 προσβάσιμα καταφύγια για την περίπτωση βομβαρδισμών, πολλά εκ των οποίων αναβαθμίστηκαν μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014. Στις ΗΠΑ, από την άλλη, τα δημόσια καταφύγια είναι ελάχιστα. Αιτία για αυτό, το γεγονός ότι στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου η Σοβιετική Ένωση επένδυσε σημαντικά κεφάλαια στις υποδομές προστασίας των αμάχων, ενώ οι ΗΠΑ μετατόπισαν την ευθύνη και το κόστος στους ίδιους τους πολίτες.

Ο Λιντς υποστηρίζει ότι ορισμένοι πελάτες αγοράζουν εξαιτίας του πανικού. «Είναι σίγουρο ότι αυτή τη στιγμή σε όλο τον κόσμο αρκετές οικογένειες συζητούν ότι έχουν ανάγκη από ένα οχυρό καταφύγιο», παρατηρεί. «Όμως στο παρελθόν έχουμε αποστείλει καταφύγια και στην Ουκρανία, τα οποία είμαι σίγουρος ότι χρησιμοποιούνται αυτή τη στιγμή».

‘Εκρηξη στις αγορές καταφυγίων

Αντίστοιχη κίνηση διαπιστώνουν και άλλες εταιρείες κατασκευής καταφυγίων. Σύμφωνα με τον Guardian, η ιταλική Minus Energie, η οποία είχε εγκαταστήσει συνολικά 50 καταφύγια στη διάρκεια των τελευταίων 20 ετών, έλαβε 500 αιτήματα στο διάστημα που έχει μεσολαβήσει από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχει εκδηλωθεί για τα καταφύγια που θα μπορούσαν να παρέχουν προστασία σε περίπτωση πυρηνικής έκρηξης. Ο Τζον Ράμεϊ, ιδρυτής της ιστοσελίδας The Prepared, που εστιάζει στην προετοιμασία για τέτοιου είδους έκτακτες συνθήκες, αναφέρει ότι οι αναγνώστες του πολλαπλασιάστηκαν τις τελευταίες εβδομάδες. «Οι περισσότεροι φτάνουν στην ιστοσελίδα μέσα από λέξεις-κλειδιά όπως “πυρηνικός”, “ιώδιο” και “δηλητηρίαση από ραδιενέργεια».

Οι αμερικανικοί φόβοι

Δεν πρόκειται για έναν φόβο που γεννήθηκε χθες. Έρευνα του National Geographic που δημοσιεύτηκε το 2012 είχε διαπιστώσει ότι το 62% των Αμερικανών πίστευαν ότι ο πλανήτης θα έρθει αντιμέτωπος με μια μεγάλη καταστροφή εντός των επόμενων 20 ετών. Ένα 40% εκτιμούσε ότι η αποθήκευση προμηθειών και η οικοδόμηση ενός καταφυγίου ήταν καλύτερη επένδυση από την αποταμίευση για τα χρόνια της σύνταξης. Μεταξύ του 2017 και του 2025, η παγκόσμια αγορά της «διαχείρισης περιστατικών και έκτακτων αναγκών» αναμένεται να απογειωθεί από τα $75,5 δισ. στα $423 δισ. Και ο αριθμός των ανθρώπων που αγοράζουν προμήθειες έκτακτης ανάγκης διπλασιάστηκε μεταξύ του 2020 και του 2021. Εκείνοι που αγοράζουν τις περισσότερες προμήθειες είναι οι millennials, οι οποίοι δηλώνουν σε ποσοστό 77,7% είτε ότι έχουν κάποιου είδους απόθεμα, είτε ότι έχουν προχωρήσει σε τέτοιες κινήσεις στη διάρκεια των 12 τελευταίων μηνών.

Οι «Ανθεκτικοί» και οι «Εξαιρετικά Ανθεκτικοί Πολίτες»

Ο Δρ. Κρις Έλις, αξιοποιεί τα δεδομένα της Εθνικής Έρευνας Νοικοκυριών για να εκτιμήσει το ποσοστό του πληθυσμού που αποκαλεί «Ανθεκτικούς Πολίτες». Πρόκειται για τους Αμερικανούς που θα μπορούσαν να επιβιώσουν επί 31 ή περισσότερες ημέρες χωρίς διαθέσιμο νερό, ρεύμα, καύσιμα ή τρόφιμα. Βάσει της πιο πρόσφατης έρευνάς του, δήλωσε στον Guardian ότι από το 2017 έως το 2020 σημειώθηκε αύξηση αυτών των πολιτών, από το 3,8% στο 5,8%. Ίσως πιο εντυπωσιακή, όμως, είναι η αύξηση των «Εξαιρετικά Ανθεκτικών Πολιτών», που μπορούν να επιβιώσουν επί 97 ή περισσότερες ημέρες χωρίς βοήθεια: από το 1,1% του πληθυσμού, αγγίζουν πια το 2,6% στο ίδιο διάστημα.

Και το πιθανότερο είναι αυτοί οι αριθμοί να γνωρίσουν νέα αύξηση, καθώς οι απειλές συνεχίζουν να αυξάνονται. Στην Ουκρανία, τα καταφύγια παρέχουν κάποιο βαθμό προστασίας από τις ρωσικές βόμβες, αν και όχι πάντα. Μόλις πριν από μερικές εβδομάδες, το Θέατρο της Μαριούπολης βομβαρδίστηκε. Από τους 1.300 πολίτες που είχαν βρει καταφύγιο εκεί, τουλάχιστον 300 σκοτώθηκαν από τα συντρίμμια, ανάμεσά τους γυναίκες και παιδιά. Ωστόσο, παραμένουν το μόνο μέσο άμβλυνσης των επιπτώσεων επιθέσεων αυτού του είδους.

Κοινότητες – καταφύγια

Τόσο ο Ράμεϊ όσο και ο Έλις προειδοποιούν ότι τα καταφύγια δεν είναι ικανά να προστατεύσουν από πολλές άλλες απειλές. Για παράδειγμα, ο Λάρι Χολ, ο άνθρωπος πίσω από το Survival Condo, το πιο ακριβό και πολυτελές ιδιωτικό καταφύγιο στον κόσμο, κόντεψε να πεθάνει από κοροναϊό στη διάρκεια της περσινής χρονιάς.

Ταυτόχρονα, δεν είναι καθόλου σπάνιο, αναφέρει η βρετανική εφημερίδα, τα διαφημιζόμενα καταφύγια και συγκροτήματα καταφυγίων εντέλει να μην οικοδομούνται ποτέ. Έτσι, πολλοί από τους ανθρώπους που αισθάνονται αναγκασμένοι να προετοιμαστούν για τέτοιου είδους θανάσιμους κινδύνους επιλέγουν μια άλλη οδό: τη μετακίνηση σε εκτάσεις στην επαρχία, όπου μπορούν να επιτύχουν μια συνθήκη σταθερότητας σε κοινότητες και ράντσα, καλλιεργώντας μόνοι τους το φαγητό τους και μένοντας μακριά από τις αστικές κυρίως περιοχές, που βρίσκονται συχνότερα στο επίκεντρο γεωπολιτικών και κοινωνικών εντάσεων.

«Τα πολεμικά καταφύγια είναι σαν τα καταφύγια για τους τυφώνες»

Μια τέτοια περίπτωση είναι και η Χάιντι που ζει σε μια οροσειρά του Τενεσί, σε μια σφιχτή κοινότητα που απλώνεται γύρω από ένα κατάστημα με είδη επιβίωσης, το Tennessee Readiness. Η ίδια δηλώνει στον Guardian ότι «τα πολεμικά καταφύγια είναι σαν τα καταφύγια για τους τυφώνες, έχουν χτιστεί για περιορισμένες περιόδους χρήσης». Πιο βιώσιμο κατά τη γνώμη της είναι το μοντέλο των κοινοτήτων, οι οποίες ανταλλάσσουν γνώσεις για την καλλιέργεια, την κονσερβοποίηση, την αποξήρανση και την αποθήκευση των τροφίμων, και που ταυτόχρονα επενδύουν χρόνο στην κατασκευή όπλων, τη δημιουργία αποθεμάτων και το κυνήγι.

Στη διάρκεια της πανδημίας, το κατάστημα της κοινότητας είδε την πελατεία του να εκτινάσσεται, καθώς οι άνθρωποι συνέρεαν για να αποθηκεύσουν προμήθειες για την επόμενη καταστροφή. Η Χάιντι πιστεύει ότι δεν έχουμε δει τα χειρότερα. «Καλό είναι να πιαστείτε γερά, επειδή φέτος η διαδρομή θα είναι πολύ απότομη».

Ο συνδυασμός των ρεαλιστικών φόβων για το μέλλον, με την επιμονή σε πρακτικές αυτάρκειας, βιωσιμότητας, φροντίδας του εαυτού και οικοδόμησης κοινοτήτων αποκαλείται από ορισμένους «Αισιοδοξία των Καταστροφολόγων». Και πλέον, πολλοί από τους ανθρώπους που τους κορόιδευαν, σπεύδουν να ζητήσουν τη συμβουλή τους.