Εξαφάνιση υποβρυχίου: Στενεύουν τα περιθώρια για το Titan - Οι ειδικοί εξηγούν γιατί είναι τόσο περίπλοκη η επιχείρηση εντοπισμού του
80% οι πιθανότητες το υποβρύχιο να βρίσκεται στο βυθό
Τέσσερις μέρες έχουν περάσει από την κατάδυση του υποβρυχίου Titan το πρωί της 18ης Ιουνίου στον βυθό του Ατλαντικού με προορισμό το ναυάγιο του Τιτανικού.
Μια μεγάλη επιχείρηση έρευνας βρίσκεται σε εξέλιξη με την ελπίδα να διασωθούν μέχρι αύριο, Πέμπτη, ένας Αμερικανός, ένας Γάλλος, ένας Βρετανός και δύο Πακιστανοί επιβάτες του τουριστικού υποβρυχίου που κατέβηκε για να επισκεφθεί το ναυάγιο του Τιτανικού σε βάθος 4.000 μέτρων στο βόρειο Ατλαντικό. Η επιχείρηση αυτή έχει κινητοποιήσει τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις, οι οποίες ενισχύονται από τον Καναδά και τη Γαλλία.
Χθες, Τρίτη, το μεσημέρι, η αμερικανική Ακτοφυλακή προειδοποίησε στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στη Βοστώνη (βορειοανατολικές ΗΠΑ) πως απομένουν «περίπου 40 ώρες αέρα» μέσα σ' αυτό το μικρό υποβρύχιο σκάφος και ότι οι «ιδαίτερα περίπλοκες» έρευνες που άρχισαν την Κυριακή δεν έχουν μέχρι τώρα «φέρει κανένα αποτέλεσμα».
Το υποβρύχιο Titan κατασκευάσθηκε για να μεταφέρει πέντε ανθρώπους σε μεγάλα βάθη και έχει μήκος περίπου 6,5 μέτρα. Άρχισε την Κυριακή την κάθοδό του στα ανοιχτά της βορειοανατολικής ακτής των Ηνωμένων Πολιτειών και η επαφή μαζί του χάθηκε λιγότερο από δύο ώρες μετά την αναχώρησή του.
Μεταξύ των επιβαινόντων βρίσκεται ένας πάμπλουτος βρετανός επιχειρηματίας, ο 58χρονος Χάμις Χάρντινγκ, ο οποίος είχε ανακοινώσει μέσω του Instagram τη συμμετοχή του σ' αυτή την ακραία και ασυνήθιστη εξόρμηση.
Ο πρώην δύτης και απόστρατος αξιωματικός του γαλλλικού Πολεμικού Ναυτικού Πολ-Ανρί Ναρζολέ, 77 ετών, ειδικός στο ναυάγιο του Τιτανικού, συμμετέχει επίσης στο ταξίδι, σύμφωνα με την οικογένειά του.
Σύμφωνα με το περιοδικό Rolling Stone, ένα καναδικό αεροπλάνο P-8, που συμμετέχει στις έρευνες, «άκουγε θορύβους από χτύπους μέσα στον τομέα αυτό κάθε 30 λεπτά. Τέσσερις ώρες αργότερα αναπτύχθηκε ένα επιπλέον σύστημα ηχοεντοπισμού σόναρ και οι χτύποι ακούγονταν ακόμα».
Εκτός απ' αυτούς τους θορύβους από χτύπους, «ελήφθησαν επιπλέον ακουστικά σήματα και θα βοηθήσουν να προσανατολιστούν τα μέσα επιφανείας, ενώ διατηρούνται ταυτόχρονα οι ελπίδες να βρεθούν επιζώντες», μετέδωσε από την πλευρά του το τηλεοπτικό δίκτυο CNN, επικαλούμενο ένα εσωτερικό έγγραφο της κυβέρνησης των ΗΠΑ.
Η επιχείρηση εντοπισμού του σκάφους της ιδιωτικής εταιρείας Ocean Gate Expeditions είναι, ωστόσο, ιδιαίτερα περίπλοκη, αφού το Titan έχει χαθεί σε μια «απομακρυσμένη περιοχή» του Βορείου Ατλαντικού, κάπου 700 χιλιόμετρα νότια του Σεν Τζον της Νέας Γης, που συνιστά «πρόκληση» για τις έρευνες, όπως δήλωσε ο Αμερικανός ναύαρχος της ακτοφυλακής Τζον Μόγκερ, επικεφαλής της έρευνας για το υποβρύχιο.
Ωστόσο, το μεγάλο βάθος των 4.000 μ., όπου εικάζεται ότι βρίσκεται το υποβρύχιο, μειώνει δραστικά τις δυνατότητες διάσωσης, αφού όπως εξηγεί ο έμπειρος δύτης Αλέξις Ρόζενφελντ, που μετέχει σε ωκεάνιες αποστολές, η πίεση στο σημείο του ναυαγίου του Τιτανικού φτάνει τα 380 bar., δηλαδή πάνω από 380 κιλά πίεσης ανά τετραγωνικό εκατοστό. «Φανταστείτε την πίεση που ασκείται στον Τιτάνα», λέει σημειώνοντας ότι λιγότερα από 12 βαθυσκάφη στον πλανήτη μπορούν να φθάσουν σε τέτοια βάθη.
Η επιχείρηση OceanGate Expeditions, που είναι οργανώτρια του ταξιδιού και ο αμερικανός επικεφαλής της Στόκτον Ρας βρίσκεται επίσης μέσα στο υποβρύχιο, διαβεβαίωσε πως «κινητοποιεί όλες τις επιλογές για να φέρει σε ασφάλεια το πλήρωμα».
Η αμερικανική Ακτοφυλακή, η οποία είναι ένα σώμα των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ, έστειλε αρχικά δύο αεροπλάνα C-130 στη ζώνη των ερευνών, «περίπου 1.450 χιλιόμετρα ανατολικά του Κέιπ Κοντ» (βορειοανατολική ακτή των ΗΠΑ). Ένα τρίτο C-130 και τρία άλλα μεταγωγικά αεροπλάνα C-17 επρόκειτο να αναπτυχθούν χθες, Τρίτη, το βράδυ, ανακοίνωσε το Πεντάγωνο.
Οι δυνάμεις αυτές ενισχύονται από την καναδική Ακτοφυλακή, η οποία έχει κινητοποιήσει ένα πολεμικό πλοίο. Η Γαλλία ανακοίνωσε εξάλλου πως το γαλλικό Ινστιτούτο Έρευνας για την Εκμετάλλευση της Θάλασσας (IFREMER) στέλνει ένα πλοίο και το ρομπότ του.
Η τελευταία πιθανότητα είναι να έχει χάσει το υποβρύχιο την επαφή με το μητρικό πλοίο, που παρέμεινε στην επιφάνεια του ωκεανού για να ενημερώνεται για τη θέση του. Ωστόσο, το τελευταίο αυτό σενάριο φαντάζει απίθανο στα μάτια των ειδικών καθώς ένα υποβρύχιο διαθέτει πολλαπλά μέσα επικοινωνίας. Γι’ αυτό και πηγή του γαλλικού Πολεμικού Ναυτικού υπολογίζει, όπως αναφέρει η εφημερίδα Le Figaro, σε «λιγότερο από 1%» την πιθανότητα το υποβρύχιο να μην έχει φθάσει στο βυθό, και σε «80% να βρίσκεται στο βυθό και σε 20% στην επιφάνεια χωρίς δυνατότητα επαφής».
Σύμφωνα με τον Άλαστερ Γκρεγκ, καθηγητή ναυτιλιακής μηχανικής στο University College του Λονδίνου στην περίπτωση που το υποβρύχιο βρίσκεται στο βυθό του ωκεανού και αδυνατεί να ανέλθει με ίδια μέσα στην επιφάνεια «οι επιλογές είναι πολύ περιορισμένες. Πολύ λίγα σκάφη μπορούν να καταδυθούν τόσο βαθιά και σίγουρα όχι δύτες». Οι υποβρύχιες έρευνες με σόναρ είναι επίσης πολύ αβέβαιο να έχουν αποτελέσματα, αφού «για να λειτουργήσουν τα σόναρ, το σκάφος θα πρέπει είτε να συνεχίσει να κινείται, είτε να μην είναι κολλημένο στη λάσπη στο βυθό», εξηγεί αξιωματικός του γαλλικού ΠΝ.
Μολαταύτα η ακτοφυλακή των ΗΠΑ είπε ότι συνεργάζεται με στρατιωτικούς και πολιτικούς εταίρους για ένα σχέδιο διάσωσης, εφόσον το υποβρύχιο βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια του ωκεανού, αλλά οι πιθανές επιλογές παρέμβασης είναι εξαιρετικά περιορισμένες.
Τη ώρα που οι προσπάθειες αυτές αυξάνονται, προέκυψε μια αγωγή του 2018, την οποία είδε το Γαλλικό Πρακτορείο και η οποία δείχνει πως ένα πρώην στέλεχος της επιχείρησης OceanGate Expeditions, ο Ντέιβιντ Λόχριτζ, είχε απολυθεί αφού είχε εκφράσει σοβαρές αμφιβολίες για την ασφάλεια του υποβρυχίου.
Σύμφωνα με αυτόν τον πρώην διευθυντή θαλάσσιων επιχειρήσεων, το φινιστρίνι στο εμπρός μέρος του υποβρυχίου έχει κατασκευαστεί για να αντέχει την πίεση σε 1.300 μέτρα βάθους και όχι στα 4.000 μέτρα.
Ο αμερικανός σεναριογράφος Μάικ Ράις, παραγωγός της διάσημης σειράς «Οι Σίμσον», έχει ήδη κάνει τρία ταξίδια με την OceanGate Expeditions, από τα οποία το ένα το 2022 με το ίδιο υποβρύχιο που εξαφανίσθηκε, αφηγήθηκε τη Δευτέρα στο BBC.
Όπως είπε για την εμπειρία του αυτή, «η επικοινωνία χάνεται σχεδόν πάντα και βρίσκεσαι στο έλεος των στοιχείων».
Σύμφωνα με τον ίδιο, κανείς έχει πλήρη συνείδηση των κινδύνων που διατρέχει: «Πρέπει να υπογράψεις μια απαλλαγή ευθύνης πριν ανέβεις και ο θάνατος αναφέρεται τρεις φορές στην πρώτη σελίδα. Δεν είναι διακοπές με πούλμαν, μπορεί να έχει άσχημη τροπή».
Υπάρχουν, βέβαια, και άλλες επιλογές όπως εκείνη του αερισμού, η πρώτη που εφαρμόζεται σε υποβρύχιο που κινδυνεύει. Η τεχνική αυτή εφαρμόζεται από το 2010 με τη χρήση μιας ατμοσφαιρικής στολής κατάδυσης, της NewtSuit, η οποία λειτουργεί μέχρι τα 300 μέτρα βάθος προκειμένου να μεταφέρει καθαρό αέρα στο υποβρύχιο και να εκκενώσει τον μπαγιάτικο αέρα, εν αναμονή της διάσωσης, όπως εξηγεί ο Ρόζενφελντ.
Όμως το πιο ολοκληρωμένο μέσο διάσωσης μέχρι σήμερα παραμένει το σύστημα NSRS, που αναπτύχθηκε από το ΝΑΤΟ μετά την καταστροφή του ρωσικού πυρηνοκίνητου υποβρυχίου «Κουρσκ» στις 12 Αυγούστου του 2000, όταν 118 ναυτικοί έχασαν τη ζωή τους σε βάθος 108 μέτρων στη Θάλασσα του Μπάρεντς.
Τρεις χώρες – Γαλλία, Νορβηγία και Βρετανία – συνεργάστηκαν για τη δημιουργία του Νατοϊκού Συστήματος Διάσωσης Υποβρυχίων. Μόνον που το NSRS αδυνατεί να φθάσει στο υποβρύχιο, εφόσον βρίσκεται στο βυθό, αφού μπορεί να λειτουργήσει μόνον μέχρι τα 610 μέτρα.
Το τελευταίο σχετικό ρεκόρ χρονολογείται από το 1973, όταν το καναδικό εμπορικό υποβρύχιο Pisces III παγιδεύτηκε στον βυθό της θάλασσας ανοικτά της Ιρλανδίας και ανασύρθηκε μετά από 76 ώρες. Αλλά το Pisces III είχε εγκλωβιστεί σε βάθος μόνον 480 μέτρων κι οι δύο επιβαίνοντες σε αυτό διασώθηκαν ενώ τους απέμενε οξυγόνο για μόλις 12 λεπτά...
Μια μεγάλη επιχείρηση έρευνας βρίσκεται σε εξέλιξη με την ελπίδα να διασωθούν μέχρι αύριο, Πέμπτη, ένας Αμερικανός, ένας Γάλλος, ένας Βρετανός και δύο Πακιστανοί επιβάτες του τουριστικού υποβρυχίου που κατέβηκε για να επισκεφθεί το ναυάγιο του Τιτανικού σε βάθος 4.000 μέτρων στο βόρειο Ατλαντικό. Η επιχείρηση αυτή έχει κινητοποιήσει τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις, οι οποίες ενισχύονται από τον Καναδά και τη Γαλλία.
Χθες, Τρίτη, το μεσημέρι, η αμερικανική Ακτοφυλακή προειδοποίησε στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στη Βοστώνη (βορειοανατολικές ΗΠΑ) πως απομένουν «περίπου 40 ώρες αέρα» μέσα σ' αυτό το μικρό υποβρύχιο σκάφος και ότι οι «ιδαίτερα περίπλοκες» έρευνες που άρχισαν την Κυριακή δεν έχουν μέχρι τώρα «φέρει κανένα αποτέλεσμα».
Το υποβρύχιο Titan κατασκευάσθηκε για να μεταφέρει πέντε ανθρώπους σε μεγάλα βάθη και έχει μήκος περίπου 6,5 μέτρα. Άρχισε την Κυριακή την κάθοδό του στα ανοιχτά της βορειοανατολικής ακτής των Ηνωμένων Πολιτειών και η επαφή μαζί του χάθηκε λιγότερο από δύο ώρες μετά την αναχώρησή του.
Μεταξύ των επιβαινόντων βρίσκεται ένας πάμπλουτος βρετανός επιχειρηματίας, ο 58χρονος Χάμις Χάρντινγκ, ο οποίος είχε ανακοινώσει μέσω του Instagram τη συμμετοχή του σ' αυτή την ακραία και ασυνήθιστη εξόρμηση.
Ο πρώην δύτης και απόστρατος αξιωματικός του γαλλλικού Πολεμικού Ναυτικού Πολ-Ανρί Ναρζολέ, 77 ετών, ειδικός στο ναυάγιο του Τιτανικού, συμμετέχει επίσης στο ταξίδι, σύμφωνα με την οικογένειά του.
Εντόπισαν θορύβους από το βυθό
Καναδικά αεροπλάνα «έπιασαν» θορύβους κάτω από το νερό στη διάρκεια των επιχειρήσεων για την ανεύρεση του υποβρυχίου που έχει εξαφανισθεί από την Κυριακή με πέντε επιβαίνοντες κοντά στο ναυάγιο του Τιτανικού, στον Ατλαντικό Ωκεανό, ανακοίνωσε σήμερα η αμερικανική Ακτοφυλακή.Σύμφωνα με το περιοδικό Rolling Stone, ένα καναδικό αεροπλάνο P-8, που συμμετέχει στις έρευνες, «άκουγε θορύβους από χτύπους μέσα στον τομέα αυτό κάθε 30 λεπτά. Τέσσερις ώρες αργότερα αναπτύχθηκε ένα επιπλέον σύστημα ηχοεντοπισμού σόναρ και οι χτύποι ακούγονταν ακόμα».
Εκτός απ' αυτούς τους θορύβους από χτύπους, «ελήφθησαν επιπλέον ακουστικά σήματα και θα βοηθήσουν να προσανατολιστούν τα μέσα επιφανείας, ενώ διατηρούνται ταυτόχρονα οι ελπίδες να βρεθούν επιζώντες», μετέδωσε από την πλευρά του το τηλεοπτικό δίκτυο CNN, επικαλούμενο ένα εσωτερικό έγγραφο της κυβέρνησης των ΗΠΑ.
Η επιχείρηση εντοπισμού του σκάφους της ιδιωτικής εταιρείας Ocean Gate Expeditions είναι, ωστόσο, ιδιαίτερα περίπλοκη, αφού το Titan έχει χαθεί σε μια «απομακρυσμένη περιοχή» του Βορείου Ατλαντικού, κάπου 700 χιλιόμετρα νότια του Σεν Τζον της Νέας Γης, που συνιστά «πρόκληση» για τις έρευνες, όπως δήλωσε ο Αμερικανός ναύαρχος της ακτοφυλακής Τζον Μόγκερ, επικεφαλής της έρευνας για το υποβρύχιο.
Ωστόσο, το μεγάλο βάθος των 4.000 μ., όπου εικάζεται ότι βρίσκεται το υποβρύχιο, μειώνει δραστικά τις δυνατότητες διάσωσης, αφού όπως εξηγεί ο έμπειρος δύτης Αλέξις Ρόζενφελντ, που μετέχει σε ωκεάνιες αποστολές, η πίεση στο σημείο του ναυαγίου του Τιτανικού φτάνει τα 380 bar., δηλαδή πάνω από 380 κιλά πίεσης ανά τετραγωνικό εκατοστό. «Φανταστείτε την πίεση που ασκείται στον Τιτάνα», λέει σημειώνοντας ότι λιγότερα από 12 βαθυσκάφη στον πλανήτη μπορούν να φθάσουν σε τέτοια βάθη.
Αναπτύχθηκαν αεροπλάνα
Μέσα στο υποβρύχιο βρίσκονται ακόμη γι' αυτή την αποστολή, κάθε θέση στην οποία κοστίζει 250.000 δολάρια, ο πακιστανός μεγιστάνας Σαχζάντα Νταγούντ, 48 ετών και αντιπρόεδρος του ομίλου Engro, και ο γιός του, ο Σουλεϊμάν, 19 ετών, ανακοινώθηκε απ' αυτή την πολύ πλούσια οικογένεια.Η επιχείρηση OceanGate Expeditions, που είναι οργανώτρια του ταξιδιού και ο αμερικανός επικεφαλής της Στόκτον Ρας βρίσκεται επίσης μέσα στο υποβρύχιο, διαβεβαίωσε πως «κινητοποιεί όλες τις επιλογές για να φέρει σε ασφάλεια το πλήρωμα».
Η αμερικανική Ακτοφυλακή, η οποία είναι ένα σώμα των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ, έστειλε αρχικά δύο αεροπλάνα C-130 στη ζώνη των ερευνών, «περίπου 1.450 χιλιόμετρα ανατολικά του Κέιπ Κοντ» (βορειοανατολική ακτή των ΗΠΑ). Ένα τρίτο C-130 και τρία άλλα μεταγωγικά αεροπλάνα C-17 επρόκειτο να αναπτυχθούν χθες, Τρίτη, το βράδυ, ανακοίνωσε το Πεντάγωνο.
Οι δυνάμεις αυτές ενισχύονται από την καναδική Ακτοφυλακή, η οποία έχει κινητοποιήσει ένα πολεμικό πλοίο. Η Γαλλία ανακοίνωσε εξάλλου πως το γαλλικό Ινστιτούτο Έρευνας για την Εκμετάλλευση της Θάλασσας (IFREMER) στέλνει ένα πλοίο και το ρομπότ του.
80% οι πιθανότητες το υποβρύχιο να βρίσκεται στο βυθό
Τρία είναι τα πιθανά σενάρια: είτε εξερράγη το υποβρύχιο, καθώς και το παραμικρό συμβάν σε τέτοια βάθη μπορεί να αποβεί μοιραίο, οπότε δεν υπάρχει πιθανότητα να επέζησαν οι πέντε επιβαίνοντες, είτε παγιδεύτηκε στα συντρίμμια του Τιτανικού.Η τελευταία πιθανότητα είναι να έχει χάσει το υποβρύχιο την επαφή με το μητρικό πλοίο, που παρέμεινε στην επιφάνεια του ωκεανού για να ενημερώνεται για τη θέση του. Ωστόσο, το τελευταίο αυτό σενάριο φαντάζει απίθανο στα μάτια των ειδικών καθώς ένα υποβρύχιο διαθέτει πολλαπλά μέσα επικοινωνίας. Γι’ αυτό και πηγή του γαλλικού Πολεμικού Ναυτικού υπολογίζει, όπως αναφέρει η εφημερίδα Le Figaro, σε «λιγότερο από 1%» την πιθανότητα το υποβρύχιο να μην έχει φθάσει στο βυθό, και σε «80% να βρίσκεται στο βυθό και σε 20% στην επιφάνεια χωρίς δυνατότητα επαφής».
Σύμφωνα με τον Άλαστερ Γκρεγκ, καθηγητή ναυτιλιακής μηχανικής στο University College του Λονδίνου στην περίπτωση που το υποβρύχιο βρίσκεται στο βυθό του ωκεανού και αδυνατεί να ανέλθει με ίδια μέσα στην επιφάνεια «οι επιλογές είναι πολύ περιορισμένες. Πολύ λίγα σκάφη μπορούν να καταδυθούν τόσο βαθιά και σίγουρα όχι δύτες». Οι υποβρύχιες έρευνες με σόναρ είναι επίσης πολύ αβέβαιο να έχουν αποτελέσματα, αφού «για να λειτουργήσουν τα σόναρ, το σκάφος θα πρέπει είτε να συνεχίσει να κινείται, είτε να μην είναι κολλημένο στη λάσπη στο βυθό», εξηγεί αξιωματικός του γαλλικού ΠΝ.
Μολαταύτα η ακτοφυλακή των ΗΠΑ είπε ότι συνεργάζεται με στρατιωτικούς και πολιτικούς εταίρους για ένα σχέδιο διάσωσης, εφόσον το υποβρύχιο βρίσκεται κάτω από την επιφάνεια του ωκεανού, αλλά οι πιθανές επιλογές παρέμβασης είναι εξαιρετικά περιορισμένες.
Αγωγή για την ασφάλεια του υποβρυχίου το 2018
Ο αμερικανός πρόεδρος Τζο Μπάιντεν επιθυμεί η Ακτοφυλακή να συνεχίσει τις έρευνές της και, αν καταστεί απαραίτητο, μπορεί να κινητοποιηθεί και το Πολεμικό Ναυτικό, διαβεβαίωσε ο εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου Τζον Κίρμπι.Τη ώρα που οι προσπάθειες αυτές αυξάνονται, προέκυψε μια αγωγή του 2018, την οποία είδε το Γαλλικό Πρακτορείο και η οποία δείχνει πως ένα πρώην στέλεχος της επιχείρησης OceanGate Expeditions, ο Ντέιβιντ Λόχριτζ, είχε απολυθεί αφού είχε εκφράσει σοβαρές αμφιβολίες για την ασφάλεια του υποβρυχίου.
Σύμφωνα με αυτόν τον πρώην διευθυντή θαλάσσιων επιχειρήσεων, το φινιστρίνι στο εμπρός μέρος του υποβρυχίου έχει κατασκευαστεί για να αντέχει την πίεση σε 1.300 μέτρα βάθους και όχι στα 4.000 μέτρα.
Ο αμερικανός σεναριογράφος Μάικ Ράις, παραγωγός της διάσημης σειράς «Οι Σίμσον», έχει ήδη κάνει τρία ταξίδια με την OceanGate Expeditions, από τα οποία το ένα το 2022 με το ίδιο υποβρύχιο που εξαφανίσθηκε, αφηγήθηκε τη Δευτέρα στο BBC.
Όπως είπε για την εμπειρία του αυτή, «η επικοινωνία χάνεται σχεδόν πάντα και βρίσκεσαι στο έλεος των στοιχείων».
Σύμφωνα με τον ίδιο, κανείς έχει πλήρη συνείδηση των κινδύνων που διατρέχει: «Πρέπει να υπογράψεις μια απαλλαγή ευθύνης πριν ανέβεις και ο θάνατος αναφέρεται τρεις φορές στην πρώτη σελίδα. Δεν είναι διακοπές με πούλμαν, μπορεί να έχει άσχημη τροπή».
Η πλέον αξιόπιστη επιλογή για τη διάσωση των πέντε τουριστών
Στην παρούσα φάση η πιο αξιόπιστη μέθοδος διάσωσης των πέντε επιβατών του Titan φαίνεται να είναι, στα μάτια των ειδικών, η επιστροφή του υποβρυχίου στην επιφάνεια. Η επιχείρηση προβλέπει την προσάρτηση μέσω ενός τηλεχειριζόμενου ρομπότ (ROV) σημαδούρων αέρα στο σκάφος, προκειμένου να ανέλθει στην επιφάνεια. Τα ρομποτικά αυτά σκάφη - όπως το Victor 6000 του γαλλικού ερευνητικού πλοίου Atalante, που αναμένεται να φθάσει απόψε στην περιοχή ερεύνης - μπορούν να φτάσουν σε πολύ μεγάλο βάθος. «Αλλά έχουμε πολύ λίγα βιομηχανικά μέσα ικανά να συμπιέσουν τον αέρα σε περιβάλλοντα όπου η πίεση ξεπερνά τα 400 bar, καθώς και να τα φέρουν και να τα χρησιμοποιήσουν στην περιοχή», εξηγεί ο μηχανικός του γαλλικού Πολεμικού Ναυτικού, κρίνοντας πολύ περίπλοκη κάθε επιχείρηση διάσωσης.Υπάρχουν, βέβαια, και άλλες επιλογές όπως εκείνη του αερισμού, η πρώτη που εφαρμόζεται σε υποβρύχιο που κινδυνεύει. Η τεχνική αυτή εφαρμόζεται από το 2010 με τη χρήση μιας ατμοσφαιρικής στολής κατάδυσης, της NewtSuit, η οποία λειτουργεί μέχρι τα 300 μέτρα βάθος προκειμένου να μεταφέρει καθαρό αέρα στο υποβρύχιο και να εκκενώσει τον μπαγιάτικο αέρα, εν αναμονή της διάσωσης, όπως εξηγεί ο Ρόζενφελντ.
Όμως το πιο ολοκληρωμένο μέσο διάσωσης μέχρι σήμερα παραμένει το σύστημα NSRS, που αναπτύχθηκε από το ΝΑΤΟ μετά την καταστροφή του ρωσικού πυρηνοκίνητου υποβρυχίου «Κουρσκ» στις 12 Αυγούστου του 2000, όταν 118 ναυτικοί έχασαν τη ζωή τους σε βάθος 108 μέτρων στη Θάλασσα του Μπάρεντς.
Τρεις χώρες – Γαλλία, Νορβηγία και Βρετανία – συνεργάστηκαν για τη δημιουργία του Νατοϊκού Συστήματος Διάσωσης Υποβρυχίων. Μόνον που το NSRS αδυνατεί να φθάσει στο υποβρύχιο, εφόσον βρίσκεται στο βυθό, αφού μπορεί να λειτουργήσει μόνον μέχρι τα 610 μέτρα.
Η πιο δύσκολη επιχείρηση διάσωσης στην ιστορία
«Λύσεις υπάρχουν, αλλά το ερώτημα είναι μάλλον ποια μέσα, συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών, θα ήμασταν έτοιμοι να χρησιμοποιήσουμε για μια ομάδα τουριστών», σημειώνει ο Ρόζενφελντ. Το σύστημα NSRS, που εδρεύει στο Φάσλεϊν της Σκωτίας, είναι αερομεταφερόμενο, αλλά βαρύ και ογκώδες. Θεωρητικά μπορεί να αναπτυχθεί οπουδήποτε στον κόσμο εντός τριών 24ωρών, εκτός από χώρους που καλύπτονται με πάγο. Μια τέτοια επιχείρηση διάσωσης θα ήταν, μακράν, η δυσκολότερη, αφού θα έπρεπε να γίνει στο μεγαλύτερο βάθος που επιχειρήθηκε ποτέ κάτι τέτοιο.Το τελευταίο σχετικό ρεκόρ χρονολογείται από το 1973, όταν το καναδικό εμπορικό υποβρύχιο Pisces III παγιδεύτηκε στον βυθό της θάλασσας ανοικτά της Ιρλανδίας και ανασύρθηκε μετά από 76 ώρες. Αλλά το Pisces III είχε εγκλωβιστεί σε βάθος μόνον 480 μέτρων κι οι δύο επιβαίνοντες σε αυτό διασώθηκαν ενώ τους απέμενε οξυγόνο για μόλις 12 λεπτά...