CDC-ΗΠΑ: Ανεβάζουν το επίπεδο συναγερμού για την ευλογιά των πιθήκων -Συνιστούν μάσκες στα ταξίδια
Αυξάνεται η ανησυχία για την μεγάλη διασπορά
Τα αμερικανικά CDC αύξησαν τον συναγερμό για την ευλογιά των πιθήκων στο επίπεδο 2 τη Δευτέρα, συνιστώντας στους ταξιδιώτες να φορούν μάσκες, μεταξύ άλλων μέτρων πρόληψης.
Αν και δεν βρίσκεται στο επίπεδο διασποράς της COVID-19, η ευλογιά των πιθήκων έχει εξαπλωθεί σε ολόκληρο τον κόσμο πέραν της Αφρικής από τον Μάρτιο, προκαλώντας αρκετή ανησυχία στους επιστήμονες.
Τα συμπτώματα της ευλογιάς των πιθήκων είναι στην αρχή παρόμοια με αυτά της γρίπης, αλλά σύντομα επεκτείνονται σε πρήξιμο των λεμφαδένων και εξανθήματα σε όλο το σώμα και το πρόσωπο. Τελικά, επώδυνες βλάβες σχηματίζονται στα σημεία των εξανθημάτων, αφήνοντας σοβαρές ουλές.
«Περιπτώσεις ευλογιάς των πιθήκων έχουν αναφερθεί στην Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική, τη Νότια Αμερική, την Αφρική, την Ασία και την Αυστραλία», έγραψαν τα Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων των ΗΠΑ (CDC) στην προειδοποίησή τους και πρόσθεσαν:
«Κάποιες περιπτώσεις αναφέρθηκαν μεταξύ ομοφυλόφιλων ανδρών. Ορισμένα κρούσματα αναφέρθηκαν επίσης σε άτομα που ζουν στο ίδιο νοικοκυριό με ένα μολυσμένο άτομο».
Σύμφωνα με την καθηγήτρια, Δρ. Amesh Adaljia, η ασθένεια μπορεί να έχει περάσει απαρατήρητη στις δυτικές χώρες ως ένα απλό σεξουαλικώνς μεταδιδόμενο νόσημα, καθώς υπάρχει ένας αριθμός σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων που έχουν παρόμοια συμπτώματα με την ευλογιά των πιθήκων.
«Αυτό που είναι πιθανό να συνέβη είναι ότι μια ενδημική μολυσματική ασθένεια από την Αφρική έφτασε και εισχώρησε σε ένα κοινωνικό και σεξουαλικό δίκτυο και στη συνέχεια έλαβε σημαντική βοήθεια στη διάδοσή της από διάφορα γεγονότα, όπως τα ρέιβ πάρτι στο Βέλγιο, για να εξαπλωθεί σε όλο τον κόσμο», είπε η Δρ. Adalja στο NBC News.
Την προηγούμενη εβδομάδα, πάντως, τα CDC προέτρεψαν σήμερα τους γιατρούς να εξετάζουν για την ευλογιά των πιθήκων τους ασθενείς που εμφανίζουν ύποπτα συμπτώματα, επισημαίνοντας ότι ενδεχομένως να υπάρχει ήδη μετάδοση του ιού εντός της κοινότητας. Ωστόσο, επεσήμαναν, ο κίνδυνος για τη δημόσια υγεία παραμένει χαμηλός.