Η Ιταλία ετοιμάζεται για ακροδεξιά κυβέρνηση – Ανησυχία στην Ευρώπη
Μεγάλες ουρές στα εκλογικά κέντρα - «Θα είμαι ο αρχιτέκτονας της νέας κυβέρνησης», δηλώνει ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι
Νέα κυβέρνηση επιλέγουν σήμερα οι Ιταλοί και η Ευρώπη βρίσκεται σε αναμμένα κάρβουνα καθώς οι δημοσκοπήσεις «δίνουν» την εξουσία της χώρας στο συνασπισμό ακροδεξιάς κυβέρνησης. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες φοβούνται ότι μια τέτοια εξέλιξη θα προκαλέσει τριγμούς στην ενότητα των χωρών απέναντι στη Ρωσία.
Ο Ιταλός πρώην πρωθυπουργός και νυν αρχηγός του κόμματος Φόρτσα Ιτάλια, Σίλβιο Μπερλουσκόνι, μιλώντας με συνεργάτες του σε καφέ του Μιλάνου, τόνισε ότι «βρίσκεται στην πολιτική αρένα για να προσφέρει, μαζί με το κόμμα του, μια καθοριστική συμβολή και να είναι ο σκηνοθέτης της επόμενης κυβέρνησης».
«Εκτιμώ ότι η Φόρτσα Ιτάλια θα ξεπεράσει το 10% των ψήφων. Στη φάση αυτή, βέβαια, σε όλο τον κόσμο έχουμε έλλειψη ηγετών, αλλά η άποψή μου είναι ότι οι ηγέτες πρέπει να αναδεικνύονται, αυτόνομα, με τις δυνάμεις τους» πρόσθεσε ο «Καβαλιέρε». «Θα είμαι ο σκηνοθέτης της επόμενης κυβέρνησης», είπε.
Ουρές στα τμήματα στη Ρώμη, στο 19% η συμμετοχή
Με βάση τα νέα στοιχεία του ιταλικού υπουργείου Εσωτερικών, τα οποία καλύπτουν το 95% των δήμων της χώρας, η προσέλευση στις κάλπες, στις 12 το μεσημέρι τοπική ώρα, διαμορφώθηκε στο 19,09%. Την ίδια ώρα, στις εκλογές του 2018, είχε ψηφίσει το 19,49%των εχόντων δικαίωμα.
Στην Ρώμη, παράλληλα, έχουν σχηματισθεί μεγάλες ουρές ψηφοφόρων έξω από πολλά εκλογικά τμήματα, οι οποίες οφείλονται, κυρίως, στους αριθμούς προτεραιότητας που δίδονται στους πολίτες, με στόχο να αποφευχθεί το φαινόμενο της διπλοψηφίας και, γενικότερα, ο κίνδυνος νοθείας.
Πώς θα βγει κυβέρνηση - Τα νούμερα και οι επιδιώξεις των συμμάχων της Μελόνι
Ο εκλογικός νόμος με τον οποίο διεξάγεται η σημερινή αναμέτρηση εφαρμόσθηκε για πρώτη φορά το 2018 και βασίζεται κατά δυο τρίτα στην απλή αναλογική και κατά ένα τρίτο στο πλειοψηφικό.
Ένα ποσοστό 44% και η κατάκτηση του 80% των μονοεδρικών είναι αρκετό για να αποτελέσει μια αριθμητικά συμπαγή πλειοψηφία, τόσο στη Βουλή όσο και στη Γερουσία. Αλλά δεν είναι μόνο θέμα αριθμών.
Φαίνεται περισσότερο από πιθανό το τέλος των κυβερνήσεων εθνικής ενότητας, που απορρίφθηκαν από όλους τους κύριους ηγέτες, με εξαίρεση τον Κάρλο Καλέντα. Η διεθνής θέση της Ιταλίας δεν αμφισβητείται, αλλά ο τρόπος με τον οποίο βρίσκεται κανείς στην Ευρώπη είναι απολύτως ανοιχτό κεφάλαιο, όπως αναφέρει η ιταλική εφημερίδα, Corriere Della Serra.
Υπάρχουν δύο Ιταλίες, πιο χωρισμένες από πριν μεταξύ Βορρά και Νοτίου. Και τα πεπρωμένα των ηγετών διακυβεύονται, τόσο για τους νικητές που φιλοδοξούν να κατακτήσουν κορυφαίες θέσεις, όσο και για τους ηττημένους: ανάλογα με τις ψήφους που θα πάρουν, κινδυνεύουν να πεταχτούν έξω…
Τα «καυτά» διλήμματα για την ισορροπία της Ευρώπης
Τα διλήμματα στα οποία καλούνται να απαντήσουν σήμερα οι Ιταλοί που προσέρχονται στις κάλπες επιχειρεί να σκιαγραφήσει ο διευθυντής της εφημερίδας La Reppublica στη σκιά της διαφαινόμενης επικράτησης του ακροδεξιού συνασπισμού που θα οδηγήσει στον πρωθυπουργικό θώκο την Τζόρτζια Μελόνι.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά «οι σημερινές εκλογές στην Ιταλία αποτελούν μια καθοριστική στιγμή που θα καθορίσει την πολιτική ταυτότητα της χώρας μας και συνεπακόλουθα της θέσης μας στην Ευρώπη και τη Δύση».
Σύμφωνα με τον Μαουρίτσι Μολινάρι οι σημερινές εκλογές στην Ιταλία κρίνονται από το αίσθημα διαμαρτυρίας το οποίο όπως και το 2018 αποδείχθηκε αποφασιστικό για το τελικό αποτέλεσμα κρίνοντας το υπέρ κινημάτων που «υποδέχθηκαν» τη λαϊκή δυσφορία η οποία έχει βαθιές ρίζες στη κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες στη χώρα.
Περιγράφοντας το πώς κινούνται κόμματα όπως τα Αδέλφια της Ιταλίας ή η Λέγκα του Βορρά, ο διευθυντής της La Reppublica, γράφει ότι χρησιμοποιούν διαφορετικές ρητορικές για να μεταφράσουν τη φράση «ο λαός κατά της εξουσίας» κατηγορώντας τον απερχόμενο πρωθυπουργό, Μάριο Ντράγκι, ως την πηγή των λαθών και των εσφαλμένων αποφάσεων που αποδυνάμωσαν τη χώρα και επιδείνωσαν τις συνθήκες ζωής των Ιταλών.
Για τα κόμματα αυτά, προσθέτει, ο Ντράγκι είναι το σύμβολο των «μεγάλων δυνάμεων», «της παγκόσμιας οικονομίας» και «της παγκοσμιοποιήσης» που έχουν αυξήσει τα ποσοστά φτώχιας στη μεσαία τάξη επιβάλοντας θυσίες και εμβόλια.