Τουρκία: Το καθεστώς Ερντογάν διακόπτει τη μετάδοση της Deutsche Welle και του Voice of America
Ακόμα ένα πλήγμα στην ελευθεροτυπία
Το Ανώτατο Ραδιοτηλεοπτικό Συμβούλιο της Τουρκίας απέκλεισε την πρόσβαση στην τουρκική υπηρεσία του αμερικανικού κρατικού δικτύου Voice of America και του γερμανικού Deutsche Welle διότι – όπως αναφέρεται- δεν υπέβαλαν αιτήσεις να τους χορηγηθούν άδειες μετάδοσης περιεχομένου, όπως απαιτεί ο τουρκικός εποπτικός φορέας των ηλεκτρονικών και ψηφιακών μέσων ενημέρωσης.
Τον Φεβρουάριο, τόσο η Deutsche Welle και το VoA ανακοίνωναν πως δεν θα υπέβαλαν αιτήσεις για να λάβουν άδειες όπως απαιτούσε το RTÜK, λόγω της νομοθεσίας της Τουρκίας για τα ΜΜΕ, που επικριτές της τουρκικής κυβέρνησης λένε πως πραγματικό στόχο έχει τη λογοκρισία.
Ο Ιλχάν Τάστσι, μέλος του RTÜK που πρόσκειται στο Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP, αξιωματική αντιπολίτευση), ανέφερε μέσω Twitter πως η πρόσβαση στην τουρκική υπηρεσία της Deutsche Welle και στην τουρκική υπηρεσία της Φωνής της Αμερικής αποκλείστηκε με δικαστική απόφαση κατόπιν αιτήματος του διοικητικού συμβουλίου φορέα.
Σύμφωνα με τον Τάστσι, την απόφαση έλαβε δικαστήριο της Άγκυρας με το σκεπτικό ότι τα δύο ξένα ΜΜΕ «δεν υπέβαλαν αιτήσεις για να τους χορηγηθούν άδειες».
«Ιδού η ελευθεροτυπία σας και η εμπεδωμένη δημοκρατία σας!», πρόσθεσε σαρκαστικά.
Τα περισσότερα από τα μέσα ενημέρωσης με απήχηση στην Τουρκία θεωρούνται προσκείμενα στην κυβέρνηση και η κάλυψή τους είναι χωρίς εξαίρεση ευνοϊκή για τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και τους πολιτικούς του συμμάχους. Αρκετοί Τούρκοι καταφεύγουν σε εναλλακτικές πηγές, ορισμένες στο εξωτερικό, και στα sites για να ενημερώνονται.
Το RTÜK, στο οποίο κυριαρχούν το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης & Ανάπτυξης (AKP) και οι σύμμαχοί του, ανακοινώνει συχνά πρόστιμα σε μέσα ενημέρωσης που επικρίνουν την κυβέρνηση.
Ο διάλογος στο τουρκικό κοινοβούλιο για το νομοσχέδιο που αφορά μέσα ενημέρωσης και οι αντίπαλοι της κυβέρνησης έχουν βαφτίσει «νόμο για τη λογοκρισία» αναβλήθηκε μέχρι το φθινόπωρο, όταν θα επαναληφθούν οι εργασίες της τουρκικής βουλής, ανέφερε ο Μαχίρ Γιουνάλ, βουλευτής του AKP, αυτή την εβδομάδα.
Η Τουρκία βρίσκεται για χρόνια στις κορυφαίες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης σε ό,τι αφορά τον αριθμό των δημοσιογράφων που βρίσκονται στις φυλακές και επιπλήττεται τόσο από συμμάχους της στη Δύση όσο και οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για σωρεία παραβιάσεων. Επικριτές της κυβέρνησης του κ. Ερντογάν επισημαίνουν εξάλλου πως χρησιμοποιεί το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα του Ιουλίου του 2016 ως πρόσχημα για την πάταξη κάθε διαφωνίας. Η κυβέρνηση απορρίπτει τις κατηγορίες αυτές και διατείνεται πάγια ότι τα μέτρα που λαμβάνει είναι απαραίτητα εξαιτίας των απειλών για την εθνική ασφάλεια της Τουρκίας.
Τον Φεβρουάριο, τόσο η Deutsche Welle και το VoA ανακοίνωναν πως δεν θα υπέβαλαν αιτήσεις για να λάβουν άδειες όπως απαιτούσε το RTÜK, λόγω της νομοθεσίας της Τουρκίας για τα ΜΜΕ, που επικριτές της τουρκικής κυβέρνησης λένε πως πραγματικό στόχο έχει τη λογοκρισία.
Ο Ιλχάν Τάστσι, μέλος του RTÜK που πρόσκειται στο Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα (CHP, αξιωματική αντιπολίτευση), ανέφερε μέσω Twitter πως η πρόσβαση στην τουρκική υπηρεσία της Deutsche Welle και στην τουρκική υπηρεσία της Φωνής της Αμερικής αποκλείστηκε με δικαστική απόφαση κατόπιν αιτήματος του διοικητικού συμβουλίου φορέα.
Σύμφωνα με τον Τάστσι, την απόφαση έλαβε δικαστήριο της Άγκυρας με το σκεπτικό ότι τα δύο ξένα ΜΜΕ «δεν υπέβαλαν αιτήσεις για να τους χορηγηθούν άδειες».
«Ιδού η ελευθεροτυπία σας και η εμπεδωμένη δημοκρατία σας!», πρόσθεσε σαρκαστικά.
Τα περισσότερα από τα μέσα ενημέρωσης με απήχηση στην Τουρκία θεωρούνται προσκείμενα στην κυβέρνηση και η κάλυψή τους είναι χωρίς εξαίρεση ευνοϊκή για τον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και τους πολιτικούς του συμμάχους. Αρκετοί Τούρκοι καταφεύγουν σε εναλλακτικές πηγές, ορισμένες στο εξωτερικό, και στα sites για να ενημερώνονται.
Το RTÜK, στο οποίο κυριαρχούν το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης & Ανάπτυξης (AKP) και οι σύμμαχοί του, ανακοινώνει συχνά πρόστιμα σε μέσα ενημέρωσης που επικρίνουν την κυβέρνηση.
Ο διάλογος στο τουρκικό κοινοβούλιο για το νομοσχέδιο που αφορά μέσα ενημέρωσης και οι αντίπαλοι της κυβέρνησης έχουν βαφτίσει «νόμο για τη λογοκρισία» αναβλήθηκε μέχρι το φθινόπωρο, όταν θα επαναληφθούν οι εργασίες της τουρκικής βουλής, ανέφερε ο Μαχίρ Γιουνάλ, βουλευτής του AKP, αυτή την εβδομάδα.
Η Τουρκία βρίσκεται για χρόνια στις κορυφαίες θέσεις της παγκόσμιας κατάταξης σε ό,τι αφορά τον αριθμό των δημοσιογράφων που βρίσκονται στις φυλακές και επιπλήττεται τόσο από συμμάχους της στη Δύση όσο και οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για σωρεία παραβιάσεων. Επικριτές της κυβέρνησης του κ. Ερντογάν επισημαίνουν εξάλλου πως χρησιμοποιεί το αποτυχημένο στρατιωτικό πραξικόπημα του Ιουλίου του 2016 ως πρόσχημα για την πάταξη κάθε διαφωνίας. Η κυβέρνηση απορρίπτει τις κατηγορίες αυτές και διατείνεται πάγια ότι τα μέτρα που λαμβάνει είναι απαραίτητα εξαιτίας των απειλών για την εθνική ασφάλεια της Τουρκίας.