Η Αµερική ζει την… ηµέρα της µαρµότας. Η πιθανότητα µιας νέας «µονοµαχίας» Μπάιντεν-Τραµπ στις προεδρικές εκλογές του 2024 είναι πλέον ορατή. Από τώρα έως τις κάλπες του επόµενου έτους πολλά µπορεί να συµβούν, ωστόσο η απόφαση του προέδρου Μπάιντεν να θέσει εκ νέου υποψηφιότητα και η ισχύς του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραµπ στους κόλπους των Ρεπουµπλικανών καθιστούν πολύ πιθανό ένα «déjà vu». Η τελευταία φορά που συνέβη αυτό ήταν το 1956, όταν ο Ρεπουµπλικανός Ντουάιτ Αϊζενχάουερ αναµετρήθηκε δεύτερη φορά µε τον ∆ηµοκρατικό Αντλάι Στίβενσον.

_______

Για πολλούς, αυτή η προοπτική αντιπροσωπεύει µια αποτυχία επικών διαστάσεων. «Η καλύτερη προσφορά των ∆ηµοκρατικών στο έθνος είναι ένας ηγέτης 80 ετών, ο οποίος δεν µπορεί µε ασφάλεια να λειτουργήσει “εκτός σεναρίου” ή να µιλήσει µε άνεση στους δηµοσιογράφους, µε µια πολιτική ιστορία αδιάφορη, ακόµα και στην ακµή του, ο οποίος κατηγορείται για συµµετοχή στα σκάνδαλα επιρροής του γιου του, Χάντερ. Ο κορυφαίος υποψήφιος των Ρεπουµπλικανών ηγήθηκε µιας χαοτικής κυβέρνησης, ενθάρρυνε µια άτακτη επίθεση στο Καπιτώλιο, εµπλέκεται σε διάφορες ποινικές και αστικές έρευνες, ενώ κατηγορείται µεταξύ άλλων για βιασµό», γράφει η «Washington Post».

Ο Μπάιντεν, ο γηραιότερος πρόεδρος στην αµερικανική ιστορία, καλεί τους ψηφοφόρους να τον στηρίξουν εκ νέου, «για να ολοκληρώσει το έργο που ξεκίνησε». Χωρίς υπολογίσιµους αντιπάλους στους κόλπους του ∆ηµοκρατικού Κόµµατος, παρουσιάστηκε ως υπέρµαχος των προσωπικών ελευθεριών, της δηµοκρατίας και του πλουραλισµού και υποσχέθηκε να συνεχίσει να εναντιώνεται, όπως είπε, στους «εξτρεµιστές MAGA» (αναφορά στο σύνθηµα του Τραµπ «Κάνε την Αµερική µεγάλη ξανά». Για τους επικριτές του, είναι ένας ηλικιωµένος, λευκός άνδρας σε ένα κόµµα µε ισχυρή γυναικεία βάση, που έχει ολοένα και περισσότερα µη λευκά και πολύ νεαρά µέλη. Είναι µετριοπαθής σε µια παράταξη µε αναδυόµενη Αριστερά. Και πιστεύει βαθιά στις αξίες του συµβιβασµού και του δικοµµατισµού, σε µια εποχή που το Ρεπουµπλικανικό Κόµµα δεν στηρίζει τις συνεργασίες και παραµένει προσηλωµένο σε φυλετικές και έµφυλες ιεραρχίες. Για τους υποστηρικτές του είναι ο µοναδικός που έχει την εµπειρία να δώσει και πάλι τη µάχη µε τον Τραµπ. Κοντολογίς, ο Μπάιντεν είναι πολύ µεγάλος και όχι ιδιαίτερα δηµοφιλής, αλλά είναι ο «πολιτικός δολοφόνος» του Τραµπ. Γι’ αυτό νοµιµοποιείται να θέσει υποψηφιότητα το 2024, λένε οι αναλυτές.

Ο προκάτοχός του στον Λευκό Οίκο, ο δεύτερος γηραιότερος στην Ιστορία, είναι φαβορί για το χρίσµα των Ρεπουµπλικανών, παρά τις νοµικές του περιπέτειες και το ιστορικό του. Οπως ο Μπάιντεν, o Tραµπ παραµένει αντιδηµοφιλής σε µεγάλα τµήµατα του εκλογικού σώµατος. Ωστόσο, διατήρησε σταθερό έλεγχο στη βάση του και ενίσχυσε τη θέση του στις δηµοσκοπήσεις, παρά τις κατηγορίες, µεταξύ άλλων, ότι πλήρωσε µια πορνοστάρ για να εξαγοράσει τη σιωπή της.

Οσο παράλογη και αν μοιάζει η υποψηφιότητα του Μπάιντεν, έχει νόημα. Το ίδιο και εκείνη του Τραμπ. Για την ακρίβεια: Οι ίδιοι και οι υποστηρικτές τους δεν συμπεριφέρονται παράλογα. Ενεργούν μέσα σε ένα εκλογικό σύστημα ανίκανο να αντιμετωπίσει τις βαθιές ταξικές και πολιτιστικές διαφορές της αμερικανικής κοινωνίας. Και τα δύο κόμματα θα μπορούσαν να παρουσιάσουν υποψηφίους πιο δημοφιλείς στο εκλογικό σώμα. Γιατί, λοιπόν, δεν το κάνουν; Επειδή αυτού του είδους οι υποψήφιοι συνήθως δεν είναι δημοφιλείς στους ανθρώπους που ψηφίζουν στις προκριματικές. Αυτή τη στιγμή, ο Τραμπ έχει μεγαλύτερη υποστήριξη μεταξύ των Ρεπουμπλικανών από ό,τι ο κυβερνήτης της Φλόριντα, Ρον ντε Σάντις, αν και ο τελευταίος φαίνεται πιο πιθανό ότι θα κέρδιζε τον Μπάιντεν σε γενικές εκλογές, λόγου χάρη.

Η λίστα με τους πιθανούς υποψηφίους παραμένει ανοιχτή. Ο Ντε Σάντις δεν έχει ανακοινώσει ακόμη υποψηφιότητα, αλλά κάνει όλες τις παραδοσιακές κινήσεις ενός υποψηφίου. Υποψήφια των Ρεπουμπλικανών για την προεδρία είναι επίσης η Νίκι Χάλεϊ, πρώην κυβερνήτης της Νότιας Καρολίνας και πρεσβευτής του Τραμπ στα Ηνωμένα Εθνη. Η 51χρονη Χάλεϊ εστιάζει στην ηλικία της σε σύγκριση με τους ηλικιωμένους Μπάιντεν και Τραμπ, καθώς και στο παρελθόν της ως κόρης Ινδών μεταναστών, ενώ έχει αποκτήσει φήμη ως μια σταθερή Συντηρητική, που έχει την ικανότητα να αντιμετωπίζει ζητήματα φύλου και φυλής με αξιόπιστο τρόπο. Ο πρώην κυβερνήτης του Αρκάνσας Ασα Χάτσινσον ανακοίνωσε υποψηφιότητα τον Απρίλιο, καλώντας τον Τραμπ να παραιτηθεί για να αντιμετωπίσει τις κατηγορίες εναντίον του. Το ενδεχόμενο υποψηφιότητας εξετάζει, ακόμα, ο πρώην αντιπρόεδρος του Τραμπ Μάικ Πενς. Πιθανός διεκδικητής του χρίσματος είναι και ο πρώην κυβερνήτης του Νιου Τζέρσεϊ Κρις Κρίστι. Το χρίσμα των Δημοκρατικών διεκδικεί, τέλος, ο ακτιβιστής κατά των εμβολίων και δικηγόρος Ρόμπερτ Κένεντι τζούνιορ, γιος του Αμερικανού γερουσιαστή Ρόμπερτ Κένεντι, ο οποίος δολοφονήθηκε το 1968. Να σημειωθεί ότι έχει αποκλειστεί από το YouTube και το Instagram για διάδοση παραπληροφόρησης σχετικά με τα εμβόλια και την πανδημία COVID-19.

*Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά στις 6/5/2023.