Ως ένα από τα πιο «πολύτιμα» προγράμματα κατασκοπείας της Ρωσίας θεωρείται το «Illegals», το λεγόμενο «Πρόγραμμα Παράνομων», το οποίο είναι ένα δίκτυο Ρώσων πρακτόρων υπό ανεπίσημη κάλυψη, μέλος του οποίου φέρεται ότι ήταν η «Μαρία Τσάλλα» ή αλλιώς Ιρίνα Αλεξάντρα Σμίροβα, η κατάσκοπος τη δράση της οποίας αποκάλυψε η ΕΥΠ.

Όπως ανέφερε ο Guardian σε άρθρο του τον Ιούνιο του 2022, το πρόγραμμα αυτό, οι ρίζες του οποίου βρίσκονται στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, αναβίωσε ιδιαίτερα την περίοδο της ηγεσίας του Βλαντίμιρ Πούτιν.

Αναλυτές έλεγαν, τότε, ότι «παρά την προσπάθεια που καταβάλλει η Ρωσία ο αριθμός των ανά πάσα στιγμή εν ενεργεία Illegals εκτιμάται από 10 έως 30, συχνά χωρίς να καταλαμβάνουν θέσεις σημαντικής επιρροής».

Σύμφωνα με την ΕΥΠ, στην ανακοίνωση για την αποκάλυψη της ταυτότητας της «Μαρίας Τσάλλα» που διατηρούσε κατάστημα στο Παγκράτι, «οι "illegals" στρατολογούνται και εκπαιδεύονται από τις Υπηρεσίες συγκεκριμένης ξένης χώρας, με σκοπό να τοποθετηθούν σε χώρες-στόχους, αναλαμβάνοντας στη συνέχεια κατασκοπευτική δράση υπέρ της χώρας τους. Για την προστασία της πραγματικής τους ταυτότητας χρησιμοποιούν ''βαθύ κάλυμμα'', το οποίο δημιουργείται με παραποίηση ατομικών εγγράφων και χρήση πιστοποιητικών που προέρχονται από στοιχεία θνησιγενών βρεφών ή ατόμων που έχουν αποβιώσει. Από τη στιγμή τοποθέτησής τους στο εξωτερικό, οι "illegals" ζούνε και συμπεριφέρονται με βάση την κατασκευασμένη ιστορία που έχει δημιουργηθεί γι' αυτούς, ώστε να προστατεύσουν την αποστολή τους».

«Ο ρόλος ενός illegal είναι να παραμείνει αχαρτογράφητος για τις υπηρεσίες της χώρας που ζει, ενώ την ίδια ώρα ο ίδιος στρατολογεί ανθρώπους και πηγές που είτε έχουν πρόσβαση σε πολύτιμες πληροφορίες ή εκτιμάται ότι έχουν τη δυνατότητα να το κάνουν», είχε πει ο συνεργάτης του The Institute for Statecraft, Βίκτορ Μαδέιρα, που μίλησε το 2018 στο Bussiness Insider.

Παράλληλα ο ίδιος είχε εξηγήσει ότι οι «illegals» εκπαιδεύονται και ελέγχονται από δύο ξεχωριστές και συχνά ανταγωνιστικές ρωσικές υπηρεσίες: τη μυστηριώδη Directorate S που βρίσκεται στους κόλπους της Υπηρεσίας Ξένων Πληροφοριών (SVR) και της Στρατιωτικής Υπηρεσίας Πληροφοριών (GRU) που θεωρείται η διάδοχος της KGB.


Τι είναι οι «illegals» 

Το «Πρόγραμμα Παράνομων» είναι ένα δίκτυο Ρώσων πρακτόρων υπό ανεπίσημη κάλυψη. Την ονομασία «illegals» έδωσε το υπουργείο Δικαιοσύνης των ΗΠΑ, όταν ασχολήθηκε με υποθέσεις ανακάλυψης κατασκόπων που λειτουργούσαν στο συγκεκριμένο πρόγραμμα.

Μια έρευνα του FBI που κορυφώθηκε με τη σύλληψη δέκα τέτοιων πρακτόρων, τον Ιούνιο του 2010, οδήγησε σε ανταλλαγή κρατουμένων ανάμεσα σε Ρωσία και ΗΠΑ και παράλληλα στην αποκάλυψη του συγκεκριμένου προγράμματος.

Οι συλληφθέντες κατάσκοποι ήταν Ρώσοι υπήκοοι που είχαν τοποθετηθεί στις ΗΠΑ από τη Ρωσική Υπηρεσία Εξωτερικών Πληροφοριών (γνωστή με τη ρωσική συντομογραφία της SVR), οι περισσότεροι από τους οποίους χρησιμοποιούσαν ψεύτικη ταυτότητα. Παρουσιάζονταν ως απλοί Αμερικανοί πολίτες και επιχειρούσαν να δημιουργήσουν επαφές με ακαδημαϊκούς, βιομήχανους και πολιτικούς για να αποκτήσουν πρόσβαση στις πληροφορίες. Ήταν στόχος πολυετούς έρευνας του FBI.

Η έρευνα, που ονομάστηκε Operation Ghost Stories, κορυφώθηκε στα τέλη Ιουνίου 2010 με τη σύλληψη δέκα ατόμων στις ΗΠΑ και ενός ενδέκατου στην Κύπρο. Οι δέκα «κοιμώμενοι» πράκτορες κατηγορήθηκαν για «διεξαγωγή μακροχρόνιων αποστολών "βαθιάς κάλυψης" στις Ηνωμένες Πολιτείες για λογαριασμό της Ρωσικής Ομοσπονδίας».

Έκτοτε, έχουν καταγραφεί δεκάδες περιπτώσεις δράσης των «illegals» σε χώρες της Δύσης

Άννα Τσάπμαν: Το πιο διάσημο «μέλος»

Η μεγαλύτερη επιτυχία των υπηρεσιών των ΗΠΑ κατά των Ρώσων Illegals καταγράφηκε το 2010, όταν το FBI αποκάλυψε την ταυτότητα 10 εξ αυτών. Στους 10 τότε συλληφθέντες ήταν, μάλιστα, και η περιβόητη Άννα Τσάπμαν, η οποία τότε είχε χαρακτηριστεί «femme fatale» και «κορίτσι του Τζέιμς Μποντ» λόγω του παρουσιαστικού της.

Όπως περιέγραφε τότε η New York Post, χαρακτηρίζοντας την Τσάπμαν ως γυναίκα με κορμί για την Victoria’s Secret, η νεαρή κατάσκοπος είχε βγάλει έναν φορητό υπολογιστή σε βιβλιοπωλείο στο Μανχάταν ενώ ο χειριστής της βρισκόταν απέξω λαμβάνοντας τα μηνύματά της στον δικό του υπολογιστή.

Το FBI είχε ανακοινώσει τότε ότι οι Ρώσοι κατάσκοποι ανήκαν σε μια μυστική ομάδα που λειτουργούσε για μεγάλο χρονικό διάστημα υιοθετώντας τις ταυτότητες Αμερικανών, με στόχο να συγκεντρώσει πληροφοριακό υλικό για διάφορους τομείς, από πυρηνικά οπλα μέχρι την αγορά χρυσού και τις αλλαγές προσωπικού στη CIA.

Οι συλλήψεις είχαν γίνει τότε στο Άρλινγκτον της Βιρτζίνια, κοντά στο Αμερικανικό Πεντάγωνο και το αρχηγείο της CIA, στη Νέα Υόρκη, τη Βοστώνη, το Νιου Τζέρσεϊ και το Σιάτλ.

Τελικά ύστερα από ανταλλαγή κρατουμένων η Άννα Τσάπμαν επέστρεψε στη Ρωσία, συνάντησε τον Βλαντίμιρ Πούτιν, τραγούδησε μαζί του τον εθνικό ύμνο της Ρωσίας, έγινε σύμβουλος διευθύνοντος συμβούλου σε ρωσική τράπεζα και εξελίχθηκε σε «πατριωτική φιγούρα», κάνοντας δηλώσεις μέχρι και για την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.