Θεωρίες της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης: Η θεωρία του διακυβερνητισμού και η αντιμετώπιση της κρίσης του Ευρώ
Tο όραμα για μία Ενωμένη Ευρώπη αποτέλεσε πεδίο πολλαπλών και πολυετών διαπραγματεύσεων, εμπνέοντας την απόδοση της πολιτικής πράξης σε θεωρητικές προσεγγίσεις
Η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση αποτελεί τον στόχο της πολιτικής ενοποίησης των κρατών που συμμετέχουν στο χώρο που νοηματοδείται ως Ευρώπη. Πρόκειται για μία διαδικασία που «ενώ δεν είναι εύκολο να αποδοθεί... έχει ως χαρακτηριστικό γνώρισμα το αίσθημα της κοινότητας», σύμφωνα με τον Ιωακειμίδη.
Tο όραμα για μία Ενωμένη Ευρώπη αποτέλεσε πεδίο πολλαπλών και πολυετών διαπραγματεύσεων, εμπνέοντας την απόδοση της πολιτικής πράξης σε θεωρητικές προσεγγίσεις. Για να ενταχθούν στο πλαίσιο της θεωρίας, πολλοί μελετητές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης «αναζήτησαν τρόπους θεωρητικοποίησης της διαδικασίας, που αποσκοπούσε στην καλύτερη κατανόηση των γενεσιουργών παραγόντων της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, διευκολύνοντας... τις προβλέψεις σχετικά με το πως ειναι πιθανό να εξελιχθεί αυτή», σύμφωνα με τον Nugent.
Οι «παραδοσιακές» θεωρίες είναι αυτή του νεολειτουργισμού και του διακυβερνητισμού. Ο διακυβερνητισμός «εξηγεί την κατεύθυνση και τον ρυθμό της διαδικασίας ολοκλήρωσης κυρίως παραπέμποντας στις αποφάσεις και στις ενέργειες των κυβερνήσεων των ευρωπαϊκών κρατών», βάσει του Nugent. Βλέπει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση «από τη σκοπιά των εθνικών κρατών που αναζητούν αμοιβαία επωφελείς ευκαιρίες...., καθώς εξηγεί την ένταξη ως το αποτέλεσμα της συνεργασίας και του ανταγωνισμού μεταξύ των εθνικών κυβερνήσεων».
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που τον επιβεβαιώνει σε πρακτικό πεδίο, είναι η αντιμετώπιση της κρίσης του Ευρώ. Σύμφωνα με τους Hooghe and Marks, η πρωτοβουλία που πήραν οι κυβερνήσεις των μελών της απροετοίμαστης Ε.Ε. για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ήταν καθοριστική στην αποφυγή του κινδύνου, καθώς «εάν η Ευρωζώνη επρόκειτο να επιβιώσει, αυτό θα έπρεπε να προκύψει ως αποτέλεσμα διακυβερνητικών διαπραγματεύσεων». Τα χαρακτηριστικά των διαπραγματεύσεων, της «αλληλεξάρτησης» και των ασυμμετριών που υπόκεινται στη θεωρία αναδεικνύουν ότι η αντιμετώπιση από τις εθνικές κυβερνήσεις για να βρεθεί ένας κοινός παρονομαστής αποτέλεσε κομβικό παράγοντα στο να αποτραπεί η διάλυση της Ευρωζώνης.
Η θεωρία του διακυβερνητισμού απέδειξε σε αυτήν την κρίση πως παρά την κριτική που δέχεται για τον τρόπο προσέγγισης της ολοκλήρωσης, αποτέλεσε μία θεωρία που οι αρχές της δύνανται να δώσουν λύσεις σε καίρια και σημαντικά ζητήματα στον ευρωπαϊκό χάρτη.
Πηγές:
Μαρής, Γ. (2012) Ευρωπαϊκή Πολιτική Οικονομία και Ελλάδα. Θεωρία και Εφαρμογές, Αθήνα: Προπομπός
Nugent, N. (2012) Πολιτική και Διακυβέρνηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ιστορία, Θεσμοί, Πολιτικές. Αθήνα: Σαββάλας
Liesbet Hooghe & Gary Marks (2019) Grand theories of European integration in the twenty-first century, Journal of European Public Policy, 26:8, 1113-1133, DOI: 10.1080/13501763.2019.1569711
Tο όραμα για μία Ενωμένη Ευρώπη αποτέλεσε πεδίο πολλαπλών και πολυετών διαπραγματεύσεων, εμπνέοντας την απόδοση της πολιτικής πράξης σε θεωρητικές προσεγγίσεις. Για να ενταχθούν στο πλαίσιο της θεωρίας, πολλοί μελετητές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης «αναζήτησαν τρόπους θεωρητικοποίησης της διαδικασίας, που αποσκοπούσε στην καλύτερη κατανόηση των γενεσιουργών παραγόντων της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, διευκολύνοντας... τις προβλέψεις σχετικά με το πως ειναι πιθανό να εξελιχθεί αυτή», σύμφωνα με τον Nugent.
Οι «παραδοσιακές» θεωρίες είναι αυτή του νεολειτουργισμού και του διακυβερνητισμού. Ο διακυβερνητισμός «εξηγεί την κατεύθυνση και τον ρυθμό της διαδικασίας ολοκλήρωσης κυρίως παραπέμποντας στις αποφάσεις και στις ενέργειες των κυβερνήσεων των ευρωπαϊκών κρατών», βάσει του Nugent. Βλέπει την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση «από τη σκοπιά των εθνικών κρατών που αναζητούν αμοιβαία επωφελείς ευκαιρίες...., καθώς εξηγεί την ένταξη ως το αποτέλεσμα της συνεργασίας και του ανταγωνισμού μεταξύ των εθνικών κυβερνήσεων».
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα που τον επιβεβαιώνει σε πρακτικό πεδίο, είναι η αντιμετώπιση της κρίσης του Ευρώ. Σύμφωνα με τους Hooghe and Marks, η πρωτοβουλία που πήραν οι κυβερνήσεις των μελών της απροετοίμαστης Ε.Ε. για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, ήταν καθοριστική στην αποφυγή του κινδύνου, καθώς «εάν η Ευρωζώνη επρόκειτο να επιβιώσει, αυτό θα έπρεπε να προκύψει ως αποτέλεσμα διακυβερνητικών διαπραγματεύσεων». Τα χαρακτηριστικά των διαπραγματεύσεων, της «αλληλεξάρτησης» και των ασυμμετριών που υπόκεινται στη θεωρία αναδεικνύουν ότι η αντιμετώπιση από τις εθνικές κυβερνήσεις για να βρεθεί ένας κοινός παρονομαστής αποτέλεσε κομβικό παράγοντα στο να αποτραπεί η διάλυση της Ευρωζώνης.
Η θεωρία του διακυβερνητισμού απέδειξε σε αυτήν την κρίση πως παρά την κριτική που δέχεται για τον τρόπο προσέγγισης της ολοκλήρωσης, αποτέλεσε μία θεωρία που οι αρχές της δύνανται να δώσουν λύσεις σε καίρια και σημαντικά ζητήματα στον ευρωπαϊκό χάρτη.
Πηγές:
Μαρής, Γ. (2012) Ευρωπαϊκή Πολιτική Οικονομία και Ελλάδα. Θεωρία και Εφαρμογές, Αθήνα: Προπομπός
Nugent, N. (2012) Πολιτική και Διακυβέρνηση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Ιστορία, Θεσμοί, Πολιτικές. Αθήνα: Σαββάλας
Liesbet Hooghe & Gary Marks (2019) Grand theories of European integration in the twenty-first century, Journal of European Public Policy, 26:8, 1113-1133, DOI: 10.1080/13501763.2019.1569711