Το πράσινο πείραμα της Λιέγης - Ένα πρωτοποριακό έργο αγροτικής ανάπτυξης για βιώσιμη τοπική παραγωγή
Ο στόχος είναι φιλόδοξος και περιλαμβάνει τον «εκδημοκρατισμό, τη μετεγκατάσταση και την απαλλαγή του συστήματος τροφίμων από τις εκπομπές άνθρακα» σε διάστημα μόνο μιας γενιάς
Ένα από τα σημαντικότερα βιομηχανικά κέντρα στην Ευρώπη κάποτε, η Λιέγη, η «καρδιά» της Βαλονίας, διεκδικεί τη δόξα περασμένων εποχών με «όπλο» αυτή τη φορά όχι τον άνθρακα και τον χάλυβα, αλλά την αειφόρο παραγωγή τροφίμων και την πράσινη ανάπτυξη.
Η βελγική πόλη αναπτύσσει ένα πιλοτικό πρόγραμμα που φιλοδοξεί να φέρει επανάσταση στα τρόφιμα, με ένα έργο μεγάλης κλίμακας για την προώθηση της βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης σε τοπικό επίπεδο.
Ο στόχος είναι φιλόδοξος και περιλαμβάνει τον «εκδημοκρατισμό, τη μετεγκατάσταση και την απαλλαγή του συστήματος τροφίμων από τις εκπομπές άνθρακα» σε διάστημα μόνο μιας γενιάς: θέλει να καλύψει δηλαδή τοπικά το 50% της ζήτησης τροφίμων στη Λιέγη, με τις καλύτερες δυνατές οικολογικές και κοινωνικές συνθήκες, μέσα στα επόμενα 25 με 30 χρόνια.
«Δεν πρόκειται για μία ιστορία του Χόλιγουντ. Δεν είναι καν βέβαιο ότι θα έχει χάπι εντ. Αλλά είναι μια ιστορία για το πώς τα σημαντικά πράγματα στη ζωή μας θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά, καλύτερα», προλογίζει ο «Guardian» το περιβόητο «πείραμα στη Λιέγη», μία πρώην βιομηχανική πόλη, που είναι μεν φτωχή και έχει αυξανόμενους αριθμούς νοικοκυριών που ζουν σε συνθήκες φτώχειας, αλλά διαθέτει παράλληλα μια ισχυρή κουλτούρα αλληλεγγύης και έναν πολυφυλετικό πληθυσμό.
Το «πείραμα» ξεκίνησε το 2013, όταν μια ομάδα ακτιβιστών, που ήθελαν να κάνουν το φαγητό και τη ζωή της πόλης καλύτερα, πιο πράσινα και πιο δίκαια, συγκέντρωσαν 600 άτομα που είχαν κοινό ενδιαφέρον για την παραγωγή τροφίμων. Τους ζήτησαν να οραματιστούν τι θα μπορούσε να αλλάξει άμεσα στη Λιέγη, μία αλλαγή κατά βάση που θα ήθελαν να επιφέρουν αλλά και να βιώσουν οι ίδιοι στη διάρκεια της ζωής τους.
Το όραμά τους, που γιγαντώθηκε έκτοτε, είναι μέσα σε 35 χρόνια η πλειονότητα των τροφίμων που θα καταναλώνονται στη Λιέγη να καλλιεργούνται τοπικά και να διανέμονται με δίκαιο τρόπο.
Από εκείνη κιόλας τη στιγμή ξεκίνησε ένα κίνημα που συντονίζεται από έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό, ονόματι «Ζώνη Τροφίμων της Λιέγης» (Liège Food Belt), που χρηματοδοτείται από έναν συνδυασμό τοπικών, περιφερειακών και ευρωπαϊκών χρημάτων.
«Οι άνθρωποι λένε ότι είναι επανάσταση. Δεν είναι ακόμα επανάσταση, αλλά έχει τη δυνατότητα να γίνει, είμαστε στην αρχή της ιστορίας», λέει ο Κριστιάν Ζονέ, ο άνθρωπος που μαζί με τη συνοδοιπόρο του, Ελιζαμπέτ Γκρουί, συντονίζει το Food Belt. Πρώην τραπεζίτης, πέρασε οκτώ χρόνια πουλώντας ανταλλακτικά για κινητήρες αεροπλάνων, συμμετέχοντας -όπως λέει χαρακτηριστικά- «στο πρόβλημα, όχι στη λύση».
Έχοντας ολοένα και μεγαλύτερη επίγνωση των προκλήσεων που γεννά η κλιματική κρίση, άρχισε να συμμετέχει σε πρωτοβουλίες βιωσιμότητας ως εθελοντής. Γρήγορα συνειδητοποίησε ότι το φαγητό και η συχνά επιβλαβής για το κλίμα διαδικασία παραγωγής του είναι μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για τη νέα χιλιετία.
Κάτω από την ομπρέλα Food Belt δραστηριοποιούνται 300 μεμονωμένοι παραγωγοί και 28 συνεταιρισμοί τροφίμων που περιλαμβάνουν λιανοπωλητές, αρτοποιεία, ένα ζυθοποιείο και έναν αμπελώνα.
Τα καταστήματα προμηθεύονται από μια σειρά τοπικών παραγωγών, ενώ η εβδομαδιαία αγορά Court-Circuit, στο κέντρο της πόλης, πουλά τα προϊόντα του δικτύου.
Το Food Belt διοργανώνει επίσης ένα 10ήμερο ετήσιο φεστιβάλ φαγητού, το «Nourrir Liège», το οποίο έχει βρει μιμητές στις Βρυξέλλες, στο Στρασβούργο και σύντομα στο Κεμπέκ, αλλά και πρωτοβουλίες όπως μαθήματα μαγειρικής, περιπάτους στη φύση και κοινά γεύματα. Μια «επανάσταση» στα τρόφιμα είναι μία διαδικασία περίπλοκη και αργή. Υπάρχουν οπισθοδρομήσεις και συμβιβασμοί, αλλά σταδιακά οι μικροσκοπικοί κρίκοι, που οικοδομούν ένα σύστημα εναλλακτικό, μπορεί να οδηγήσουν στην αλλαγή.
Επόμενος στόχος για την ομάδα Food Belt είναι ένα εργοστάσιο που θα πλένει, θα αποθηκεύει, θα προετοιμάζει και γιατί όχι θα συσκευάζει και θα εμφιαλώνει τα προϊόντα του δικτύου. Αυτό θα βοηθούσε στην εξασφάλιση του εφοδιασμού σε λιγότερους μήνες και θα διασφαλίζει ότι οι σχολικές καντίνες θα μπορούν επίσης να προμηθεύονται τα λαχανικά τους μέσω του δικτύου.
Η Food Belt συνεργάζεται εδώ και αρκετά χρόνια με σχολεία και βρεφονηπιακούς σταθμούς για να βοηθήσει στην αειφόρο προμήθεια τροφίμων.
Από το 2021, περίπου 100 σχολεία εντάχθηκαν στο φιλόδοξο πρόγραμμα: το κρέας, το ψωμί, τα γαλακτοκομικά και τα φρούτα είναι βιολογικά, παράγονται τοπικά και διανέμονται μέσω του δικτύου.
Υπολογίζεται ότι 5.000 μαθητές από σχολεία σε ευάλωτες κοινωνικοοικονομικές περιοχές λαμβάνουν δωρεάν μία βιολογική, τοπικής παραγωγής, σούπα ως θρεπτικό πρωινό. Τη μαγειρεύουν εθελοντές από έναν μικρό μη κερδοσκοπικό οργανισμό, τον Echafaudage, που βοηθά τους μακροχρόνια άνεργους να επιστρέψουν στην αγορά εργασίας και στη συνέχεια τη διανέμουν μέλη του Food Belt με ποδήλατα.
Το σχέδιο ήταν τόσο επιτυχημένο που η περιοχή, που χρηματοδότησε το έργο, πενταπλασίασε τον προϋπολογισμό της. Το επιχειρηματικό μοντέλο της ιδιότυπης «κολεκτίβας» βασίζεται σε μια δίκαιη συμφωνία με τους παραγωγούς, που εξασφαλίζουν το 70% της τιμής πώλησης.
Η συλλογικότητα «Les Petits Producteurs» ξεκίνησε το 2017, τώρα διαθέτει τέσσερα καταστήματα, με 25 υπαλλήλους και λειτούργησε σαν σωσίβιο για τους ντόπιους κατά τη διάρκεια του κορονοϊού.
Η βελγική πόλη αναπτύσσει ένα πιλοτικό πρόγραμμα που φιλοδοξεί να φέρει επανάσταση στα τρόφιμα, με ένα έργο μεγάλης κλίμακας για την προώθηση της βιώσιμης παραγωγής και κατανάλωσης σε τοπικό επίπεδο.
Ο στόχος είναι φιλόδοξος και περιλαμβάνει τον «εκδημοκρατισμό, τη μετεγκατάσταση και την απαλλαγή του συστήματος τροφίμων από τις εκπομπές άνθρακα» σε διάστημα μόνο μιας γενιάς: θέλει να καλύψει δηλαδή τοπικά το 50% της ζήτησης τροφίμων στη Λιέγη, με τις καλύτερες δυνατές οικολογικές και κοινωνικές συνθήκες, μέσα στα επόμενα 25 με 30 χρόνια.
Ισχυρή αλληλεγγύη
«Δεν πρόκειται για μία ιστορία του Χόλιγουντ. Δεν είναι καν βέβαιο ότι θα έχει χάπι εντ. Αλλά είναι μια ιστορία για το πώς τα σημαντικά πράγματα στη ζωή μας θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά, καλύτερα», προλογίζει ο «Guardian» το περιβόητο «πείραμα στη Λιέγη», μία πρώην βιομηχανική πόλη, που είναι μεν φτωχή και έχει αυξανόμενους αριθμούς νοικοκυριών που ζουν σε συνθήκες φτώχειας, αλλά διαθέτει παράλληλα μια ισχυρή κουλτούρα αλληλεγγύης και έναν πολυφυλετικό πληθυσμό.Το «πείραμα» ξεκίνησε το 2013, όταν μια ομάδα ακτιβιστών, που ήθελαν να κάνουν το φαγητό και τη ζωή της πόλης καλύτερα, πιο πράσινα και πιο δίκαια, συγκέντρωσαν 600 άτομα που είχαν κοινό ενδιαφέρον για την παραγωγή τροφίμων. Τους ζήτησαν να οραματιστούν τι θα μπορούσε να αλλάξει άμεσα στη Λιέγη, μία αλλαγή κατά βάση που θα ήθελαν να επιφέρουν αλλά και να βιώσουν οι ίδιοι στη διάρκεια της ζωής τους.
Το όραμά τους, που γιγαντώθηκε έκτοτε, είναι μέσα σε 35 χρόνια η πλειονότητα των τροφίμων που θα καταναλώνονται στη Λιέγη να καλλιεργούνται τοπικά και να διανέμονται με δίκαιο τρόπο.
Από εκείνη κιόλας τη στιγμή ξεκίνησε ένα κίνημα που συντονίζεται από έναν μη κερδοσκοπικό οργανισμό, ονόματι «Ζώνη Τροφίμων της Λιέγης» (Liège Food Belt), που χρηματοδοτείται από έναν συνδυασμό τοπικών, περιφερειακών και ευρωπαϊκών χρημάτων.
«Οι άνθρωποι λένε ότι είναι επανάσταση. Δεν είναι ακόμα επανάσταση, αλλά έχει τη δυνατότητα να γίνει, είμαστε στην αρχή της ιστορίας», λέει ο Κριστιάν Ζονέ, ο άνθρωπος που μαζί με τη συνοδοιπόρο του, Ελιζαμπέτ Γκρουί, συντονίζει το Food Belt. Πρώην τραπεζίτης, πέρασε οκτώ χρόνια πουλώντας ανταλλακτικά για κινητήρες αεροπλάνων, συμμετέχοντας -όπως λέει χαρακτηριστικά- «στο πρόβλημα, όχι στη λύση».
Έχοντας ολοένα και μεγαλύτερη επίγνωση των προκλήσεων που γεννά η κλιματική κρίση, άρχισε να συμμετέχει σε πρωτοβουλίες βιωσιμότητας ως εθελοντής. Γρήγορα συνειδητοποίησε ότι το φαγητό και η συχνά επιβλαβής για το κλίμα διαδικασία παραγωγής του είναι μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για τη νέα χιλιετία.
Πρωτοβουλίες
Κάτω από την ομπρέλα Food Belt δραστηριοποιούνται 300 μεμονωμένοι παραγωγοί και 28 συνεταιρισμοί τροφίμων που περιλαμβάνουν λιανοπωλητές, αρτοποιεία, ένα ζυθοποιείο και έναν αμπελώνα. Τα καταστήματα προμηθεύονται από μια σειρά τοπικών παραγωγών, ενώ η εβδομαδιαία αγορά Court-Circuit, στο κέντρο της πόλης, πουλά τα προϊόντα του δικτύου.
Το Food Belt διοργανώνει επίσης ένα 10ήμερο ετήσιο φεστιβάλ φαγητού, το «Nourrir Liège», το οποίο έχει βρει μιμητές στις Βρυξέλλες, στο Στρασβούργο και σύντομα στο Κεμπέκ, αλλά και πρωτοβουλίες όπως μαθήματα μαγειρικής, περιπάτους στη φύση και κοινά γεύματα. Μια «επανάσταση» στα τρόφιμα είναι μία διαδικασία περίπλοκη και αργή. Υπάρχουν οπισθοδρομήσεις και συμβιβασμοί, αλλά σταδιακά οι μικροσκοπικοί κρίκοι, που οικοδομούν ένα σύστημα εναλλακτικό, μπορεί να οδηγήσουν στην αλλαγή.
Επόμενος στόχος για την ομάδα Food Belt είναι ένα εργοστάσιο που θα πλένει, θα αποθηκεύει, θα προετοιμάζει και γιατί όχι θα συσκευάζει και θα εμφιαλώνει τα προϊόντα του δικτύου. Αυτό θα βοηθούσε στην εξασφάλιση του εφοδιασμού σε λιγότερους μήνες και θα διασφαλίζει ότι οι σχολικές καντίνες θα μπορούν επίσης να προμηθεύονται τα λαχανικά τους μέσω του δικτύου.
Μια σούπα δωρεάν κάθε πρωί
Η Food Belt συνεργάζεται εδώ και αρκετά χρόνια με σχολεία και βρεφονηπιακούς σταθμούς για να βοηθήσει στην αειφόρο προμήθεια τροφίμων.Από το 2021, περίπου 100 σχολεία εντάχθηκαν στο φιλόδοξο πρόγραμμα: το κρέας, το ψωμί, τα γαλακτοκομικά και τα φρούτα είναι βιολογικά, παράγονται τοπικά και διανέμονται μέσω του δικτύου.
Υπολογίζεται ότι 5.000 μαθητές από σχολεία σε ευάλωτες κοινωνικοοικονομικές περιοχές λαμβάνουν δωρεάν μία βιολογική, τοπικής παραγωγής, σούπα ως θρεπτικό πρωινό. Τη μαγειρεύουν εθελοντές από έναν μικρό μη κερδοσκοπικό οργανισμό, τον Echafaudage, που βοηθά τους μακροχρόνια άνεργους να επιστρέψουν στην αγορά εργασίας και στη συνέχεια τη διανέμουν μέλη του Food Belt με ποδήλατα.
Το σχέδιο ήταν τόσο επιτυχημένο που η περιοχή, που χρηματοδότησε το έργο, πενταπλασίασε τον προϋπολογισμό της. Το επιχειρηματικό μοντέλο της ιδιότυπης «κολεκτίβας» βασίζεται σε μια δίκαιη συμφωνία με τους παραγωγούς, που εξασφαλίζουν το 70% της τιμής πώλησης.
Η συλλογικότητα «Les Petits Producteurs» ξεκίνησε το 2017, τώρα διαθέτει τέσσερα καταστήματα, με 25 υπαλλήλους και λειτούργησε σαν σωσίβιο για τους ντόπιους κατά τη διάρκεια του κορονοϊού.