Κερδισμένη οικονομικά η Ρωσία από τον πόλεμο: Έσοδα 158 δισ. ευρώ από τα καύσιμα
Οι υπολογισμοί αφορούν τους πρώτους έξι μήνες του πολέμου, από την 24η Φεβρουαρίου ως την 24η Αυγούστου
Η εισβολή στην Ουκρανία ωφέλησε ιδιαίτερα τη Ρωσία, καθώς, σύμφωνα με έρευνα ανεξάρτητου κέντρου μελετών που δίνεται στη δημοσιότητα σήμερα, η Ρωσία συσσώρευσε έσοδα 158 δισεκατομμυρίων ευρώ χάρη στις εξαγωγές ορυκτών καυσίμων τους έξι μήνες του πολέμου.
«Η ανάφλεξη των τιμών των ορυκτών καυσίμων σημαίνει ότι τα τρέχοντα έσοδα της Ρωσίας είναι πολύ πάνω από εκείνα προηγούμενων ετών, παρά τις μειώσεις των εξαγόμενων ποσοτήτων», υπογραμμίζεται στο κείμενο του Κέντρου έρευνας για την ενέργεια και τον καθαρό αέρα (Centre for research on energy and clean air, CREA), με έδρα τη Φινλανδία.
Οι τιμές του αερίου απογειώθηκαν φθάνοντας σε ιστορικά υψηλά στην Ευρώπη, ενώ αυτές του πετρελαίου ανέβηκαν πολύ στις αρχές του πολέμου, αν και έχουν υποχωρήσει το τελευταίο διάστημα.
«Εκτιμάμε ότι οι εξαγωγές ορυκτών καυσίμων εισέφεραν 43 δισεκατομμύρια ευρώ στον ρωσικό ομοσπονδιακό προϋπολογισμό, βοηθώντας να χρηματοδοτηθούν εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία», σύμφωνα με τους συγγραφείς.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι υπολογισμοί τους αφορούν τους πρώτους έξι μήνες του πολέμου, από την 24η Φεβρουαρίου ως την 24η Αυγούστου.
Την υπό εξέταση περίοδο, το CREA λογαριάζει ότι ο κυριότερος εισαγωγέας ρωσικών ορυκτών καυσίμων παρέμεινε η Ευρωπαϊκή Ένωση (έναντι 85,1 δισεκ. ευρώ), ακολουθούμενη από την Κίνα και την Τουρκία.
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΕ έχει αποφασίσει να επιβάλει προοδευτικό εμπάργκο, με εξαιρέσεις στην εισαγωγή ρωσικού πετρελαίου και πετρελαϊκών προϊόντων.
Ακόμα, έχει αποφασίσει να βάλει τέλος στις αγορές ρωσικού άνθρακα. Όμως, το ρωσικό φυσικό αέριο, από το οποίο εξαρτάται σε καίριο βαθμό, δεν αναμένεται προς το παρόν να μετατραπεί σε αντικείμενο παρόμοιου μέτρου.
Το κέντρο μελετών υπολογίζει πως το ευρωπαϊκό εμπάργκο στον ρωσικό άνθρακα, που τέθηκε σε εφαρμογή τη 10η Αυγούστου, απέφερε καρπούς, καθώς οι ρωσικές εξαγωγές μειώθηκαν στο χαμηλότερο επίπεδό τους, μετά την εισβολή στην Ουκρανία.
«Η Ρωσία απέτυχε να βρει άλλους αγοραστές», επισημαίνουν οι συγγραφείς της έρευνας.
Το CREA κρίνει αντιθέτως ότι πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή «πιο ισχυροί» κανόνες, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο το ρωσικό πετρέλαιο να διατίθεται σε αγορές, όπου υποτίθεται πως αυτό είναι απαγορευμένο. Οι δυτικές κυρώσεις παρακάμπτονται με άνεση σήμερα, κατ’ αυτό.
«Η ΕΕ πρέπει να απαγορεύσει τη χρησιμοποίηση ευρωπαϊκών πλοίων και ευρωπαϊκών λιμένων για τη μεταφορά ρωσικού πετρελαίου σε τρίτες χώρες», υποστηρίζει. Ακόμα, καλεί το Ηνωμένο Βασίλειο να απαγορεύσει τη συμμετοχή του βρετανικού κλάδου των ασφαλίσεων σε τέτοιες διεθνείς θαλάσσιες μεταφορές.
Από τη δική τους πλευρά, οι χώρες της G7 αποφάσισαν την Παρασκευή να επιβληθεί «επειγόντως» διατίμηση στο ρωσικό πετρέλαιο, παρότι πρόκειται για μηχανισμό η εφαρμογή του οποίου ενέχει πολλές περιπλοκότητες, με σκοπό να μειωθεί το ενεργειακό μάννα για τη Μόσχα.
Η Ρωσία θα αντιδράσει στην επιβολή πλαφόν τιμής στο πετρέλαιό της, διαθέτοντας μεγαλύτερο μέρος των ποσοτήτων που παράγει στην Ασία, αντέτεινε σήμερα ο Ρώσος υπουργός Ενέργειας Νικολάι Σουλγκίνοφ.
«Η ανάφλεξη των τιμών των ορυκτών καυσίμων σημαίνει ότι τα τρέχοντα έσοδα της Ρωσίας είναι πολύ πάνω από εκείνα προηγούμενων ετών, παρά τις μειώσεις των εξαγόμενων ποσοτήτων», υπογραμμίζεται στο κείμενο του Κέντρου έρευνας για την ενέργεια και τον καθαρό αέρα (Centre for research on energy and clean air, CREA), με έδρα τη Φινλανδία.
Οι τιμές του αερίου απογειώθηκαν φθάνοντας σε ιστορικά υψηλά στην Ευρώπη, ενώ αυτές του πετρελαίου ανέβηκαν πολύ στις αρχές του πολέμου, αν και έχουν υποχωρήσει το τελευταίο διάστημα.
«Εκτιμάμε ότι οι εξαγωγές ορυκτών καυσίμων εισέφεραν 43 δισεκατομμύρια ευρώ στον ρωσικό ομοσπονδιακό προϋπολογισμό, βοηθώντας να χρηματοδοτηθούν εγκλήματα πολέμου στην Ουκρανία», σύμφωνα με τους συγγραφείς.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι υπολογισμοί τους αφορούν τους πρώτους έξι μήνες του πολέμου, από την 24η Φεβρουαρίου ως την 24η Αυγούστου.
Την υπό εξέταση περίοδο, το CREA λογαριάζει ότι ο κυριότερος εισαγωγέας ρωσικών ορυκτών καυσίμων παρέμεινε η Ευρωπαϊκή Ένωση (έναντι 85,1 δισεκ. ευρώ), ακολουθούμενη από την Κίνα και την Τουρκία.
Υπενθυμίζεται ότι η ΕΕ έχει αποφασίσει να επιβάλει προοδευτικό εμπάργκο, με εξαιρέσεις στην εισαγωγή ρωσικού πετρελαίου και πετρελαϊκών προϊόντων.
Ακόμα, έχει αποφασίσει να βάλει τέλος στις αγορές ρωσικού άνθρακα. Όμως, το ρωσικό φυσικό αέριο, από το οποίο εξαρτάται σε καίριο βαθμό, δεν αναμένεται προς το παρόν να μετατραπεί σε αντικείμενο παρόμοιου μέτρου.
Το κέντρο μελετών υπολογίζει πως το ευρωπαϊκό εμπάργκο στον ρωσικό άνθρακα, που τέθηκε σε εφαρμογή τη 10η Αυγούστου, απέφερε καρπούς, καθώς οι ρωσικές εξαγωγές μειώθηκαν στο χαμηλότερο επίπεδό τους, μετά την εισβολή στην Ουκρανία.
«Η Ρωσία απέτυχε να βρει άλλους αγοραστές», επισημαίνουν οι συγγραφείς της έρευνας.
Το CREA κρίνει αντιθέτως ότι πρέπει να τεθούν σε εφαρμογή «πιο ισχυροί» κανόνες, προκειμένου να αποφευχθεί το ενδεχόμενο το ρωσικό πετρέλαιο να διατίθεται σε αγορές, όπου υποτίθεται πως αυτό είναι απαγορευμένο. Οι δυτικές κυρώσεις παρακάμπτονται με άνεση σήμερα, κατ’ αυτό.
«Η ΕΕ πρέπει να απαγορεύσει τη χρησιμοποίηση ευρωπαϊκών πλοίων και ευρωπαϊκών λιμένων για τη μεταφορά ρωσικού πετρελαίου σε τρίτες χώρες», υποστηρίζει. Ακόμα, καλεί το Ηνωμένο Βασίλειο να απαγορεύσει τη συμμετοχή του βρετανικού κλάδου των ασφαλίσεων σε τέτοιες διεθνείς θαλάσσιες μεταφορές.
Από τη δική τους πλευρά, οι χώρες της G7 αποφάσισαν την Παρασκευή να επιβληθεί «επειγόντως» διατίμηση στο ρωσικό πετρέλαιο, παρότι πρόκειται για μηχανισμό η εφαρμογή του οποίου ενέχει πολλές περιπλοκότητες, με σκοπό να μειωθεί το ενεργειακό μάννα για τη Μόσχα.
Η Ρωσία θα αντιδράσει στην επιβολή πλαφόν τιμής στο πετρέλαιό της, διαθέτοντας μεγαλύτερο μέρος των ποσοτήτων που παράγει στην Ασία, αντέτεινε σήμερα ο Ρώσος υπουργός Ενέργειας Νικολάι Σουλγκίνοφ.