Τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου στις προεδρικές εκλογές της Τουρκίας διέψευσαν όχι μόνο τις δημοσκοπήσεις, αλλά και τη γενικότερη αίσθηση που επικρατούσε τόσο εντός, όσο και εκτός της χώρας, ότι είχε έρθει οριστικά το τέλος της πολιτικής κυριαρχίας του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Με ποσοστό 49,5% έναντι 44,9% του αντιπάλου του, Κεμάλ Κιλιτσντάρογλου, ο Ερντογάν είναι πλέον το φαβορί για την επαναληπτική και κρίσιμη κάλπη της 28ης Μαΐου. Ο πληθωρισμός, που μαστίζει την Τουρκία, οι αλλεπάλληλες κατηγορίες για κυβερνητική διαφθορά και η λαϊκή οργή μετά τον φονικό σεισμό της 6ης Φεβρουαρίου (με χιλιάδες νεκρούς) ναι μεν έχουν προκαλέσει σοβαρή φθορά στον «σουλτάνο», ωστόσο αποδείχθηκε ότι ο ίδιος ακόμα αντέχει.

Πάνω από 22%

Την εξήγηση για το γεγονός ότι ο Ερντογάν διέψευσε τα προγνωστικά δίνει, σύμφωνα με αναλυτές, το γεγονός ότι  τα εθνικιστικά κόμματα συγκέντρωσαν συνολικά ποσοστό που ξεπερνά το 22% στον πρώτο γύρο των εκλογών. Ο εθνικισμός φαίνεται ότι μια ισχυρή συνιστώσα του τουρκικού εκλογικού τοπίου, η οποία βαίνει ανερχόμενη, εν μέρει λόγω του προσφυγικού από τη Συρία. Ο Ερντογάν κατάφερε να κεφαλαιοποιήσει αυτή την τάση και κέρδισε σαρωτικά ποσοστά ακόμα και σε πόλεις και επαρχίες που καταστράφηκαν ολοσχερώς από τον σεισμό. Όπως εξηγεί ο ερευνητής στο CERI-Scienses Pro, Μπαϊράμ Μπαλτζί, «η στρατηγική του Ερντογάν, ο οποίος συνέδεε συνεχώς την αντιπολίτευση με τους Κούρδους, το PKK και την τρομοκρατία, αποδείχτηκε αποτελεσματική».

Πλεονέκτημα

Πάντως οι παρατηρητές του Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη σημειώνουν ότι ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και τα συγκυβερνώντα κόμματα της Τουρκίας απολάμβαναν ένα αδικαιολόγητο πλεονέκτημα έναντι κομμάτων της αντιπολίτευσης που αντιμετώπισαν άνισες συνθήκες στην προεκλογική εκστρατεία. Ο επικεφαλής τους, Γιαν Πέτερσεν, σε συνέντευξη Τύπου στην Άγκυρα, έλεγε ότι «με λύπη μου σημειώνω ότι το έργο της εκλογικής αρχής στερείτο διαφάνειας, καθώς και την πολύ μεγάλη μεροληψία των κρατικών μέσων ενημέρωσης και τους περιορισμούς στην ελευθερία του λόγου».