Ταϊβάν: Η Κίνα απειλεί τις ΗΠΑ ότι «θα πληρώσουν το τίμημα της επίσκεψης Πελόζι» - «Δεν θα κάνουμε πίσω» διαμηνύει η Ταϊπέι
Η Τσάι Ινγκ-γουέν έκανε τη δήλωση παρουσία της πρόεδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ Νάνσι Πελόσι
Σε φάση επικίνδυνης κλιμάκωσης βρίσκονται οι σχέσεις Κίνας – ΗΠΑ μετά την επίσκεψη της προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων, Νάνσι Πελόζι, στην Ταϊβάν.
Ο υφυπουργός Εξωτερικών της Κίνας Σίε Φενγκ κάλεσε τον πρεσβευτή των ΗΠΑ Νίκολας Μπερνς αργά το βράδυ της Τρίτης για εξηγήσεις σχετικά με την επίσκεψη της Πελόζι στην Ταϊβάν, η οποία έχει προκαλέσει την έντονη αντίδραση του Πεκίνου.
Υπογραμμίζοντας ότι η Πελόζι «προκαλεί σκοπίμως και παίζει με τη φωτιά», ο Σίε Φενγκ δήλωσε ότι η επίσκεψη συνιστά σοβαρή παραβίαση της «αρχής της μίας Κίνας», υπονομεύει την ειρήνη και τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή και στέλνει ένα λάθος μήνυμα στις αυτονομιστικές δυνάμεις για την «ανεξαρτησία της Ταϊβάν».
«Η κίνηση είναι εξαιρετικά κραυγαλέα και οι συνέπειες θα είναι εξαιρετικά σοβαρές. Η Κίνα δεν πρόκειται να μείνει με σταυρωμένα τα χέρια», τόνισε ο κινέζος υφυπουργός Εξωτερικών.
Υποστηρίζοντας ότι η αμερικανική κυβέρνηση πρέπει να λογοδοτήσει, επεσήμανε μια σειρά ενεργειών που υποδηλώνουν – σύμφωνα με τον ίδιο – μια αλλαγή στάσης της Ουάσινγκτον.
Συγκεκριμένα στο site του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ η Ταϊβάν δεν αναφέρεται ως «τμήμα της Κίνας», έχει ενταχθεί στη λεγόμενη «στρατηγική Ινδο-Ειρηνικού, έχουν αναβαθμιστεί οι δεσμοί της Ουάσινγκτον με την Ταϊπέι, αυξήθηκαν οι πωλήσεις όπλων και η υποστήριξη σε αυτονομιστικές δραστηριότητες για την «ανεξαρτησία της Ταϊβάν».
Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν πρέπει να προχωρήσουν περαιτέρω στον λάθος δρόμο, κλιμακώνοντας την ένταση στις σινοαμερικανικές σχέσεις, σύμφωνα με τον Σίε Φενγκ, ο οποίος κάλεσε την Ουάσινγκτον να μην παρεμβαίνει σε εσωτερικές υποθέσεις της Κίνας.
Η Ταϊβάν ανήκει στην Κίνα και σταδιακά «θα επιστρέψει στην αγκαλιά της μητέρας πατρίδας», τόνισε. «Καμιά χώρα, καμιά δύναμη, κανένας δεν θα πρέπει να υποτιμήσει την αποφασιστικότητα, την ισχυρή θέληση και τη μεγάλη ικανότητα της κυβέρνησης και του λαού της Κίνας να υπερασπιστούν την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα και να επιτύχουν την εθνική επανένωση», συμπλήρωσε.
Το ταξίδι της 82χρονης προέδρου της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων που είχε χαρακτηριστεί «εξαιρετικά επικίνδυνο» από το Πεκίνο, προκάλεσε αίσθηση παγκοσμίως και αντιδράσεις ακόμη και στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου η Πελόζι έχει σφοδρούς επικριτές ιδιαίτερα στους κόλπους των συντηρητικών.
Ο Λευκός Οίκος έδειξε αμηχανία αναφορικά με την επίσκεψη, που δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ επισήμως προτού προσγειωθεί στην Ταϊπέι το αεροπλάνο που μετέφερε την Πελόζι. Ο εκπρόσωπος Τζον Κέρμπι υποστήριξε πάντως ότι δεν θεωρεί πως υπάρχει κάτι που να «προκαλεί κρίση ή σύγκρουση».
Δεν είναι λίγοι οι Αμερικανοί αξιωματούχοι που έχουν επισκεφθεί την Ταϊβάν στο παρελθόν. Ωστόσο η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων είναι ο πιο υψηλόβαθμος αξιωματούχος των ΗΠΑ που επισκέπτεται το νησί από το 1997 και το ταξίδι του προκατόχου της, του Νιουτ Γκίνγκριτς.
Οι ΗΠΑ εφαρμόζουν τη λεγόμενη διπλωματία «στρατηγικής ασάφειας» σε σχέση με την Ταϊβάν. Αναγνωρίζουν μόνο την κινεζική κυβέρνηση, αλλά συνεχίζουν να παρέχουν υποστήριξη στην Ταϊπέι. Η Ουάσινγκτον, ωστόσο, αποφεύγει να ξεκαθαρίσει εάν σκοπεύει να υπερασπιστεί στρατιωτικά την Ταϊβάν σε περίπτωση εισβολής.
Η Ταϊβάν «δεν θα κάνει πίσω» μπροστά την απειλή των κινεζικών όπλων, είπε σήμερα η πρόεδρος της χώρας, η Τσάι Ινγκ-γουέν, καθώς το Πεκίνο ανακοίνωσε σειρά στρατιωτικών γυμνασίων με χρήση πραγματικών πυρών στα περίχωρά της εν μέσω της επίσκεψης που κάνει η πρόεδρος της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων, η Δημοκρατική Νάνσι Πελόσι.
«Παρά τις εσκεμμένα αυξημένες στρατιωτικές απειλές, η Ταϊβάν δεν θα κάνει πίσω. Θα συνεχίσουμε να υπερασπιζόμαστε τη δημοκρατία», είπε η κυρία Τσάι κατά τη διάρκεια εκδήλωσης στην Ταϊπέι με παρούσα την κυρία Πελόσι.
Νωρίτερα, το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν ανακοίνωνε ότι τα γυμνάσια της Κίνας απειλούν λιμένες και αστικές ζώνες κλειδιά στη νήσο, υποσχόμενο ότι οι άμυνες θα «ενισχυθούν» και ότι θα υπάρξει «σθεναρή» αντίδραση.
Τα γυμνάσια είναι «απόπειρα να απειληθούν μείζονα λιμάνια και αστικά κέντρα μας και να υπονομευτεί μονομερώς η ειρήνη και η σταθερότητα στην περιφέρεια», υποστήριξε το υπουργείο.
Η κινεζική πολιτική ηγεσία δεν κρύβει την οργή της για την επίσκεψη της κυρίας Πελόσι στην Ταϊβάν, την οποία θεωρεί μέρος της επικράτειάς της, προορισμένο να «επανενωθεί» με την ηπειρωτική χώρα, διά της βίας αν χρειαστεί.
Στα γυμνάσια θα συμπεριληφθούν ρίψεις «πραγματικών πυρών μακρού βεληνεκούς» στο στενό της Ταϊβάν, που χωρίζει το νησί από την ηπειρωτική χώρα.
Σε ορισμένες τοποθεσίες, οι κινεζικές επιχειρήσεις θα φθάσουν 20 χιλιόμετρα από την ακτογραμμή της Ταϊβάν, με βάση τις συντεταγμένες που ανακοίνωσε ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός.
Μπροστά στον κίνδυνο να ξεσπάσει πόλεμος από λάθος υπολογισμό, αξιωματούχοι της κυβέρνησης της Ταϊβάν προσπάθησαν να φανούν αποφασιστικοί και ταυτόχρονα να διατηρήσουν ψύχραιμο τον πληθυσμό.
«Το υπουργείο Άμυνας παρακολουθεί στενά την κατάσταση, ενίσχυσε τις προετοιμασίες του και θα αντιδράσει με τον προσήκοντα τρόπο τη χρονική στιγμή που κρίνει εκείνο», ανέφερε.
Ο στρατός θα «μείνει στις θέσεις του και θα προστατεύσει την εθνική ασφάλεια. Ζητάμε από το κοινό να παραμείνει ήρεμο και να υποστηρίξει τις ένοπλες δυνάμεις».
Τη νύχτα της Τρίτης προς Τετάρτη, οι αρχές ανακοίνωσαν ότι 21 κινεζικά στρατιωτικά αεροσκάφη παρεισέφρησαν στη ζώνη αναγνώρισης αεροπορικής άμυνας (ή ADIZ, από το ακρώνυμο του όρου air defense identification zone στα αγγλικά), που πάντως είναι αρκετά μεγαλύτερη από τον εναέριο χώρο της Ταϊβάν.
Στην άλλη πλευρά του στενού, το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου ανακοίνωσε οικονομικές κυρώσεις, όπως ιδίως την αναστολή της εξαγωγής άμμου στην Ταϊβάν. Πρόκειται για πρώτη ύλη-κλειδί για την κατασκευή ημιαγωγών, ενός από τα βασικά εξαγωγικά προϊόντα της νήσου.
Από την πλευρά της, η Ιαπωνία εξέφρασε την «ανησυχία» της για «τις στοχευμένες στρατιωτικές ενέργειες» του Πεκίνου σε αντίποινα για την επίσκεψη της κυρίας Πελόσι, ορισμένες από τις οποίες θα εκτυλιχτούν εντός της ιαπωνικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ).
Το Τόκιο «εξέφρασε την ανησυχία του» στο Πεκίνο με δεδομένη τη «φύση των στρατιωτικών δραστηριοτήτων» που θα συμπεριλάβουν «πραγματικά πυρά», εξήγησε ο Χιροκάζου Ματσούνο, εκπρόσωπος της ιαπωνικής κυβέρνησης.
Η Νάνσι Πελόσι ανέφερε νωρίτερα, σε ομιλία της στο κοινοβούλιο της Ταϊβάν, πως πήγε «με ειρήνη» στην περιφέρεια ως «φίλη».
Η 82χρονη πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, 3η στη σειρά διαδοχής του προέδρου Τζο Μπάιντεν εάν απαιτηθεί, δεν είχε αναγγείλει την επίσκεψή της στην Ταϊβάν, όμως αυτή αποτελούσε το αντικείμενο έντονης σεναριολογίας εδώ και αρκετές ημέρες και προκάλεσε πριν καν γίνει την αντίδραση του Πεκίνου.
Με την άφιξη της κυρίας Πελόσι στην Ταϊβάν, το κινεζικό ΥΠΕΞ κατήγγειλε «κατάφωρη παραβίαση» των αμερικανικών δεσμεύσεων προς την Κίνα που «καταφέρνουν σοβαρό πλήγμα στην ειρήνη και στη σταθερότητα της περιοχής».
Κάλεσε τον αμερικανό πρεσβευτή στο Πεκίνο, τον Νίκολας Μπερνς, και ο υφυπουργός Εξωτερικών της Κίνας Σιέ Φανγκ του εξέφρασε την «έντονη διαμαρτυρία» της χώρας του, διαμηνύοντας πως «η πρωτοβουλία» της κυρίας Πελόσι να πάει στην Ταϊβάν «είναι εξαιρετικά σοκαριστική και οι συνέπειες θα είναι πολύ σοβαρές», σύμφωνα με το κινεζικό επίσημο πρακτορείο ειδήσεων Νέα Κίνα.
Το νησί των 23 εκατομμυρίων κατοίκων είναι διοικητικά ανεξάρτητο από το τέλος του εμφυλίου πολέμου (1949), αλλά το Πεκίνο σκοπεύει να το επανεντάξει στην επικράτειά του και εναντιώνεται σε κάθε διεθνή νομιμοποίηση της κυβέρνησής του.
Την περασμένη εβδομάδα, κατά τη διάρκεια της τηλεφωνικής συνδιάλεξης των Τζο Μπάιντεν και Σι Τζινπίνγκ, ο κινέζος πρόεδρος προειδοποίησε τις ΗΠΑ να «μην παίζουν με τη φωτιά».
Ο προηγούμενος πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων που είχε επισκεφθεί την Ταϊβάν ήταν ο Νιούτ Γκρίνγκριτς το 1997.
Επισήμως, από το 1979, η Ουάσινγκτον δεν αναγνωρίζει παρά μόνο μία κινεζική κυβέρνηση, αυτή στο Πεκίνο, παρότι διαδραματίζει ρόλο προστάτιδας δύναμης της Ταϊπέι.
Οι ΗΠΑ ασκούν την πολιτική της «στρατηγικής αμφισημίας», αποφεύγουν να ξεκαθαρίσουν εάν θα υπερασπιστούν ή όχι στρατιωτικά την Ταϊβάν σε περίπτωση κινεζικής εισβολής, και ο Λευκός Οίκος έσπευσε να την επαναβεβαιώσει έπειτα από πρόσφατες δηλώσεις του κ. Μπάιντεν που έμοιαζαν να τη θέτουν εν αμφιβόλω.
Η Ρωσία, σύμμαχος της Κίνας, κατηγόρησε χθες την αμερικανική κυβέρνηση ότι «αποσταθεροποιεί τον κόσμο» και χαρακτήρισε «αγνή πρόκληση» την επίσκεψη της κυρίας Πελόσι στην Ταϊβάν.
Η Βόρεια Κορέα, επίσης σύμμαχος της Κίνας, τής εξέφρασε την «πλήρη υποστήριξή της», κάνοντας λόγο για «άφρονα επέμβαση» στις «εσωτερικές υποθέσεις» άλλων κρατών από τις ΗΠΑ και για «πολιτικές και στρατιωτικές προκλήσεις» που είναι κατ’ αυτή η «βασική αιτία» της αμφισβήτησης «της ειρήνης και της ασφάλειας στην περιοχή», όπως είπε εκπρόσωπος της διπλωματίας της Πιονγκγιάνγκ στο επίσημο πρακτορείο ειδήσεων KCNA.
Ο υφυπουργός Εξωτερικών της Κίνας Σίε Φενγκ κάλεσε τον πρεσβευτή των ΗΠΑ Νίκολας Μπερνς αργά το βράδυ της Τρίτης για εξηγήσεις σχετικά με την επίσκεψη της Πελόζι στην Ταϊβάν, η οποία έχει προκαλέσει την έντονη αντίδραση του Πεκίνου.
Υπογραμμίζοντας ότι η Πελόζι «προκαλεί σκοπίμως και παίζει με τη φωτιά», ο Σίε Φενγκ δήλωσε ότι η επίσκεψη συνιστά σοβαρή παραβίαση της «αρχής της μίας Κίνας», υπονομεύει την ειρήνη και τη σταθερότητα στην ευρύτερη περιοχή και στέλνει ένα λάθος μήνυμα στις αυτονομιστικές δυνάμεις για την «ανεξαρτησία της Ταϊβάν».
«Η κίνηση είναι εξαιρετικά κραυγαλέα και οι συνέπειες θα είναι εξαιρετικά σοβαρές. Η Κίνα δεν πρόκειται να μείνει με σταυρωμένα τα χέρια», τόνισε ο κινέζος υφυπουργός Εξωτερικών.
Υποστηρίζοντας ότι η αμερικανική κυβέρνηση πρέπει να λογοδοτήσει, επεσήμανε μια σειρά ενεργειών που υποδηλώνουν – σύμφωνα με τον ίδιο – μια αλλαγή στάσης της Ουάσινγκτον.
Συγκεκριμένα στο site του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ η Ταϊβάν δεν αναφέρεται ως «τμήμα της Κίνας», έχει ενταχθεί στη λεγόμενη «στρατηγική Ινδο-Ειρηνικού, έχουν αναβαθμιστεί οι δεσμοί της Ουάσινγκτον με την Ταϊπέι, αυξήθηκαν οι πωλήσεις όπλων και η υποστήριξη σε αυτονομιστικές δραστηριότητες για την «ανεξαρτησία της Ταϊβάν».
«Οι ΗΠΑ θα πληρώσουν το τίμημα»
Προειδοποίησε ότι η αμερικανική πλευρά «θα πληρώσει το τίμημα» για τα λάθη της και προέτρεψε τις ΗΠΑ να λάβουν πρακτικά μέτρα για να αναιρέσουν τον αρνητικό αντίκτυπο της επίσκεψης Πελόζι στην Ταϊβάν.Οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν πρέπει να προχωρήσουν περαιτέρω στον λάθος δρόμο, κλιμακώνοντας την ένταση στις σινοαμερικανικές σχέσεις, σύμφωνα με τον Σίε Φενγκ, ο οποίος κάλεσε την Ουάσινγκτον να μην παρεμβαίνει σε εσωτερικές υποθέσεις της Κίνας.
Η Ταϊβάν ανήκει στην Κίνα και σταδιακά «θα επιστρέψει στην αγκαλιά της μητέρας πατρίδας», τόνισε. «Καμιά χώρα, καμιά δύναμη, κανένας δεν θα πρέπει να υποτιμήσει την αποφασιστικότητα, την ισχυρή θέληση και τη μεγάλη ικανότητα της κυβέρνησης και του λαού της Κίνας να υπερασπιστούν την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα και να επιτύχουν την εθνική επανένωση», συμπλήρωσε.
Το ταξίδι της 82χρονης προέδρου της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων που είχε χαρακτηριστεί «εξαιρετικά επικίνδυνο» από το Πεκίνο, προκάλεσε αίσθηση παγκοσμίως και αντιδράσεις ακόμη και στις Ηνωμένες Πολιτείες, όπου η Πελόζι έχει σφοδρούς επικριτές ιδιαίτερα στους κόλπους των συντηρητικών.
Ο Λευκός Οίκος έδειξε αμηχανία αναφορικά με την επίσκεψη, που δεν επιβεβαιώθηκε ποτέ επισήμως προτού προσγειωθεί στην Ταϊπέι το αεροπλάνο που μετέφερε την Πελόζι. Ο εκπρόσωπος Τζον Κέρμπι υποστήριξε πάντως ότι δεν θεωρεί πως υπάρχει κάτι που να «προκαλεί κρίση ή σύγκρουση».
Δεν είναι λίγοι οι Αμερικανοί αξιωματούχοι που έχουν επισκεφθεί την Ταϊβάν στο παρελθόν. Ωστόσο η πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων είναι ο πιο υψηλόβαθμος αξιωματούχος των ΗΠΑ που επισκέπτεται το νησί από το 1997 και το ταξίδι του προκατόχου της, του Νιουτ Γκίνγκριτς.
Οι ΗΠΑ εφαρμόζουν τη λεγόμενη διπλωματία «στρατηγικής ασάφειας» σε σχέση με την Ταϊβάν. Αναγνωρίζουν μόνο την κινεζική κυβέρνηση, αλλά συνεχίζουν να παρέχουν υποστήριξη στην Ταϊπέι. Η Ουάσινγκτον, ωστόσο, αποφεύγει να ξεκαθαρίσει εάν σκοπεύει να υπερασπιστεί στρατιωτικά την Ταϊβάν σε περίπτωση εισβολής.
«Δεν θα υποχωρήσουμε στις απειλές της Κίνας»
Η Ταϊβάν «δεν θα κάνει πίσω» μπροστά την απειλή των κινεζικών όπλων, είπε σήμερα η πρόεδρος της χώρας, η Τσάι Ινγκ-γουέν, καθώς το Πεκίνο ανακοίνωσε σειρά στρατιωτικών γυμνασίων με χρήση πραγματικών πυρών στα περίχωρά της εν μέσω της επίσκεψης που κάνει η πρόεδρος της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων, η Δημοκρατική Νάνσι Πελόσι.
«Παρά τις εσκεμμένα αυξημένες στρατιωτικές απειλές, η Ταϊβάν δεν θα κάνει πίσω. Θα συνεχίσουμε να υπερασπιζόμαστε τη δημοκρατία», είπε η κυρία Τσάι κατά τη διάρκεια εκδήλωσης στην Ταϊπέι με παρούσα την κυρία Πελόσι.
Νωρίτερα, το υπουργείο Άμυνας της Ταϊβάν ανακοίνωνε ότι τα γυμνάσια της Κίνας απειλούν λιμένες και αστικές ζώνες κλειδιά στη νήσο, υποσχόμενο ότι οι άμυνες θα «ενισχυθούν» και ότι θα υπάρξει «σθεναρή» αντίδραση.
Τα γυμνάσια είναι «απόπειρα να απειληθούν μείζονα λιμάνια και αστικά κέντρα μας και να υπονομευτεί μονομερώς η ειρήνη και η σταθερότητα στην περιφέρεια», υποστήριξε το υπουργείο.
Η κινεζική πολιτική ηγεσία δεν κρύβει την οργή της για την επίσκεψη της κυρίας Πελόσι στην Ταϊβάν, την οποία θεωρεί μέρος της επικράτειάς της, προορισμένο να «επανενωθεί» με την ηπειρωτική χώρα, διά της βίας αν χρειαστεί.
Ασκήσεις με πραγματικά πυρά
Το Πεκίνο ανακοίνωσε σε αντίδραση σειρά ναυτικών και αεροπορικών στρατιωτικών γυμνασίων με πραγματικά πυρά γύρω από το νησί.Στα γυμνάσια θα συμπεριληφθούν ρίψεις «πραγματικών πυρών μακρού βεληνεκούς» στο στενό της Ταϊβάν, που χωρίζει το νησί από την ηπειρωτική χώρα.
Σε ορισμένες τοποθεσίες, οι κινεζικές επιχειρήσεις θα φθάσουν 20 χιλιόμετρα από την ακτογραμμή της Ταϊβάν, με βάση τις συντεταγμένες που ανακοίνωσε ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός.
Μπροστά στον κίνδυνο να ξεσπάσει πόλεμος από λάθος υπολογισμό, αξιωματούχοι της κυβέρνησης της Ταϊβάν προσπάθησαν να φανούν αποφασιστικοί και ταυτόχρονα να διατηρήσουν ψύχραιμο τον πληθυσμό.
«Το υπουργείο Άμυνας παρακολουθεί στενά την κατάσταση, ενίσχυσε τις προετοιμασίες του και θα αντιδράσει με τον προσήκοντα τρόπο τη χρονική στιγμή που κρίνει εκείνο», ανέφερε.
Ο στρατός θα «μείνει στις θέσεις του και θα προστατεύσει την εθνική ασφάλεια. Ζητάμε από το κοινό να παραμείνει ήρεμο και να υποστηρίξει τις ένοπλες δυνάμεις».
Τη νύχτα της Τρίτης προς Τετάρτη, οι αρχές ανακοίνωσαν ότι 21 κινεζικά στρατιωτικά αεροσκάφη παρεισέφρησαν στη ζώνη αναγνώρισης αεροπορικής άμυνας (ή ADIZ, από το ακρώνυμο του όρου air defense identification zone στα αγγλικά), που πάντως είναι αρκετά μεγαλύτερη από τον εναέριο χώρο της Ταϊβάν.
Στην άλλη πλευρά του στενού, το κινεζικό υπουργείο Εμπορίου ανακοίνωσε οικονομικές κυρώσεις, όπως ιδίως την αναστολή της εξαγωγής άμμου στην Ταϊβάν. Πρόκειται για πρώτη ύλη-κλειδί για την κατασκευή ημιαγωγών, ενός από τα βασικά εξαγωγικά προϊόντα της νήσου.
Από την πλευρά της, η Ιαπωνία εξέφρασε την «ανησυχία» της για «τις στοχευμένες στρατιωτικές ενέργειες» του Πεκίνου σε αντίποινα για την επίσκεψη της κυρίας Πελόσι, ορισμένες από τις οποίες θα εκτυλιχτούν εντός της ιαπωνικής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ).
Το Τόκιο «εξέφρασε την ανησυχία του» στο Πεκίνο με δεδομένη τη «φύση των στρατιωτικών δραστηριοτήτων» που θα συμπεριλάβουν «πραγματικά πυρά», εξήγησε ο Χιροκάζου Ματσούνο, εκπρόσωπος της ιαπωνικής κυβέρνησης.
Η Νάνσι Πελόσι ανέφερε νωρίτερα, σε ομιλία της στο κοινοβούλιο της Ταϊβάν, πως πήγε «με ειρήνη» στην περιφέρεια ως «φίλη».
«Κατάφωρη παραβίαση»
«Ερχόμαστε ως φίλοι στην Ταϊβάν, ερχόμαστε με ειρήνη στην περιφέρεια», είπε η κυρία Πελόσι, η πιο υψηλόβαθμη αξιωματούχος των ΗΠΑ που επισκέπτεται τη νήσο εδώ και 25 χρόνια. Εξήρε την Ταϊβάν διότι είναι «μια από τις πιο ελεύθερες χώρες στον κόσμο».Η 82χρονη πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, 3η στη σειρά διαδοχής του προέδρου Τζο Μπάιντεν εάν απαιτηθεί, δεν είχε αναγγείλει την επίσκεψή της στην Ταϊβάν, όμως αυτή αποτελούσε το αντικείμενο έντονης σεναριολογίας εδώ και αρκετές ημέρες και προκάλεσε πριν καν γίνει την αντίδραση του Πεκίνου.
Με την άφιξη της κυρίας Πελόσι στην Ταϊβάν, το κινεζικό ΥΠΕΞ κατήγγειλε «κατάφωρη παραβίαση» των αμερικανικών δεσμεύσεων προς την Κίνα που «καταφέρνουν σοβαρό πλήγμα στην ειρήνη και στη σταθερότητα της περιοχής».
Κάλεσε τον αμερικανό πρεσβευτή στο Πεκίνο, τον Νίκολας Μπερνς, και ο υφυπουργός Εξωτερικών της Κίνας Σιέ Φανγκ του εξέφρασε την «έντονη διαμαρτυρία» της χώρας του, διαμηνύοντας πως «η πρωτοβουλία» της κυρίας Πελόσι να πάει στην Ταϊβάν «είναι εξαιρετικά σοκαριστική και οι συνέπειες θα είναι πολύ σοβαρές», σύμφωνα με το κινεζικό επίσημο πρακτορείο ειδήσεων Νέα Κίνα.
Το νησί των 23 εκατομμυρίων κατοίκων είναι διοικητικά ανεξάρτητο από το τέλος του εμφυλίου πολέμου (1949), αλλά το Πεκίνο σκοπεύει να το επανεντάξει στην επικράτειά του και εναντιώνεται σε κάθε διεθνή νομιμοποίηση της κυβέρνησής του.
«Μην παίζετε με τη φωτιά»
Αμερικανοί αξιωματούχοι επισκέπτονται συχνά τη νήσο και η Ουάσινγκτον είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής όπλων της Ταϊβάν. Όμως η επίσκεψη της κυρίας Πελόσι θεωρήθηκε μείζων πρόκληση από την Κίνα.Την περασμένη εβδομάδα, κατά τη διάρκεια της τηλεφωνικής συνδιάλεξης των Τζο Μπάιντεν και Σι Τζινπίνγκ, ο κινέζος πρόεδρος προειδοποίησε τις ΗΠΑ να «μην παίζουν με τη φωτιά».
Ο προηγούμενος πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων που είχε επισκεφθεί την Ταϊβάν ήταν ο Νιούτ Γκρίνγκριτς το 1997.
Επισήμως, από το 1979, η Ουάσινγκτον δεν αναγνωρίζει παρά μόνο μία κινεζική κυβέρνηση, αυτή στο Πεκίνο, παρότι διαδραματίζει ρόλο προστάτιδας δύναμης της Ταϊπέι.
Οι ΗΠΑ ασκούν την πολιτική της «στρατηγικής αμφισημίας», αποφεύγουν να ξεκαθαρίσουν εάν θα υπερασπιστούν ή όχι στρατιωτικά την Ταϊβάν σε περίπτωση κινεζικής εισβολής, και ο Λευκός Οίκος έσπευσε να την επαναβεβαιώσει έπειτα από πρόσφατες δηλώσεις του κ. Μπάιντεν που έμοιαζαν να τη θέτουν εν αμφιβόλω.
Η Ρωσία, σύμμαχος της Κίνας, κατηγόρησε χθες την αμερικανική κυβέρνηση ότι «αποσταθεροποιεί τον κόσμο» και χαρακτήρισε «αγνή πρόκληση» την επίσκεψη της κυρίας Πελόσι στην Ταϊβάν.
Η Βόρεια Κορέα, επίσης σύμμαχος της Κίνας, τής εξέφρασε την «πλήρη υποστήριξή της», κάνοντας λόγο για «άφρονα επέμβαση» στις «εσωτερικές υποθέσεις» άλλων κρατών από τις ΗΠΑ και για «πολιτικές και στρατιωτικές προκλήσεις» που είναι κατ’ αυτή η «βασική αιτία» της αμφισβήτησης «της ειρήνης και της ασφάλειας στην περιοχή», όπως είπε εκπρόσωπος της διπλωματίας της Πιονγκγιάνγκ στο επίσημο πρακτορείο ειδήσεων KCNA.