Τραμπ: Κινδυνεύει με κατάσχεση περιουσιακών στοιχείων - Δεν μπορεί να εγγυηθεί τα 454 εκατ. δολάρια για τα πρόστιμα
Προθεσμία ως τις 25 Μαρτίου για να καταβάλει όλο το ποσό
Τα πρόστιμα ύψους 454 εκατομμυρίων δολαρίων του επιβλήθηκαν για οικονομικές απάτες
Ο Ντόναλντ Τραμπ δεν είναι σε θέση να καταβάλει στη Δικαιοσύνη στην Πολιτεία της Νέας Υόρκης εγγύηση πως θα αποπληρώσει τα πρόστιμα ύψους 454 εκατομμυρίων δολαρίων που του επιβλήθηκαν για οικονομικές απάτες, διαμαρτυρήθηκαν οι δικηγόροι του χθες Δευτέρα.
Σε δικαστικό έγγραφο έκτασης περίπου 5.000 σελίδων, που αναρτήθηκε στο Διαδίκτυο από το τμήμα εφέσεων του ομοσπονδιακού δικαστηρίου της Νέας Υόρκης στο Μανχάταν, η υπεράσπιση του Ρεπουμπλικάνου πρώην προέδρου των ΗΠΑ επιχειρηματολογεί ότι η καταβολή εγγύησης για το ιλιγγιώδες ποσό αυτό είναι «σχεδόν αδύνατη».
«Το ύψος του επιδικασθέντος ποσού, με τους τόκους, ξεπερνά τα 464 εκατομμύρια δολάρια», ήτοι 355 εκατ. συν 100 εκατ. τόκους για τον Ντόναλντ Τραμπ και οκτώ εκατ. συν τους τόκους για τους γιους του, τον Ντόναλντ τον νεότερο και τον Έρικ, και «ελάχιστες (ασφαλιστικές) εταιρείες θα παρείχαν ασφάλιση εγγύησης τέτοιου μεγέθους», λένε οι δικηγόροι, διευκρινίζοντας πως ήλθαν σε επαφή με κάπου 30 ασφαλιστικές εταιρείες.
Αυτό σημαίνει πως, ελλείψει εγγύησης επί του 100% του προστίμου, η έφεση που υποβλήθηκε εξ ονόματος του Ντόναλντ Τραμπ τον Φεβρουάριο σε άλλη δικαιοδοσία, που δεν συνεπάγεται δεύτερη δίκη, δεν θα έχει ανασταλτική επίπτωση. Ο Τραμπ θα είναι, κατά συνέπεια, υποχρεωμένος να πληρώσει όλο το πρόστιμο ως την επόμενη Δευτέρα, 25 Μαρτίου, αλλιώς θα διατρέξει κίνδυνο να κατασχεθούν περιουσιακά του στοιχεία από τη δικαιοσύνη.
Ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων για την προεδρία κατήγγειλε με ανακοίνωσή του τη Δευτέρα το βράδυ το «κυνήγι μαγισσών» σε βάρος του, όπως λέει σε κάθε σχετική ευκαιρία. Χαρακτηρισε το πρόστιμο «αντισυνταγματικό, αντιαμερικανικό, άνευ προηγουμένου και πρακτικά αδύνατο» να πληρώσει «οποιαδήποτε επιχείρηση, ακόμη και μια επιχείρηση τόσο επιτυχημένη όσο η δική μου».
Το τμήμα εφέσεων του δικαστηρίου της Νέας Υόρκης απέρριψε στις 28 Φεβρουαρίου προσφορά να καταβληθεί εγγύηση ύψους 100 εκατ. δολαρίων. Ο πρώην πρόεδρος και οι δυο ενήλικοι γιοι του άσκησαν επίσης έφεση στην απαγόρευση που τους επιβλήθηκε να διευθύνουν οποιαδήποτε εταιρεία στην πολιτεία της Νέας Υόρκης για, αντίστοιχα, τρία και δυο χρόνια.
Η υπεράσπιση χαρακτήρισε τον Φεβρουάριο το ύψος του προστίμου «υπερβολικό» και την απαγόρευση στους Τραμπ να διοικούν επιχειρήσεις στη Νέα Υόρκη «παράνομη και αντισυνταγματική». Τώρα, λένε πως είναι «αδύνατο» να εξασφαλιστεί η «ασφάλιση εγγύησης» και να γίνει η καταβολή ολόκληρου του ποσού.
Στην πολύκροτη ετυμηγορία του, στις 16 Φεβρουαρίου, ο δικαστής Άρθουρ Ενγκόρον καταδίκασε τον πρώην πρόεδρο να πληρώσει πρόστιμα συνολικού ύψους 354,86 εκατομμυρίων δολαρίων για οικονομικές απάτες και τους δυο γιους του πρόστιμα 4 εκατ. δολαρίων έκαστος.
Η γενική εισαγγελέας της πολιτείας της Νέας Υόρκης Λετίσια Τζέιμς άσκησε δίωξη σε βάρος του Ντόναλντ Τραμπ τον Οκτώβριο του 2022 και η αστική δίκη του ιδίου, των γιων του και της εταιρείας Trump Organization διεξήχθη από τον Οκτώβριο ως τον Ιανουάριο.
Ο μεγιστάνας, που έκανε περιουσία στον τομέα των ακινήτων προτού ανατρέψει το αμερικανικό πολιτικό σκηνικό και θέσει υπό αμφισβήτηση την ίδια τη δημοκρατία στις ΗΠΑ, χαρακτηρίζει «απάτη» την απόφαση αυτή της αμερικανικής δικαιοσύνης κι έχει καταφερθεί επανειλημμένα δημόσια εναντίον της εισαγγελέα Τζέιμς και του δικαστή Ενγκόρον.
Σε δικαστικό έγγραφο έκτασης περίπου 5.000 σελίδων, που αναρτήθηκε στο Διαδίκτυο από το τμήμα εφέσεων του ομοσπονδιακού δικαστηρίου της Νέας Υόρκης στο Μανχάταν, η υπεράσπιση του Ρεπουμπλικάνου πρώην προέδρου των ΗΠΑ επιχειρηματολογεί ότι η καταβολή εγγύησης για το ιλιγγιώδες ποσό αυτό είναι «σχεδόν αδύνατη».
«Το ύψος του επιδικασθέντος ποσού, με τους τόκους, ξεπερνά τα 464 εκατομμύρια δολάρια», ήτοι 355 εκατ. συν 100 εκατ. τόκους για τον Ντόναλντ Τραμπ και οκτώ εκατ. συν τους τόκους για τους γιους του, τον Ντόναλντ τον νεότερο και τον Έρικ, και «ελάχιστες (ασφαλιστικές) εταιρείες θα παρείχαν ασφάλιση εγγύησης τέτοιου μεγέθους», λένε οι δικηγόροι, διευκρινίζοντας πως ήλθαν σε επαφή με κάπου 30 ασφαλιστικές εταιρείες.
Αυτό σημαίνει πως, ελλείψει εγγύησης επί του 100% του προστίμου, η έφεση που υποβλήθηκε εξ ονόματος του Ντόναλντ Τραμπ τον Φεβρουάριο σε άλλη δικαιοδοσία, που δεν συνεπάγεται δεύτερη δίκη, δεν θα έχει ανασταλτική επίπτωση. Ο Τραμπ θα είναι, κατά συνέπεια, υποχρεωμένος να πληρώσει όλο το πρόστιμο ως την επόμενη Δευτέρα, 25 Μαρτίου, αλλιώς θα διατρέξει κίνδυνο να κατασχεθούν περιουσιακά του στοιχεία από τη δικαιοσύνη.
Ο υποψήφιος των Ρεπουμπλικάνων για την προεδρία κατήγγειλε με ανακοίνωσή του τη Δευτέρα το βράδυ το «κυνήγι μαγισσών» σε βάρος του, όπως λέει σε κάθε σχετική ευκαιρία. Χαρακτηρισε το πρόστιμο «αντισυνταγματικό, αντιαμερικανικό, άνευ προηγουμένου και πρακτικά αδύνατο» να πληρώσει «οποιαδήποτε επιχείρηση, ακόμη και μια επιχείρηση τόσο επιτυχημένη όσο η δική μου».
Το τμήμα εφέσεων του δικαστηρίου της Νέας Υόρκης απέρριψε στις 28 Φεβρουαρίου προσφορά να καταβληθεί εγγύηση ύψους 100 εκατ. δολαρίων. Ο πρώην πρόεδρος και οι δυο ενήλικοι γιοι του άσκησαν επίσης έφεση στην απαγόρευση που τους επιβλήθηκε να διευθύνουν οποιαδήποτε εταιρεία στην πολιτεία της Νέας Υόρκης για, αντίστοιχα, τρία και δυο χρόνια.
Η υπεράσπιση χαρακτήρισε τον Φεβρουάριο το ύψος του προστίμου «υπερβολικό» και την απαγόρευση στους Τραμπ να διοικούν επιχειρήσεις στη Νέα Υόρκη «παράνομη και αντισυνταγματική». Τώρα, λένε πως είναι «αδύνατο» να εξασφαλιστεί η «ασφάλιση εγγύησης» και να γίνει η καταβολή ολόκληρου του ποσού.
Στην πολύκροτη ετυμηγορία του, στις 16 Φεβρουαρίου, ο δικαστής Άρθουρ Ενγκόρον καταδίκασε τον πρώην πρόεδρο να πληρώσει πρόστιμα συνολικού ύψους 354,86 εκατομμυρίων δολαρίων για οικονομικές απάτες και τους δυο γιους του πρόστιμα 4 εκατ. δολαρίων έκαστος.
Η γενική εισαγγελέας της πολιτείας της Νέας Υόρκης Λετίσια Τζέιμς άσκησε δίωξη σε βάρος του Ντόναλντ Τραμπ τον Οκτώβριο του 2022 και η αστική δίκη του ιδίου, των γιων του και της εταιρείας Trump Organization διεξήχθη από τον Οκτώβριο ως τον Ιανουάριο.
Ο μεγιστάνας, που έκανε περιουσία στον τομέα των ακινήτων προτού ανατρέψει το αμερικανικό πολιτικό σκηνικό και θέσει υπό αμφισβήτηση την ίδια τη δημοκρατία στις ΗΠΑ, χαρακτηρίζει «απάτη» την απόφαση αυτή της αμερικανικής δικαιοσύνης κι έχει καταφερθεί επανειλημμένα δημόσια εναντίον της εισαγγελέα Τζέιμς και του δικαστή Ενγκόρον.