Στη διάρκεια του πρόσφατου καύσωνα ακούγαμε και διαβάζαμε πολλές φορές την ημέρα τις λέξεις «κλιματική αλλαγή», που χρησιμοποιούνταν για να εξηγήσουν τα πάντα, από τις υψηλές θερμοκρασίες των ημερών μέχρι τα ασυνήθιστα μπουρίνια.

Τι σημαίνει, όμως, κλιματική αλλαγή και πόσο εύκολο είναι να κατανοήσει τον όρο ένας μη ειδικός αναγνώστης; Σημειωτέον ότι υπάρχει η θεωρία της μη ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής, η οποία δεν κυριαρχεί στην αρμόδια επιτροπή του ΟΗΕ και στην Ε.Ε., αλλά αυτός δεν είναι λόγος να παραμένει άγνωστη στο ευρύ κοινό. Τα έτη 2001 και 2021 σημειώθηκε η υψηλότερη θερμοκρασία της Γης σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή (ανώτερη κατά 2 βαθμούς). Αν η άνοδος συνεχιστεί, θα συνεπάγεται σοβαρές συνέπειες για το φυσικό περιβάλλον, την υγεία και την ευημερία της ανθρωπότητας.

Οι εκπρόσωποι αυτής της θεωρίας διαβεβαίωναν ότι μέχρι το 2014 θα είχε ανεβεί κατά τουλάχιστον 7 μέτρα η στάθμη της θάλασσας, λόγω της τήξης των πάγων των πόλων. Το κύριο αίτιο της κλιματικής αλλαγής είναι το φαινόμενο του θερμοκηπίου. Ορισμένα αέρια στην ατμόσφαιρα της Γης λειτουργούν όπως το γυαλί των θερμοκηπίων. Παγιδεύουν τη θερμότητα του ήλιου και εμποδίζουν τη διάχυσή της στο Διάστημα, προκαλώντας την υπερθέρμανση του πλανήτη. Τα αέρια αυτά είναι κυρίως το διοξείδιο του άνθρακα, το μεθάνιο, το υποξείδιο του αζώτου και τα θειούχα αέρια. Η εκπομπή των ανωτέρω αερίων οφείλεται κυρίως σε ανθρώπινες δραστηριότητες, όπως η καύση του άνθρακα, του πετρελαίου και του φυσικού αερίου, η αποψίλωση των δασών, η αύξηση της κτηνοτροφίας και η χρήση αζωτούχων λιπασμάτων.

Οι προβλέψεις των μοντέλων της συγκεκριμένης θεώρησης πραγμάτων μιλούν για αύξηση της μέσης γήινης θερμοκρασίας κατά 2 βαθμούς Κελσίου, ήτοι από 15 στους 17 βαθμούς Κελσίου, εξαιτίας της αύξησης του προερχομένου από τις βιομηχανίες ατμοσφαιρικού διοξειδίου του άνθρακα, με αποτέλεσμα ανείπωτες καταστροφές. Τα βασικά αίτια, όπως οι μεταβολές της ηλιακής ακτινοβολίας και η ηφαιστειακή δραστηριότητα, εκτιμάται ότι ασκούν μικρή επίδραση στην άνοδο της θερμοκρασίας της Γης. 

Η Ε.Ε., αποδεχομένη τη θεωρία της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής, έχει θέσει τους εξής στόχους και έχει δεσμευθεί για την τήρησή τους:

α) Να είναι κλιματικά ουδέτερη μέχρι το 2050

και β) Μέχρι το 2030 να παράγει τουλάχιστον κατά 55% λιγότερες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου.

Συνεχώς

Από την άλλη, για τους εκπροσώπους μιας αντίθετης σε αυτήν θεώρησης, η κλιματική αλλαγή υπάρχει με την έννοια ότι το κλίμα μεταβάλλεται συνεχώς και αδιαλείπτως εδώ και εκατομμύρια χρόνια, αλλά ο κυριότερος παράγοντας μεταβολής του είναι η ηλιακή ακτινοβολία, όχι τα αέρια θερμοκηπίου. Η ένταση της ηλιακής ακτινοβολίας εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, με κυριότερους την εκκεντρότητα, την αξονική απόκλιση και την αλλαγή τοποθεσίας του άξονα περιστροφής της Γης. Με βάση τις ανωτέρω μεταβολές δημιουργούνται αντίστοιχοι και επαναλαμβανόμενοι κύκλοι, διάρκειας 120.000, 40.000 και 20.000 ετών.

Σύμφωνα με πρόσφατες μελέτες, τα τελευταία 450 χρόνια υπήρξαν χρονικά διαστήματα με μέση γήινη θερμοκρασία πολύ μεγαλύτερη από τη σημερινή, αλλά δεν έλιωσαν οι πάγοι του Βόρειου και του Νότιου Πόλου. Για πολλά χρόνια υπήρξε μέση θερμοκρασία 18 βαθμών Κελσίου έναντι της σημερινής, περίπου 15,8 βαθμών, αλλά δεν επήλθαν οι επαγγελλόμενες καταστροφές, όπως η άνοδος της στάθμης της θάλασσας. Δεν ισχύει ότι η αύξηση του διοξειδίου του άνθρακα οδηγεί στην αύξηση της θερμοκρασίας της Γης, αλλά το αντίστροφο. Η αύξηση του ατμοσφαιρικού διοξειδίου του άνθρακα είναι περίπου 0,003%.

Η απειροελάχιστη αυτή αλλαγή δεν μπορεί να επηρεάσει σημαντικά το γήινο κλίμα. Εκατοντάδες επιστήμονες της ΝΑSΑ και της ESA (Eυρωπαϊκή Υπηρεσία Διαστήματος), καθώς και πολλοί διευθυντές αστεροσκοπείων όλου του κόσμου υποστηρίζουν ότι η κλιματική αλλαγή οφείλεται στη συμπεριφορά του μαγνητικού πεδίου του Ηλιου. Οσο πιο πολλές εκρήξεις έχουμε, τόσο μεγαλύτερες είναι οι γήινες θερμοκρασίες. Οταν δεν υπάρχουν ηλιακές εκρήξεις για μεγάλα χρονικά διαστήματα, τότε η μέση γήινη θερμοκρασία μειώνεται κατά περίπου 2 βαθμούς Κελσίου.

Αμετάβλητο

Είναι φανερό από τα παραπάνω ότι η κύρια διάσταση μεταξύ των δύο θεωριών αφορά στο αν η κλιματική αλλαγή είναι ανθρωπογενής ή όχι. Οι εκπρόσωποι, όμως, της θεωρίας της ανθρωπογενούς αλλαγής ονομάζουν «αρνητές» τους εκπροσώπους της μη ανθρωπογενούς αλλαγής, υπονοώντας ότι οι τελευταίοι δεν αποδέχονται ότι το κλίμα αλλάζει. Εμμεσα πλην σαφώς, κατηγορούν τους τελευταίους ότι θεωρούν το κλίμα αμετάβλητο, πράγμα που δεν ισχύει.

Με τον τρόπο αυτό και με τη χρήση του θρησκευτικού όρου «αρνητής», μεταθέτουν το υπαρκτό αντικείμενο της συζήτησης, που είναι αν η αλλαγή κλίματος είναι ή όχι ανθρωπογενής, στο ανύπαρκτο, δηλαδή το αν υπάρχει αλλαγή κλίματος. 

Άρθρο του Περικλή Μεταξά, Ειδικού αναλυτή (Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, PhD UK)
Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 19/8