Μπάιντεν: Οι ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ θα υπερασπιστούν την Ταϊβάν σε περίπτωση στρατιωτικής εισβολής της Κίνας (Βίντεο)
Η πολιτική της Ουάσινγκτον όσον αφορά το ζήτημα της Ταϊβάν «δεν έχει αλλάξει».
Ο Αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν διεμήνυσε ότι οι ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ θα υπερασπιστούν την Ταϊβάν σε περίπτωση εισβολής του στρατού της Κίνας στη νήσο των 23 εκατομμυρίων κατοίκων κατά τη διάρκεια συνέντευξής του που μεταδόθηκε το βράδυ χθες Κυριακή.
Παρά τη δήλωση του αρχηγού του κράτους, ερωτηθείς από το Γαλλικό Πρακτορείο, εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου διαβεβαίωσε λίγο μετά τη μετάδοση της συνέντευξης πως η πολιτική της Ουάσινγκτον όσον αφορά το ζήτημα της Ταϊβάν «δεν έχει αλλάξει».
Ερωτηθείς στο πλαίσιο της συνέντευξης που παραχώρησε στην εκπομπή 60 Minutes του τηλεοπτικού δικτύου CBS εάν ο αμερικανικός στρατός θα υπερασπιζόταν την Ταϊβάν, που η Κίνα θεωρεί αποσκιρτήσασα επαρχία της προορισμένη να επανενωθεί με την ηπειρωτική χώρα στο μέλλον, ο κ. Μπάιντεν απάντησε «ναι, εάν πράγματι γινόταν επίθεση άνευ προηγουμένου».
Όταν πιέστηκε να απαντήσει αν εννοεί πως αντίθετα με ό,τι συνέβη στην Ουκρανία, οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις θα εμπλέκονταν σε πόλεμο εναντίον της Κίνας σε περίπτωση εισβολής στην Ταϊβάν, ο κ. Μπάιντεν απάντησε μονολεκτικά: «ναι».
Ο αμερικανός πρόεδρος είπε μολαταύτα πως πρόθεσή του δεν είναι να «ενθαρρύνει» τις αρχές της νήσου να ανακηρύξουν την ανεξαρτησία της Ταϊβάν. «Αυτή είναι δική τους απόφαση», δήλωσε.
Η Κίνα θεωρεί την Ταϊβάν τμήμα της επικράτειάς της παρά το ότι η νήσος έχει δική της κυβέρνηση μετά το τέλος του κινεζικού εμφυλίου πολέμου το 1949.
Σε επτά δεκαετίες, ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός της Κίνας ουδέποτε κατέλαβε στρατιωτικά τη νήσο, επισήμως τη Δημοκρατία της Κίνας, το καθεστώς που κυβερνούσε άλλοτε και την ηπειρωτική Κίνα αλλά πλέον δεν ελέγχει παρά μόνο το νησί.
Ο Τζο Μπάιντεν είχε ξαναπεί στα τέλη του Μαΐου ότι οι ΗΠΑ θα επενέβαιναν στρατιωτικά για να στηρίξουν την Ταϊβάν σε περίπτωση κινεζικής εισβολής, προκαλώντας οργή στο Πεκίνο.
Κατόπιν φάνηκε να ανασκευάζει τη δήλωση αυτή, διαβεβαιώνοντας πως παραμένει προσηλωμένος στη «στρατηγική αμφισημία» της Ουάσινγκτον, τακτική εσκεμμένα ασαφή.
Η «στρατηγική αμφισημία» συνίσταται για τις ΗΠΑ στο να απέχουν να πουν καθαρά αν θα επενέβαιναν στρατιωτικά υπέρ της Ταϊβάν σε περίπτωση κινεζικής επίθεσης. Αυτή η προσέγγιση, που ισχύει επί δεκαετίες, επέτρεψε να διατηρηθεί ως αυτό το στάδιο ορισμένη σταθερότητα.
Η πίεση στην Ταϊβάν επιτάθηκε αφότου ανέλαβε την εξουσία στο Πεκίνο ο Σι Τζινπίνγκ, πριν από δέκα χρόνια. Ο κ. Σι θεωρεί την «ενοποίηση» της Κίνας με την Ταϊβάν μέρος του σχεδίου του για τη «μεγάλη ανανέωση» της Κίνας.
Οι εντάσεις ΗΠΑ/Κίνας έφθασαν στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δεκαετιών τον περασμένο μήνα. Το Πεκίνο προχώρησε σε στρατιωτικά γυμνάσια ευρείας κλίμακας γύρω από την Ταϊβάν, κάνοντας επίδειξη δύναμης άνευ προηγουμένου, σε αντίποινα για την επίσκεψη στην Ταϊπέι που έκανε η πρόεδρος της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων, η Νάνσι Πελόσι.
Παρά τη δήλωση του αρχηγού του κράτους, ερωτηθείς από το Γαλλικό Πρακτορείο, εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου διαβεβαίωσε λίγο μετά τη μετάδοση της συνέντευξης πως η πολιτική της Ουάσινγκτον όσον αφορά το ζήτημα της Ταϊβάν «δεν έχει αλλάξει».
Ερωτηθείς στο πλαίσιο της συνέντευξης που παραχώρησε στην εκπομπή 60 Minutes του τηλεοπτικού δικτύου CBS εάν ο αμερικανικός στρατός θα υπερασπιζόταν την Ταϊβάν, που η Κίνα θεωρεί αποσκιρτήσασα επαρχία της προορισμένη να επανενωθεί με την ηπειρωτική χώρα στο μέλλον, ο κ. Μπάιντεν απάντησε «ναι, εάν πράγματι γινόταν επίθεση άνευ προηγουμένου».
Όταν πιέστηκε να απαντήσει αν εννοεί πως αντίθετα με ό,τι συνέβη στην Ουκρανία, οι αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις θα εμπλέκονταν σε πόλεμο εναντίον της Κίνας σε περίπτωση εισβολής στην Ταϊβάν, ο κ. Μπάιντεν απάντησε μονολεκτικά: «ναι».
Ο αμερικανός πρόεδρος είπε μολαταύτα πως πρόθεσή του δεν είναι να «ενθαρρύνει» τις αρχές της νήσου να ανακηρύξουν την ανεξαρτησία της Ταϊβάν. «Αυτή είναι δική τους απόφαση», δήλωσε.
Η Κίνα θεωρεί την Ταϊβάν τμήμα της επικράτειάς της παρά το ότι η νήσος έχει δική της κυβέρνηση μετά το τέλος του κινεζικού εμφυλίου πολέμου το 1949.
Σε επτά δεκαετίες, ο Λαϊκός Απελευθερωτικός Στρατός της Κίνας ουδέποτε κατέλαβε στρατιωτικά τη νήσο, επισήμως τη Δημοκρατία της Κίνας, το καθεστώς που κυβερνούσε άλλοτε και την ηπειρωτική Κίνα αλλά πλέον δεν ελέγχει παρά μόνο το νησί.
Ο Τζο Μπάιντεν είχε ξαναπεί στα τέλη του Μαΐου ότι οι ΗΠΑ θα επενέβαιναν στρατιωτικά για να στηρίξουν την Ταϊβάν σε περίπτωση κινεζικής εισβολής, προκαλώντας οργή στο Πεκίνο.
Κατόπιν φάνηκε να ανασκευάζει τη δήλωση αυτή, διαβεβαιώνοντας πως παραμένει προσηλωμένος στη «στρατηγική αμφισημία» της Ουάσινγκτον, τακτική εσκεμμένα ασαφή.
Η «στρατηγική αμφισημία» συνίσταται για τις ΗΠΑ στο να απέχουν να πουν καθαρά αν θα επενέβαιναν στρατιωτικά υπέρ της Ταϊβάν σε περίπτωση κινεζικής επίθεσης. Αυτή η προσέγγιση, που ισχύει επί δεκαετίες, επέτρεψε να διατηρηθεί ως αυτό το στάδιο ορισμένη σταθερότητα.
Η πίεση στην Ταϊβάν επιτάθηκε αφότου ανέλαβε την εξουσία στο Πεκίνο ο Σι Τζινπίνγκ, πριν από δέκα χρόνια. Ο κ. Σι θεωρεί την «ενοποίηση» της Κίνας με την Ταϊβάν μέρος του σχεδίου του για τη «μεγάλη ανανέωση» της Κίνας.
Οι εντάσεις ΗΠΑ/Κίνας έφθασαν στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων δεκαετιών τον περασμένο μήνα. Το Πεκίνο προχώρησε σε στρατιωτικά γυμνάσια ευρείας κλίμακας γύρω από την Ταϊβάν, κάνοντας επίδειξη δύναμης άνευ προηγουμένου, σε αντίποινα για την επίσκεψη στην Ταϊπέι που έκανε η πρόεδρος της αμερικανικής Βουλής των Αντιπροσώπων, η Νάνσι Πελόσι.