ΗΠΑ: Το Ανώτατο Δικαστήριο καταργεί κατάκτηση του αγώνα εναντίον των φυλετικών διακρίσεων στα πανεπιστήμια
Για «μεγάλη μέρα» έκανε λόγο ο Ντόναλντ Τραμπ
Το Ανώτατο Δικαστήριο των Ηνωμένων Πολιτειών ανέτρεψε την Πέμπτη ένα από τα κεκτημένα του αγώνα για τα πολιτικά δικαιώματα της δεκαετίας του 1960, βάζοντας τέλος σε προγράμματα που χρησιμοποιούνται εδώ και πολλά χρόνια για να αυξηθεί ο αριθμός των Αφροαμερικανών, των Ισπανόφωνων και των αυτοχθόνων φοιτητών στα αμερικανικά πανεπιστήμια.
Οι έξι συντηρητικοί δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου έκριναν -παρά την παραίνεση τριών προοδευτικών συναδέλφων τους- αντισυνταγματικές τις διαδικασίες εισαγωγής στα πανεπιστήμια λαμβάνοντας υπόψη το χρώμα του δέρματος ή την εθνοτική καταγωγή των υποψηφίων.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ορισμένα πανεπιστήμια είχαν υιοθετήσει φυλετικά και εθνοτικά κριτήρια στη διαδικασία εισαγωγής για να διορθώσουν τις ανισότητες που είχαν προκύψει από το παρελθόν φυλετικών διακρίσεων στις ΗΠΑ και να αυξήσουν το ποσοστό των Αφροαμερικανών, των Ισπανόφωνων και των αυτοχθόνων φοιτητών στο δυναμικό τους.
Αυτές οι λεγόμενες πολιτικές «θετικών διακρίσεων» επικρίνονταν πολύ από τους συντηρητικούς κύκλους, οι οποίοι τις θεωρούν αδιαφανείς και βλέπουν σε αυτές έναν «αντίστροφο ρατσισμό».
Το Ανώτατο Δικαστήριο είχε απαγορεύσει τις ποσοστώσεις, αλλά πάντα επέτρεπε στα πανεπιστήμια να λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων, τα φυλετικά κριτήρια. Έως τώρα, το δικαστήριο θεωρούσε «νόμιμη» την αναζήτηση μιας μεγαλύτερης ποικιλομορφίας στα πανεπιστήμια.
Την Πέμπτη, το Ανώτατο Δικαστήριο έκανε αναστροφή, όπως είχε κάνει στις 24 Ιουνίου 2022, ακυρώνοντας το ομοσπονδιακό δικαίωμα στην άμβλωση, το οποίο ήταν κατοχυρωμένο από το 1973.
Το δικαστήριο αποφάνθηκε στο πλαίσιο καταγγελίας που κατατέθηκε το 2014 κατά των παλαιότερων ιδιωτικών και δημόσιων πανεπιστημίων στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Χάρβαρντ και αυτό της Βόρειας Καρολίνας, που κατηγορούνταν για διακρίσεις σε βάρος φοιτητών ασιατικής καταγωγής.
Οι τελευταίοι, που έχουν ακαδημαϊκές επιδόσεις σαφώς υψηλότερες από τον μέσο όρο, θα ήταν πολύ περισσότεροι στα πανεπιστήμια εάν οι επιδόσεις τους ήταν το μόνο κριτήριο επιλογής, είχε υποστηρίξει η ένωση Students for Fair Admission.
Το Ανώτατο Δικαστήριο τους δικαίωσε, κρίνοντας ότι «παρά τις καλές τους προθέσεις», οι διαδικασίες εισαγωγής σε αυτά τα πανεπιστήμια χρησιμοποιούσαν «ανακριβείς» φυλετικές κατηγορίες και φυλετικά «στερεότυπα».
Αυτή η στροφή 180 μοιρών προκάλεσε τις επιδοκιμασίες της Δεξιάς. «Είναι μια μεγάλη μέρα για την Αμερική», «επιστρέφουμε σε ένα αξιοκρατικό σύστημα», έγραψε στο Truth Social ο Ρεπουμπλικάνος πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, αρχιτέκτονας αυτής της μεταστροφής, καθώς αναδιαμόρφωσε σε βάθος το Ανώτατο Δικαστήριο κατά τη διάρκεια της θητείας του.
Από την πλευρά του, ο Δημοκρατικός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν εξέφρασε τη «βαθιά διαφωνία μου και την απογοήτευσή μου μετά τη δικαστική απόφαση που αποκλίνει από δεδικασμένο δεκαετιών». Κάλεσε τα πανεπιστήμια να μην «εγκαταλείψουν» το στόχο τους σε ό,τι αφορά τη διαφορετικότητα. «Δεν μπορούμε να αφήσουμε το Δικαστήριο να έχει τον τελευταίο λόγο», είπε.
Οι έξι συντηρητικοί δικαστές του Ανωτάτου Δικαστηρίου έκριναν -παρά την παραίνεση τριών προοδευτικών συναδέλφων τους- αντισυνταγματικές τις διαδικασίες εισαγωγής στα πανεπιστήμια λαμβάνοντας υπόψη το χρώμα του δέρματος ή την εθνοτική καταγωγή των υποψηφίων.
Στα τέλη της δεκαετίας του 1960, ορισμένα πανεπιστήμια είχαν υιοθετήσει φυλετικά και εθνοτικά κριτήρια στη διαδικασία εισαγωγής για να διορθώσουν τις ανισότητες που είχαν προκύψει από το παρελθόν φυλετικών διακρίσεων στις ΗΠΑ και να αυξήσουν το ποσοστό των Αφροαμερικανών, των Ισπανόφωνων και των αυτοχθόνων φοιτητών στο δυναμικό τους.
Αυτές οι λεγόμενες πολιτικές «θετικών διακρίσεων» επικρίνονταν πολύ από τους συντηρητικούς κύκλους, οι οποίοι τις θεωρούν αδιαφανείς και βλέπουν σε αυτές έναν «αντίστροφο ρατσισμό».
Το Ανώτατο Δικαστήριο είχε απαγορεύσει τις ποσοστώσεις, αλλά πάντα επέτρεπε στα πανεπιστήμια να λαμβάνουν υπόψη, μεταξύ άλλων, τα φυλετικά κριτήρια. Έως τώρα, το δικαστήριο θεωρούσε «νόμιμη» την αναζήτηση μιας μεγαλύτερης ποικιλομορφίας στα πανεπιστήμια.
Την Πέμπτη, το Ανώτατο Δικαστήριο έκανε αναστροφή, όπως είχε κάνει στις 24 Ιουνίου 2022, ακυρώνοντας το ομοσπονδιακό δικαίωμα στην άμβλωση, το οποίο ήταν κατοχυρωμένο από το 1973.
Το δικαστήριο αποφάνθηκε στο πλαίσιο καταγγελίας που κατατέθηκε το 2014 κατά των παλαιότερων ιδιωτικών και δημόσιων πανεπιστημίων στις Ηνωμένες Πολιτείες, το Χάρβαρντ και αυτό της Βόρειας Καρολίνας, που κατηγορούνταν για διακρίσεις σε βάρος φοιτητών ασιατικής καταγωγής.
Οι τελευταίοι, που έχουν ακαδημαϊκές επιδόσεις σαφώς υψηλότερες από τον μέσο όρο, θα ήταν πολύ περισσότεροι στα πανεπιστήμια εάν οι επιδόσεις τους ήταν το μόνο κριτήριο επιλογής, είχε υποστηρίξει η ένωση Students for Fair Admission.
Το Ανώτατο Δικαστήριο τους δικαίωσε, κρίνοντας ότι «παρά τις καλές τους προθέσεις», οι διαδικασίες εισαγωγής σε αυτά τα πανεπιστήμια χρησιμοποιούσαν «ανακριβείς» φυλετικές κατηγορίες και φυλετικά «στερεότυπα».
Αυτή η στροφή 180 μοιρών προκάλεσε τις επιδοκιμασίες της Δεξιάς. «Είναι μια μεγάλη μέρα για την Αμερική», «επιστρέφουμε σε ένα αξιοκρατικό σύστημα», έγραψε στο Truth Social ο Ρεπουμπλικάνος πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, αρχιτέκτονας αυτής της μεταστροφής, καθώς αναδιαμόρφωσε σε βάθος το Ανώτατο Δικαστήριο κατά τη διάρκεια της θητείας του.
Από την πλευρά του, ο Δημοκρατικός Πρόεδρος Τζο Μπάιντεν εξέφρασε τη «βαθιά διαφωνία μου και την απογοήτευσή μου μετά τη δικαστική απόφαση που αποκλίνει από δεδικασμένο δεκαετιών». Κάλεσε τα πανεπιστήμια να μην «εγκαταλείψουν» το στόχο τους σε ό,τι αφορά τη διαφορετικότητα. «Δεν μπορούμε να αφήσουμε το Δικαστήριο να έχει τον τελευταίο λόγο», είπε.