Ουκρανία: Δύο χρόνια από την έναρξη του πολέμου - Μία εισβολή με πολλές ανοιχτές πληγές
Οι συσχετισμοί στην Ουάσινγκτον
Η ρωσική επίθεση στην Oυκρανία, η ισχυρή αντίσταση του Κιέβου, το αδιέξοδο των μαχών και το μέλλον μίας σύγκρουσης, που φαίνεται να οδηγείται σε φάση συμβιβαστικής διευθέτησης
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία στις 24/2/2022 έμελλε να φέρει ανακατατάξεις στην Ευρώπη, καθώς η «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» του Βλαντιμίρ Πούτιν έφερε αιματοχυσία αμάχων και εκτοπισμό Ουκρανών μετά τις αλλεπάλληλες εφόδους των ρωσικών στρατευμάτων, αλλάζοντας τον χάρτη σε διεθνές επίπεδο.
Η πρώτη πράξη της σύγκρουσης έλαβε χώρα στις 21/2/2022, όταν η Ρωσία αναγνώρισε επίσημα τη Λαϊκή Δημοκρατία του Ντονέτσκ και τη Λαϊκή Δημοκρατία του Λουγκάνσκ ως αυτόνομες πολιτείες του Ντονμπάς. Ο Ρώσος πρόεδρος τρεις ημέρες μετά ανακοίνωσε επιχείρηση με σκοπό την «αποστρατικοποίηση και αποναζιστικοποίηση της Ουκρανίας», υποστηρίζοντας ότι «η χώρα κυβερνάται από νεοναζί, που καταδιώκουν τις ρωσικές μειονότητες εντός της Ουκρανίας», επιχειρηματολογώντας ταυτόχρονα υπέρ της πράξης αυτής στη βάση αιτήματος των δύο περιοχών για την υπεράσπισή τους. Επειτα από λίγες ώρες, οι πρώτοι πύραυλοι και βομβαρδισμοί χτύπησαν το Κίεβο, με τα στρατεύματα να εισβάλλουν ταυτόχρονα σε πολλαπλά μέτωπα.
Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι ανακοίνωσε καθεστώς στρατιωτικού νόμου, με σκοπό την υπεράσπιση των εδαφών της χώρας. Τα αντανακλαστικά της Δύσης ήταν άμεσα, με τον ΟΗΕ να καταδικάζει την εισβολή, το Συμβούλιο της Ευρώπης να αποβάλλει τη Ρωσία, ενώ και η Ε.Ε επιβάλλει -έως και σήμερα- σειρά οικονομικών κυρώσεων. Προβληματική αποτέλεσε η απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, που είχε ως συνέπεια την άνοδο των τιμών σε παγκόσμια κλίμακα. Η κήρυξη ανθρωπιστικής βοήθειας ήταν άμεση, ενώ η έρευνα για τα πιθανά εγκλήματα πολέμου που φέρεται να διαπράχθηκαν σε περιοχές όπως η Μαριούπολη και η Μπούτσα συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.
H Mόσχα, επιθυμώντας μια ταχεία παράδοση του ουκρανικού κράτους, σχεδίασε έναν γρήγορο πόλεμο, με αεροπορικές επιθέσεις και αμφίβιες επιχειρήσεις για την κατάληψη μεγάλων πόλεων, όπως το Κίεβο, η Οδησσός και το Χάρκοβο. Η Ουκρανία, προετοιμασμένη και από τα γεγονότα της Κριμαίας το 2014, αντιστάθηκε δυναμικά, αναγκάζοντας τις ρωσικές δυνάμεις να υποχωρήσουν από τις μεγάλες πόλεις. Ο πόλεμος αυτός, όπως έχει υποστηρίξει και ο Ρώσος πρόεδρος, είναι υπαρξιακού χαρακτήρα για τη Ρωσία, καθώς η οπισθοχώρησή της αντιμετωπίστηκε ως «αποτυχία», με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Γεβγκένι Πριγκόζιν, που τάχθηκε φανερά απέναντι στον Πούτιν, μέχρι τον θάνατό του. Η -ανοιχτή- κόντρα με τη Δύση αντικατοπτρίζει και την ανάγκη να υποχωρήσει η επιρροή της από πρώην σοβιετικές χώρες και το ΝΑΤΟ κατ’ επέκταση.
Οι αντεπιθέσεις ανέδειξαν το στρατηγικό λάθος της Ρωσίας να σταθεί στην «ανθεκτικότητα» της Ουκρανίας, όσο και τον τακτικό της σχεδιασμό. Στα τέλη της άνοιξης του 2023, οι ουκρανικές δυνάμεις εξαπέλυσαν αντεπίθεση για την απελευθέρωση εδαφών στα νότια της Ζαπορίζια, με τις ρωσικές δυνάμεις να κρατούν το μεγαλύτερο μέρος του εδάφους που κατέλαβαν. Από τις 6/6/2023 και την ανατίναξη του φράγματος του Δνείπερου στη Χερσώνα, παρά το φαινομενικό προβάδισμα της Ρωσίας, ο πόλεμος έχει οδηγηθεί σε αδιέξοδο, με κατά τόπους επιθέσεις και αντεπιθέσεις.
Σημαντικό στοιχείο της εν λόγω σφυγμομέτρησης συνιστά η πιθανότητα επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, με τους ερωτηθέντες να επισημαίνουν ότι θα πρέπει, σε αυτό το ενδεχόμενο, να ενισχυθεί εκ νέου η βοήθεια. Ομως, παρά τις αρχικές αιτιάσεις της κυβέρνησης Μπάιντεν περί περιορισμού της αρωγής προς τον Ζελένσκι, η πρόσφατη έγκριση νομοσχεδίου από τη Γερουσία για χορήγηση 61 δισ. δολαρίων φαίνεται πως διατηρεί τις ισορροπίες σε μια μάχη που πλέον κλίνει προς τη ρωσική πλευρά.
Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά στις 24/2
Η πρώτη πράξη της σύγκρουσης έλαβε χώρα στις 21/2/2022, όταν η Ρωσία αναγνώρισε επίσημα τη Λαϊκή Δημοκρατία του Ντονέτσκ και τη Λαϊκή Δημοκρατία του Λουγκάνσκ ως αυτόνομες πολιτείες του Ντονμπάς. Ο Ρώσος πρόεδρος τρεις ημέρες μετά ανακοίνωσε επιχείρηση με σκοπό την «αποστρατικοποίηση και αποναζιστικοποίηση της Ουκρανίας», υποστηρίζοντας ότι «η χώρα κυβερνάται από νεοναζί, που καταδιώκουν τις ρωσικές μειονότητες εντός της Ουκρανίας», επιχειρηματολογώντας ταυτόχρονα υπέρ της πράξης αυτής στη βάση αιτήματος των δύο περιοχών για την υπεράσπισή τους. Επειτα από λίγες ώρες, οι πρώτοι πύραυλοι και βομβαρδισμοί χτύπησαν το Κίεβο, με τα στρατεύματα να εισβάλλουν ταυτόχρονα σε πολλαπλά μέτωπα.
Ο πόλεμος αυτός, κατά τον Βλαντιμίρ Πούτιν, έχει υπαρξιακό χαρακτήρα για τη χώρα του, καθώς οπισθοχώρηση σημαίνει αποτυχία
Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι ανακοίνωσε καθεστώς στρατιωτικού νόμου, με σκοπό την υπεράσπιση των εδαφών της χώρας. Τα αντανακλαστικά της Δύσης ήταν άμεσα, με τον ΟΗΕ να καταδικάζει την εισβολή, το Συμβούλιο της Ευρώπης να αποβάλλει τη Ρωσία, ενώ και η Ε.Ε επιβάλλει -έως και σήμερα- σειρά οικονομικών κυρώσεων. Προβληματική αποτέλεσε η απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, που είχε ως συνέπεια την άνοδο των τιμών σε παγκόσμια κλίμακα. Η κήρυξη ανθρωπιστικής βοήθειας ήταν άμεση, ενώ η έρευνα για τα πιθανά εγκλήματα πολέμου που φέρεται να διαπράχθηκαν σε περιοχές όπως η Μαριούπολη και η Μπούτσα συνεχίζεται μέχρι και σήμερα.
H Mόσχα, επιθυμώντας μια ταχεία παράδοση του ουκρανικού κράτους, σχεδίασε έναν γρήγορο πόλεμο, με αεροπορικές επιθέσεις και αμφίβιες επιχειρήσεις για την κατάληψη μεγάλων πόλεων, όπως το Κίεβο, η Οδησσός και το Χάρκοβο. Η Ουκρανία, προετοιμασμένη και από τα γεγονότα της Κριμαίας το 2014, αντιστάθηκε δυναμικά, αναγκάζοντας τις ρωσικές δυνάμεις να υποχωρήσουν από τις μεγάλες πόλεις. Ο πόλεμος αυτός, όπως έχει υποστηρίξει και ο Ρώσος πρόεδρος, είναι υπαρξιακού χαρακτήρα για τη Ρωσία, καθώς η οπισθοχώρησή της αντιμετωπίστηκε ως «αποτυχία», με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Γεβγκένι Πριγκόζιν, που τάχθηκε φανερά απέναντι στον Πούτιν, μέχρι τον θάνατό του. Η -ανοιχτή- κόντρα με τη Δύση αντικατοπτρίζει και την ανάγκη να υποχωρήσει η επιρροή της από πρώην σοβιετικές χώρες και το ΝΑΤΟ κατ’ επέκταση.
Η αντίσταση
Τα όσα διαδραματίστηκαν και καλύφθηκαν από τον φακό, σε συνδυασμό με την «κραυγή» Ζελένσκι για άμεση οικονομική και εξοπλιστική ενίσχυση, δεν άφησαν ασυγκίνητο μεγάλο μέρος του πλανήτη. Λαμβάνοντας στην πορεία βοήθεια, που αθροίζεται σε περίπου 100 δισ. ευρώ από 31 χώρες, μαζί με 5,5 δισ. ευρώ βοήθεια από την Ευρωπαϊκή Ενωση, η χώρα μπόρεσε να εξοπλιστεί σε σημαντικό βαθμό. Υπολογίζεται ότι δίχως αυτή την αρωγή η Ουκρανία δεν θα ήταν δυνατόν να κρατήσει πάνω από το 80% της επικράτειάς της. Η δύναμη αντίστασης και αντοχής της Ουκρανίας στα χαρακώματα -λαμβάνοντας υπόψη και τους άνωθεν παράγοντες- εξέπληξε την Ευρώπη, που την παραλλήλισε με μάχη του Δαυίδ απέναντι στον Γολιάθ. Η απώθηση εισβολέων από το Κίεβο εντός του 2022 και η ανακατάληψη της Χερσώνας και περιοχών γύρω από το Χάρκοβο έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου για τη Ρωσία, ενώ η επιχείρηση ενεργειακού εκβιασμού του Πούτιν στην Ευρώπη προκάλεσε κλυδωνισμούς, δίχως όμως να αποτρέψει την περαιτέρω ενίσχυση των δυνάμεων του Ζελένσκι.Οι αντεπιθέσεις ανέδειξαν το στρατηγικό λάθος της Ρωσίας να σταθεί στην «ανθεκτικότητα» της Ουκρανίας, όσο και τον τακτικό της σχεδιασμό. Στα τέλη της άνοιξης του 2023, οι ουκρανικές δυνάμεις εξαπέλυσαν αντεπίθεση για την απελευθέρωση εδαφών στα νότια της Ζαπορίζια, με τις ρωσικές δυνάμεις να κρατούν το μεγαλύτερο μέρος του εδάφους που κατέλαβαν. Από τις 6/6/2023 και την ανατίναξη του φράγματος του Δνείπερου στη Χερσώνα, παρά το φαινομενικό προβάδισμα της Ρωσίας, ο πόλεμος έχει οδηγηθεί σε αδιέξοδο, με κατά τόπους επιθέσεις και αντεπιθέσεις.
Το μέλλον
Παρά τον αρχικό ενθουσιασμό για εκμηδένιση του ρωσικού κινδύνου από την Ευρώπη, πλέον μόλις το 10% των Ευρωπαίων πολιτών πιστεύει σε νίκη της Ουκρανίας στον πόλεμο, δεδομένων και των συνεχόμενων υποχωρήσεων που καταγράφει στα πεδία των μαχών το τελευταίο διάστημα. Σύμφωνα με τον «Guardian», οι ερωτηθέντες σε δημοσκόπηση που διεξήγαγε θεωρούν στη μεγάλη τους πλειοψηφία ότι το τέλος της σύγκρουσης θα έρθει με μορφή «συμβιβαστικής διευθέτησης», αποτυπώνοντας έτσι τη σημαντική στροφή των αντιλήψεων, που έως και πέρσι ήταν σταθερές ως προς τον πόλεμο. Μάλιστα, επισημαίνεται ότι μπορεί να «θέλουν απελπισμένα να αποτρέψουν μια ρωσική νίκη», όμως η «πραγματιστική» αυτή στροφή αποτυπώνεται στην αναγνώριση αδυναμιών του Κιέβου.Σημαντικό στοιχείο της εν λόγω σφυγμομέτρησης συνιστά η πιθανότητα επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ, με τους ερωτηθέντες να επισημαίνουν ότι θα πρέπει, σε αυτό το ενδεχόμενο, να ενισχυθεί εκ νέου η βοήθεια. Ομως, παρά τις αρχικές αιτιάσεις της κυβέρνησης Μπάιντεν περί περιορισμού της αρωγής προς τον Ζελένσκι, η πρόσφατη έγκριση νομοσχεδίου από τη Γερουσία για χορήγηση 61 δισ. δολαρίων φαίνεται πως διατηρεί τις ισορροπίες σε μια μάχη που πλέον κλίνει προς τη ρωσική πλευρά.
Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά στις 24/2