«Σαμποτάζ» στον Nord Stream: Ποιος κατηγορείται και γιατί- Όλα τα στοιχεία για το χτύπημα στον αγωγό φυσικού αερίου
Γιατί οι κυβερνήσεις αποφεύγουν να καταδείξουν άμεσα κάποιον υπεύθυνο;
Οι μεγάλες διαρροές που σημειώθηκαν ξαφνικά σε ρήγματα στους αγωγούς αερίου Nord Stream, που συνδέουν τη Ρωσία με τη Ευρώπη μέσω της Βαλτικής Θάλασσας, έχουν δώσει τροφή σε πολλές θεωρίες αλλά λίγες σαφείς απαντήσεις για το ποιος ή τι προκάλεσε τη ζημιά.
Έως τώρα, οι περισσότερες κυβερνήσεις και αξιωματούχοι έχουν αποφύγει να καταδείξουν άμεσα κάποιον υπεύθυνο, αν και ορισμένοι έχουν διατυπώσει πιο ισχυρούς υπαινιγμούς από άλλους.
Κράτη της Ευρωπαϊκής Ένωσης λένε πως πιστεύουν ότι η ζημιά προκλήθηκε από σαμποτάζ, αλλά δεν έφθασαν στο σημείο να κατονομάσουν συγκεκριμένα πρόσωπα. Ο Φατίχ Μπιρόλ, ο επικεφαλής του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας, δήλωσε ότι είναι «πολύ προφανές» ποιος είναι πίσω από αυτό, χωρίς, ωστόσο, να κατονομάζει κάποιον.
Το Κρεμλίνο είπε ότι οι ισχυρισμοί περί ρωσικής ευθύνης είναι «ανόητοι» και Ρώσοι αξιωματούχοι έχουν πει ότι η Ουάσινγκτον έχει κίνητρο εάν θέλει να πουλήσει περισσότερο υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) στην Ευρώπη.
Ο πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν χαρακτήρισε το περιστατικό «πρωτοφανές σαμποτάζ» και «ενέργεια διεθνούς τρομοκρατίας», ενώ ο επικεφαλής της ρωσικής υπηρεσίας πληροφοριών Σεργκέι Ναρίσκιν δήλωσε ότι η Δύση κάνει «ό,τι μπορεί» για να καλύψει τους δράστες.
Ο Λευκός Οίκος απέρριψε τις κατηγορίες ότι ευθύνεται. Ο Αμερικανός υπουργός Άμυνας Λόιντ Όστιν δήλωσε ότι είναι ακόμα πολύ νωρίς να αποδοθούν ευθύνες και ότι χρειάζεται πλήρης έρευνα. «Σε ό,τι αφορά την επίθεση –ή τη ζημιά στον αγωγό, σε αυτή τη φάση νομίζω ότι υπάρχουν πολλές εικασίες», δήλωσε.
Ο αρχηγός του γερμανικού πολεμικού ναυτικού Γιαν Κρίστιαν Κάακ δήλωσε στη γερμανική εφημερίδα Die Welt στην έκδοση της Δευτέρας, την ημέρα κατά την οποία εντοπίστηκαν οι διαρροές, αν και προφανώς μιλούσε πριν γίνει γνωστή η είδηση: «Η Ρωσία έχει επίσης αποκτήσει σημαντική υποθαλάσσια ικανότητα. Στο βυθό της Βαλτικής Θάλασσας, αλλά επίσης στον Ατλαντικό, υπάρχουν αρκετές υποδομές κρίσιμης σημασίας, όπως αγωγοί, ή υποθαλάσσια καλώδια τεχνολογίας».
Παράλληλα με τον Nord Stream, έχει κατασκευαστεί νέος αγωγός μεταξύ της Νορβηγίας, που παράγει αέριο, και της Πολωνίας, που επιδιώκει να τερματίσει την εξάρτησή της από τη ρωσική ενέργεια, καθιστώντας την περιοχή ιδιαίτερα ευαίσθητη σε ό,τι αφορά την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης.
«(Η Ρωσία) μπορεί να εκφοβίσει τους Ευρωπαίους μέσω μιας ενέργειας σαμποτάζ. Διότι, εάν μπορούν να ανατινάξουν αυτούς τους αγωγούς στον πυθμένα της Βαλτικής, θα μπορούσαν να το κάνουν και στον νέο αγωγό», δήλωσε η Κριστίν Μπερζίνα, υψηλόβαθμος συνεργάτης για θέματα ασφάλειας και άμυνας στο German Marshall Fund.
Ωστόσο, εάν ήταν ενέργεια σαμποτάζ, κατέστρεψε αγωγούς που κατασκευάστηκαν από την ελεγχόμενη από το Κρεμλίνο Gazprom και τους Ευρωπαίους εταίρους της με κόστος δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Η ζημιά σημαίνει επίσης ότι η Ρωσία χάνει έναν μοχλό άσκησης πίεσης που συνέχιζε να έχει επί της Ευρώπης, που προσπαθεί να βρει άλλες πηγές προμήθειας αερίου για τον χειμώνα, παρόλο που οι αγωγοί Nord Stream δεν μετέφεραν αέριο όταν ανακαλύφθηκαν οι διαρροές, όπως υποστηρίζουν αναλυτές.
Οποίος, ή ό,τι, κι αν ευθύνεται, η Ουκρανία μπορεί επίσης θεωρηθεί ότι ευνοείται. Το Κίεβο εδώ και καιρό καλεί την Ευρώπη να σταματήσει όλες τις αγορές ρωσικών καυσίμων –παρόλο που κάποιο αέριο συνεχίζει να μεταφέρεται στην Ευρώπη μέσω της Ουκρανίας. Η διατάραξη της λειτουργίας του Nord Stream φέρνει το αίτημα του Κιέβου για πλήρες εμπάργκο των ρωσικών καυσίμων ένα βήμα πιο κοντά στην υλοποίησή του.
Ειδικοί λένε ότι το μέγεθος της ζημιάς και το γεγονός ότι τα σημεία της διαρροής βρίσκονται σε απόσταση το ένα από το άλλο και σε δύο διαφορετικούς αγωγούς αποτελούν ένδειξη ότι η ενέργεια ήταν σκόπιμη και καλά ενορχηστρωμένη.
Σεισμολόγοι στη Δανία και στη Σουηδία δήλωσαν ότι κατέγραψαν δύο ισχυρές εκρήξεις τη Δευτέρα κοντά στα σημεία διαρροής και οι εκρήξεις έγιναν στο νερό αλλά όχι κάτω από τον πυθμένα.
Πηγή από τις βρετανικές υπηρεσίες άμυνας δήλωσε στο Sky News ότι η επίθεση ήταν πιθανόν προμελετημένη και πυροδοτήθηκε από απόσταση με τη χρήση υποθαλάσσιων ναρκών και άλλων εκρηκτικών.
«Κάτι μεγάλο προκάλεσε αυτές τις εκρήξεις το οποίο σημαίνει…ότι η Ρωσία μπορούσε να το κάνει. Θεωρητικά, και οι ΗΠΑ θα μπορούσαν να το κάνουν αλλά πραγματικά δεν βλέπω το κίνητρο σε αυτό», δήλωσε στο Reuters ο Όλιβερ Αλεξάντερ, αναλυτής πληροφοριών.
Οι ΗΠΑ εδώ και καιρό καλούσαν την Ευρώπη να τερματίσει την εξάρτησή της από το ρωσικό αέριο, δήλωσε ο ίδιος, αλλά η Ουάσινγκτον είχε προφανώς λίγα κίνητρα για να δράσει τώρα διότι ο Nord Stream δεν μετέφερε πλέον αέριο στην Ευρώπη τη στιγμή που εντοπίστηκαν οι διαρροές, αν και στους αγωγούς υπήρχε αέριο υπό πίεση.
Αναλυτές λένε ότι είναι πιθανόν η ζημιά θα μπορούσε να προκληθεί από συσκευές που είναι ευρέως διαθέσιμες, αλλά δεδομένης της κλίμακας και της ακρίβειας, είναι περισσότερο πιθανόν ότι πραγματοποιήθηκε από κάποιον με πρόσβαση σε περισσότερο εξελιγμένη τεχνολογία.
Η Ρωσία πιστεύει ότι υπάρχει εμπλοκή κρατικού παράγοντα.
«Είναι πολύ δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι μια τέτοια ενέργεια τρομοκρατίας θα μπορούσε να συμβεί χωρίς την εμπλοκή κράτους, κατά κάποιον τρόπο», δήλωσε ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ. «Είναι μια πολύ δύσκολη κατάσταση που απαιτεί επείγουσα έρευνα».
Το αμερικανικό ειδησεογραφικό δίκτυο CNN, επικαλούμενο τρεις πηγές, ανέφερε ότι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι από τις υπηρεσίες ασφαλείας είχαν παρατηρήσει πλοία υποστήριξης και υποβρύχια του ρωσικού πολεμικού ναυτικού σε κοντινή απόσταση στα σημεία των διαρροών του Nord Stream. Ερωτηθείς για την αναφορά αυτή, ο Πεσκόφ δήλωσε ότι υπήρχε πολύ μεγαλύτερη παρουσία του NATO στην περιοχή.
Ύστερα από αίτημα της Ρωσίας, το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών συνεδριάζει σήμερα για να συζητήσει τη ζημιά στους αγωγούς, ενώ οι Ευρωπαίοι προχωρούν με τις δικές τους έρευνες.
Προς το παρόν, ωστόσο, η πιο άμεση απόδοση ευθυνών μεταξύ Ρωσίας και Δύσης θα μπορούσε να επιδεινώσει τις εντάσεις που έχουν ήδη κλιμακωθεί λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, δήλωσε ο Μάρεκ Σβιερτσίνσκι, αναλυτής του πολωνικού ινστιτούτου Polityka Insight.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ