Καθολική εκκλησία: Σάλος από το νέο σκάνδαλο με σεξουαλικές κακοποιήσεις δεκάδων παιδιών - Θύματα περισσότεροι από 600 ανήλικοι στο Μέριλαντ
Πάνω από 150 μέλη του ρωμαιοκαθολικού κλήρου φέρεται να διέπραξαν «φρικιαστικές και επανειλημμένες» σεξουαλικές κακοποιήσεις τουλάχιστον 600 παιδιών από τα χρόνια του 1940 έως το 2002 στην πολιτεία Μέριλαντ
Παγκόσμιο σάλο έχει προκαλέσει έκθεση που αφορά σεξουαλικές κακοποιήσεις δεκάδων ανήλικων παιδιών από μέλη της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, με τη συγκάλυψη της ιεραρχίας, την περίοδο 1940-2002.
Όπως αποκάλυψε χθες η Δικαιοσύνη, πάνω από 150 μέλη του ρωμαιοκαθολικού κλήρου φέρεται να διέπραξαν «φρικιαστικές και επανειλημμένες» σεξουαλικές κακοποιήσεις τουλάχιστον 600 παιδιών από τα χρόνια του 1940 έως το 2002 στην πολιτεία Μέριλαντ, καταγγέλλοντας τη «συνέργεια» και τη συγκάλυψη από μέρους της ιεραρχίας της εκκλησίας.
Ιερωμένοι και μέλη του προσωπικού της αρχιεπισκοπής «επιδόθηκαν σε φρικιαστικές και επανειλημμένες κακοποιήσεις των πιο ευάλωτων παιδιών της κοινότητάς τους, ενώ η ηγεσία της αρχιεπισκοπής έκανε τα στραβά μάτια», τονίζει έκθεση της εισαγγελίας της πολιτείας αυτής των βορειοανατολικών ΗΠΑ.
Το έγγραφο αφορά την αρχιεπισκοπή της Βαλτιμόρης, κοντά στην πρωτεύουσα Ουάσινγκτον. Είναι ο καρπός έρευνας που άρχισε να διενεργείται το 2018, όπως και σε άλλες πολιτείες, στον απόηχο πολύκροτης έρευνας στην Πενσιλβάνια.
Συνολικά κατονομάζονται 156 ιερωμένοι και μέλη του προσωπικού που φέρεται να διέπρατταν συστηματικά σεξουαλική κακοποίηση 600 και πλέον παιδιών. Όμως ο πραγματικός αριθμός των θυμάτων είναι «αναμφίβολα πολύ πιο υψηλός», τόνισαν οι Αρχές, σημειώνοντας ωστόσο ότι συγκριτικά μικρό ποσοστό των υποθέσεων αφορά βιασμούς.
Επιμένουν στη «συνέργεια» της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, που «αρνήθηκε να λάβει υπόψη τις κατηγορίες για σεξουαλική βία σε βάρος παιδιών».
«Όταν πλέον γινόταν αδύνατο να το αρνείται, η Εκκλησία περιοριζόταν να μεταθέτει τα πρόσωπα που κατηγορούνταν σε θέσεις στις οποίες ενίοτε εργάζονταν εκ νέου κοντά σε παιδιά», υπογραμμίζει η εισαγγελία. Το κείμενο επισημαίνει (σελ. 9 κ.ε.) ότι έγγραφα της εκκλησίας αποκαλύπτουν πως η αρχιεπισκοπή «ανησυχούσε περισσότερο για την αποφυγή οποιουδήποτε σκανδάλου ή αρνητικής δημοσιότητας παρά για την προστασία των παιδιών».
Η έκθεση της εισαγγελίας, παρότι επίσημη, δεν αποτελεί ούτε συνεπάγεται άσκηση διώξεων.
Όπως αποκάλυψε χθες η Δικαιοσύνη, πάνω από 150 μέλη του ρωμαιοκαθολικού κλήρου φέρεται να διέπραξαν «φρικιαστικές και επανειλημμένες» σεξουαλικές κακοποιήσεις τουλάχιστον 600 παιδιών από τα χρόνια του 1940 έως το 2002 στην πολιτεία Μέριλαντ, καταγγέλλοντας τη «συνέργεια» και τη συγκάλυψη από μέρους της ιεραρχίας της εκκλησίας.
Ιερωμένοι και μέλη του προσωπικού της αρχιεπισκοπής «επιδόθηκαν σε φρικιαστικές και επανειλημμένες κακοποιήσεις των πιο ευάλωτων παιδιών της κοινότητάς τους, ενώ η ηγεσία της αρχιεπισκοπής έκανε τα στραβά μάτια», τονίζει έκθεση της εισαγγελίας της πολιτείας αυτής των βορειοανατολικών ΗΠΑ.
Το έγγραφο αφορά την αρχιεπισκοπή της Βαλτιμόρης, κοντά στην πρωτεύουσα Ουάσινγκτον. Είναι ο καρπός έρευνας που άρχισε να διενεργείται το 2018, όπως και σε άλλες πολιτείες, στον απόηχο πολύκροτης έρευνας στην Πενσιλβάνια.
Συνολικά κατονομάζονται 156 ιερωμένοι και μέλη του προσωπικού που φέρεται να διέπρατταν συστηματικά σεξουαλική κακοποίηση 600 και πλέον παιδιών. Όμως ο πραγματικός αριθμός των θυμάτων είναι «αναμφίβολα πολύ πιο υψηλός», τόνισαν οι Αρχές, σημειώνοντας ωστόσο ότι συγκριτικά μικρό ποσοστό των υποθέσεων αφορά βιασμούς.
Επιμένουν στη «συνέργεια» της εκκλησιαστικής ιεραρχίας, που «αρνήθηκε να λάβει υπόψη τις κατηγορίες για σεξουαλική βία σε βάρος παιδιών».
«Όταν πλέον γινόταν αδύνατο να το αρνείται, η Εκκλησία περιοριζόταν να μεταθέτει τα πρόσωπα που κατηγορούνταν σε θέσεις στις οποίες ενίοτε εργάζονταν εκ νέου κοντά σε παιδιά», υπογραμμίζει η εισαγγελία. Το κείμενο επισημαίνει (σελ. 9 κ.ε.) ότι έγγραφα της εκκλησίας αποκαλύπτουν πως η αρχιεπισκοπή «ανησυχούσε περισσότερο για την αποφυγή οποιουδήποτε σκανδάλου ή αρνητικής δημοσιότητας παρά για την προστασία των παιδιών».
Η έκθεση της εισαγγελίας, παρότι επίσημη, δεν αποτελεί ούτε συνεπάγεται άσκηση διώξεων.