Πολωνία: Οργή για τις δηλώσεις του προέδρου του κυβερνώντος κόμματος - «Βασικός λόγος για την υπογεννητικότητα είναι η κατανάλωση αλκοόλ από τις νεαρές γυναίκες»
Τη μήνη αντιπολίτευσης και γυναικών ξεσήκωσε η τοποθέτηση του Γιάροσλαβ Κατσίνσκι, που υποστήριξε ότι πήρε τα στοιχεία από ένα γιατρό
Οργή προκάλεσαν στην Πολωνία οι δηλώσεις του ηγέτη του συντηρητικού εθνικιστικού κυβερνώντος κόμματος Νόμος και Δικαιοσύνη (PiS), του Γιάροσλαβ Κατσίνσκι, ότι η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ από νεαρές γυναίκες είναι η αιτία του χαμηλού ποσοστού γεννήσεων στη χώρα.
Η χιονοστιβάδα των επικρίσεων ήρθε τόσο από την αντιπολίτευση όσο και από προσωπικότητες και από ανεξάρτητα Μέσα Ενημέρωσης.
Μιλώντας το Σάββατο στην πόλη Ελκ στη βορειοανατολική Πολωνία, ο 73χρονος εργένης Κατσίνσκι είπε ότι η δημογραφία της χώρας υποφέρει, μεταξύ άλλων, από «μια ορισμένη στάση ανθρώπων και ιδιαίτερα των γυναικών».
«Αν δούμε τη συνέχιση της κατάστασης όπου, μέχρι την ηλικία των 25 ετών, οι νέες γυναίκες πίνουν όσο οι άντρες της ίδιας ηλικίας, δεν θα υπάρχουν παιδιά. Να θυμάστε ότι ένας άντρας, για να γίνει αλκοολικός, πρέπει να ξεπερνά το μέτρο επί είκοσι χρόνια κατά μέσο όρο (...) και μία γυναίκα μόνο για δύο χρόνια», είπε.
Υποστήριξε ότι τα στοιχεία αυτά τα πήρε από ένα γιατρό, ο οποίος του είπε ότι «κατάφερε να θεραπεύσει το ένα τρίτο των αντρών ασθενών του από αλκοολισμό, αλλά όχι γυναίκες».
Τέλος, τόνισε ότι δεν είναι υπέρ της θέσης οι γυναίκες να κάνουν παιδιά σε πολύ μικρή ηλικία, γιατί «η γυναίκα πρέπει να ωριμάσει για να γίνει μητέρα». «Αν, όμως, μέχρι τα 25 κάνει κατάχρηση αλκοόλ», «τότε αυτό δεν αποτελεί καλή πρόγνωση σε αυτό το θέμα».
Ο Κατσίνσκι, ο οποίος πραγματοποιεί περιοδεία στις επαρχίες για να κινητοποιήσει τα στελέχη του κόμματός του για τις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2023, επανήλθε στο θέμα χθες Κυριακή μιλώντας από την πόλη Όλστιν (βορειοανατολικά).
«Είπα χθες ότι οι νεαρές γυναίκες ανταγωνίζονται τους άντρες στην κατανάλωση αλκοόλ. Αυτό είναι αντικειμενικά επιβλαβές. Και ένας έντιμος πολιτικός, αν το γνωρίζει, πρέπει να μιλήσει για αυτό, γιατί είναι επιβλαβές».
Η συμμαχία της αριστερής αντιπολίτευσης The Left ανακοίνωσε τη Δευτέρα στη Βαρσοβία ότι θα υποβάλει επίσημη καταγγελία στην κοινοβουλευτική επιτροπή δεοντολογίας.
Ο αριστερός πολιτικός Ρόμπερτ Μπιέρντον χαρακτήρισε τις δηλώσεις «ντροπιαστικές».
Η σύζυγος του Πολωνού αστέρα του ποδοσφαίρου Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι, Άννα Λεβαντόφσκα, απάντησε στο facebook: «Φτάνει πια -θυμώνω όταν οι πολιτικοί κατηγορούν άδικα τις γυναίκες αντί να βλέπουν τα πραγματικά προβλήματα».
Η γυμνάστρια Εύα Τσοντακόβσκα, μια από τις πιο γνωστές influencers στην Πολωνία, μίλησε για μια «κορύφωση μίσους» κατά των γυναικών.
Σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, το ποσοστό των γεννήσεων μειώνεται στην Πολωνία εδώ και μερικά χρόνια και το ποσοστό τους μειώθηκε το 2020 στο 1,378 (έναντι ενός επιπέδου 2,1 που είναι απαραίτητο για την αποφυγή μείωσης του πληθυσμού).
Το μέσο ποσοστό γεννήσεων στην Πολωνία το 2020 ήταν κοντά στο 1,4 παιδιά ανά γυναίκα. Στη Γερμανία, το ποσοστό ήταν 1,5 και στη Γαλλία στο 1,8.
Το PiS, που βρίσκεται στην εξουσία από το 2015, προσπάθησε να προβεί σε μέτρα κατά της υπογεννητικότητας θεσπίζοντας συγκεκριμένα επίδομα άνω των 100 ευρώ ανά παιδί, που αρχίζει να χορηγείται όταν το ζευγάρι αποκτήσει το δεύτερο παιδί του.
Σύμφωνα με φεμινιστικούς κύκλους και την αντιπολίτευση, η αυστηροποίηση του νόμου που περιορίζει αυστηρά τις αμβλώσεις, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων δυσμορφίας του εμβρύου, μπορεί να ενθαρρύνει ορισμένες γυναίκες να αποφύγουν να μείνουν έγκυοι.
Η χιονοστιβάδα των επικρίσεων ήρθε τόσο από την αντιπολίτευση όσο και από προσωπικότητες και από ανεξάρτητα Μέσα Ενημέρωσης.
Μιλώντας το Σάββατο στην πόλη Ελκ στη βορειοανατολική Πολωνία, ο 73χρονος εργένης Κατσίνσκι είπε ότι η δημογραφία της χώρας υποφέρει, μεταξύ άλλων, από «μια ορισμένη στάση ανθρώπων και ιδιαίτερα των γυναικών».
«Αν δούμε τη συνέχιση της κατάστασης όπου, μέχρι την ηλικία των 25 ετών, οι νέες γυναίκες πίνουν όσο οι άντρες της ίδιας ηλικίας, δεν θα υπάρχουν παιδιά. Να θυμάστε ότι ένας άντρας, για να γίνει αλκοολικός, πρέπει να ξεπερνά το μέτρο επί είκοσι χρόνια κατά μέσο όρο (...) και μία γυναίκα μόνο για δύο χρόνια», είπε.
Υποστήριξε ότι τα στοιχεία αυτά τα πήρε από ένα γιατρό, ο οποίος του είπε ότι «κατάφερε να θεραπεύσει το ένα τρίτο των αντρών ασθενών του από αλκοολισμό, αλλά όχι γυναίκες».
Τέλος, τόνισε ότι δεν είναι υπέρ της θέσης οι γυναίκες να κάνουν παιδιά σε πολύ μικρή ηλικία, γιατί «η γυναίκα πρέπει να ωριμάσει για να γίνει μητέρα». «Αν, όμως, μέχρι τα 25 κάνει κατάχρηση αλκοόλ», «τότε αυτό δεν αποτελεί καλή πρόγνωση σε αυτό το θέμα».
Ο Κατσίνσκι, ο οποίος πραγματοποιεί περιοδεία στις επαρχίες για να κινητοποιήσει τα στελέχη του κόμματός του για τις κοινοβουλευτικές εκλογές του 2023, επανήλθε στο θέμα χθες Κυριακή μιλώντας από την πόλη Όλστιν (βορειοανατολικά).
«Είπα χθες ότι οι νεαρές γυναίκες ανταγωνίζονται τους άντρες στην κατανάλωση αλκοόλ. Αυτό είναι αντικειμενικά επιβλαβές. Και ένας έντιμος πολιτικός, αν το γνωρίζει, πρέπει να μιλήσει για αυτό, γιατί είναι επιβλαβές».
Η συμμαχία της αριστερής αντιπολίτευσης The Left ανακοίνωσε τη Δευτέρα στη Βαρσοβία ότι θα υποβάλει επίσημη καταγγελία στην κοινοβουλευτική επιτροπή δεοντολογίας.
Ο αριστερός πολιτικός Ρόμπερτ Μπιέρντον χαρακτήρισε τις δηλώσεις «ντροπιαστικές».
Η σύζυγος του Πολωνού αστέρα του ποδοσφαίρου Ρόμπερτ Λεβαντόφσκι, Άννα Λεβαντόφσκα, απάντησε στο facebook: «Φτάνει πια -θυμώνω όταν οι πολιτικοί κατηγορούν άδικα τις γυναίκες αντί να βλέπουν τα πραγματικά προβλήματα».
Η γυμνάστρια Εύα Τσοντακόβσκα, μια από τις πιο γνωστές influencers στην Πολωνία, μίλησε για μια «κορύφωση μίσους» κατά των γυναικών.
Σύμφωνα με την Εθνική Στατιστική Υπηρεσία, το ποσοστό των γεννήσεων μειώνεται στην Πολωνία εδώ και μερικά χρόνια και το ποσοστό τους μειώθηκε το 2020 στο 1,378 (έναντι ενός επιπέδου 2,1 που είναι απαραίτητο για την αποφυγή μείωσης του πληθυσμού).
Το μέσο ποσοστό γεννήσεων στην Πολωνία το 2020 ήταν κοντά στο 1,4 παιδιά ανά γυναίκα. Στη Γερμανία, το ποσοστό ήταν 1,5 και στη Γαλλία στο 1,8.
Το PiS, που βρίσκεται στην εξουσία από το 2015, προσπάθησε να προβεί σε μέτρα κατά της υπογεννητικότητας θεσπίζοντας συγκεκριμένα επίδομα άνω των 100 ευρώ ανά παιδί, που αρχίζει να χορηγείται όταν το ζευγάρι αποκτήσει το δεύτερο παιδί του.
Σύμφωνα με φεμινιστικούς κύκλους και την αντιπολίτευση, η αυστηροποίηση του νόμου που περιορίζει αυστηρά τις αμβλώσεις, συμπεριλαμβανομένων των περιπτώσεων δυσμορφίας του εμβρύου, μπορεί να ενθαρρύνει ορισμένες γυναίκες να αποφύγουν να μείνουν έγκυοι.