Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία: Πιέσεις για αποβολή από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών
Η κρίσιμη συνεδρίαση της κεντρικής επιτροπής και οι αντιδράσεις για τη στάση του Πατριάρχη Μόσχας Κύριλλου
Μορφή χιονοστιβάδας λαμβάνουν οι αντιδράσεις για τη στάση της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στον πόλεμο της Ρωσίας με την Ουκρανία, όπως αυτή εκφράζεται από τον Πατριάρχη Μόσχας Κύριλλο στις δημόσιες παρεμβάσεις του. Η Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία είναι πλέον αντιμέτωπη και με την αποβολή από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών.
Το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών είναι μία παγκόσμια χριστιανική διαεκκλησιαστική οργάνωση 352 Εκκλησιών από περισσότερες από 120 χώρες, που αντιπροσωπεύουν πάνω από 580 εκατομμύρια Χριστιανούς σε όλο τον κόσμο η οποία ιδρύθηκε το 1948 στον απόηχο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στα πρότυπα του ΟΗΕ.
Το Πατριαρχείο Μόσχας έχει βρεθεί στο επίκεντρο της κριτικής λόγω της στάσης που έχει τηρήσει από την ημέρα που ξεκίνησε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με τα κυρήγματα του Πατριάρχη Μόσχας Κύριλλου να προσφέρουν «πνευματικό» υπόβαθρο σε όσα διαπράττονται επί ουκρανικού εδάφους.
Η κλιμακούμενη κριτική είχε ως αποτέλεσμα να τοποθετηθεί επί του αιτήματος ο αιδ. Ioan Sauca, αναπληρωτής γενικός γραμματέας του Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών και εκτελών καθήκοντα γενικού γραμματέα από τον Απρίλιο του 2020, απορρίπτοντας το αίτημα αποβολή της Ρωσικής Εκκλησίας.
«Είναι εύκολο να αποκλείσεις, να εξοστρακίσεις, να δαιμονοποιήσεις. αλλά καλούμαστε ως Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών να χρησιμοποιούμε μια ελεύθερη και ασφαλή πλατφόρμα συνάντησης και διαλόγου, για να συναντιόμαστε και να ακούμε ο ένας τον άλλον ακόμα και όταν διαφωνούμε», είπε ο Sauca σε επίσημη δήλωσή του συμπληρώνοντας: «Αυτό ήταν πάντα το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκκλησιών και θα υπέφερα πολύ αν κατά τη διάρκεια της θητείας μου αυτή η αποστολή χαθεί και αλλάξει η φύση του».
Αξίζει να σημειωθεί ότι παρά την επίσημη στάση του στο αίτημα αποβολής, ο αιδ. Ioan Sauca έχει επικρίνει δημοσίως τη στάση του Πατριάρχη Κύριλλου. Τον Μάρτιο δε, του είχε απευθύνει ανοιχτή επιστολή στην οποία ανέφερε: «Γράφω στην Αγιότητά σας ως αναπληρωτής γενικός γραμματέας του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών αλλά και ως ορθόδοξος ιερέας. Σας παρακαλώ, υψώστε τη φωνή σας και μιλήστε εκ μέρους των αδελφών και αδελφών που υποφέρουν, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι επίσης πιστά μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας».
Ο Πατριάρχης Μόσχας Κύριλλος στην απάντησή του κινήθηκε σε μία διαφορετική κατεύθυνση, επαναλαμβάνοντας την επιχειρηματολογία υπέρ του πολέμου, ισχυριζόμενος ότι η ευθύνη για τον πόλεμο δεν βαρύνει τη Ρωσία αλλά «τις σχέσεις μεταξύ Δύσης και Ρωσίας».
Παρά την προσωρινή άρνηση αποβολής της Ρωσικής Εκκλησίας, το ενδιαφέρον πλέον στρέφεται στη μεγάλη συνεδρίαση της κεντρικής επιτροπής τον Ιούνιο με την πίεση να αυξάνεται γεωμετρικά. Δεν είναι πάντως η πρώτη φορά που τίθεται θέμα αποχώρησης της Ρωσικής Εκκλησίας. Το 1997 είχε απειλήσει η ίδια να αποχωρήσει από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών με τον τότε Ρώσο εκπρόσωπος να κατηγορεί το Συμβούλιο ότι κινείται προς μια υπερβολικά φιλελεύθερη κατεύθυνση, καταγγέλλοντας «την αποδοχή των γυναικών ιερέων» και «τη στάση τους απέναντι στους ομοφυλόφιλους».
Το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών είναι μία παγκόσμια χριστιανική διαεκκλησιαστική οργάνωση 352 Εκκλησιών από περισσότερες από 120 χώρες, που αντιπροσωπεύουν πάνω από 580 εκατομμύρια Χριστιανούς σε όλο τον κόσμο η οποία ιδρύθηκε το 1948 στον απόηχο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στα πρότυπα του ΟΗΕ.
Το Πατριαρχείο Μόσχας έχει βρεθεί στο επίκεντρο της κριτικής λόγω της στάσης που έχει τηρήσει από την ημέρα που ξεκίνησε η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, με τα κυρήγματα του Πατριάρχη Μόσχας Κύριλλου να προσφέρουν «πνευματικό» υπόβαθρο σε όσα διαπράττονται επί ουκρανικού εδάφους.
Η κλιμακούμενη κριτική είχε ως αποτέλεσμα να τοποθετηθεί επί του αιτήματος ο αιδ. Ioan Sauca, αναπληρωτής γενικός γραμματέας του Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών και εκτελών καθήκοντα γενικού γραμματέα από τον Απρίλιο του 2020, απορρίπτοντας το αίτημα αποβολή της Ρωσικής Εκκλησίας.
«Είναι εύκολο να αποκλείσεις, να εξοστρακίσεις, να δαιμονοποιήσεις. αλλά καλούμαστε ως Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών να χρησιμοποιούμε μια ελεύθερη και ασφαλή πλατφόρμα συνάντησης και διαλόγου, για να συναντιόμαστε και να ακούμε ο ένας τον άλλον ακόμα και όταν διαφωνούμε», είπε ο Sauca σε επίσημη δήλωσή του συμπληρώνοντας: «Αυτό ήταν πάντα το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκκλησιών και θα υπέφερα πολύ αν κατά τη διάρκεια της θητείας μου αυτή η αποστολή χαθεί και αλλάξει η φύση του».
Αξίζει να σημειωθεί ότι παρά την επίσημη στάση του στο αίτημα αποβολής, ο αιδ. Ioan Sauca έχει επικρίνει δημοσίως τη στάση του Πατριάρχη Κύριλλου. Τον Μάρτιο δε, του είχε απευθύνει ανοιχτή επιστολή στην οποία ανέφερε: «Γράφω στην Αγιότητά σας ως αναπληρωτής γενικός γραμματέας του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών αλλά και ως ορθόδοξος ιερέας. Σας παρακαλώ, υψώστε τη φωνή σας και μιλήστε εκ μέρους των αδελφών και αδελφών που υποφέρουν, οι περισσότεροι από τους οποίους είναι επίσης πιστά μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας».
Ο Πατριάρχης Μόσχας Κύριλλος στην απάντησή του κινήθηκε σε μία διαφορετική κατεύθυνση, επαναλαμβάνοντας την επιχειρηματολογία υπέρ του πολέμου, ισχυριζόμενος ότι η ευθύνη για τον πόλεμο δεν βαρύνει τη Ρωσία αλλά «τις σχέσεις μεταξύ Δύσης και Ρωσίας».
Παρά την προσωρινή άρνηση αποβολής της Ρωσικής Εκκλησίας, το ενδιαφέρον πλέον στρέφεται στη μεγάλη συνεδρίαση της κεντρικής επιτροπής τον Ιούνιο με την πίεση να αυξάνεται γεωμετρικά. Δεν είναι πάντως η πρώτη φορά που τίθεται θέμα αποχώρησης της Ρωσικής Εκκλησίας. Το 1997 είχε απειλήσει η ίδια να αποχωρήσει από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών με τον τότε Ρώσο εκπρόσωπος να κατηγορεί το Συμβούλιο ότι κινείται προς μια υπερβολικά φιλελεύθερη κατεύθυνση, καταγγέλλοντας «την αποδοχή των γυναικών ιερέων» και «τη στάση τους απέναντι στους ομοφυλόφιλους».