Η πολυπλοκότητα της λήψης αποφάσεων και της νοµοθεσίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ή, αλλιώς, το ερώτηµα για το ποιος πραγµατικά κυβερνά την Ευρώπη έχει προβληµατίσει τους διεθνείς εταίρους της εδώ και δεκαετίες. Οι πολιτικές προτεραιότητες για την επόµενη πενταετία δεν θα αποφασίζονται µονοµερώς - για παράδειγµα από τον επόµενο πρόεδρο της Επιτροπής. Αντίθετα, υπάρχουν πολλοί θεσµοί και παράγοντες που καθοδηγούν και διαµορφώνουν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων, που, αν και είναι χρονοβόρα και περίπλοκη, διασφαλίζει την εκπροσώπηση και την προάσπιση των συµφερόντων τόσο των κρατών-µελών όσο και των πολιτών. Σε αυτή την πολυεπίπεδη διαδικασία συµµετέχει το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, που εκλέγεται άµεσα από τους Ευρωπαίους πολίτες και διαδραµατίζει καθοριστικό ρόλο, λειτουργώντας ως ο θεµατοφύλακας της δηµοκρατίας και η φωνή των πολιτών.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο γίνεται όλο και πιο ισχυρό µε την πάροδο του χρόνου, παίζοντας σηµαντικότερο ρόλο στη διαµόρφωση της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τον επόµενο µήνα θα ανανεωθεί, φέρνοντας στο προσκήνιο νέους ηγέτες και συµβάλλοντας στη διαµόρφωση της πολιτικής ατζέντας για τα επόµενα χρόνια. Στις 6-9 Ιουνίου οι πολίτες της Ε.Ε. καλούνται να ασκήσουν το δικαίωµα ψήφου τους, για να εκλέξουν τους ευρωβουλευτές που θα τους εκπροσωπήσουν.

Ταυτόχρονα ξεκινά µια πολύµηνη διαδικασία για την επιλογή της νέας ηγεσίας της Ένωσης, που θα διαµορφώσει την κλιµατική πολιτική έως το τέλος της δεκαετίας. Η ηγεσία αυτή θα αντιµετωπίσει το δύσκολο έργο του σχεδιασµού της συνέχειας της Πράσινης Συµφωνίας - της στρατηγικής της Ευρώπης για την επίτευξη της πρώτης κλιµατικά ουδέτερης ηπείρου έως το 2050. Το να καταστεί η Ευρώπη η πρώτη κλιµατικά ουδέτερη ήπειρος στον κόσµο αποτελεί βασική δέσµευση στο πλαίσιο του ενωσιακού νοµοθετήµατος για το κλίµα.

Τον Ιούλιο του 2021 διατυπώθηκαν προτάσεις µε σκοπό όλοι οι τοµείς της οικονοµίας της Ε.Ε. να προσαρµοστούν, για να µπορέσουν να ανταποκριθούν στην πρόκληση αυτή, ξεκινώντας από τη µείωση των εκποµπών κατά τουλάχιστον 55% έως το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας. Η νοµοθεσία για την προσαρµογή στον στόχο του 55%, που έχει εγκριθεί στο σύνολό της, θέτει την Ε.Ε. σε πορεία επίτευξης των στόχων της για το κλίµα µε δίκαιο, ανταγωνιστικό και οικονοµικά αποδοτικό τρόπο.

Ωστόσο, το έργο που ακολουθεί είναι κολοσσιαίο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση καλείται να υλοποιήσει µε συνέπεια όλους τους στόχους της Πράσινης Συµφωνίας, εξασφαλίζοντας παράλληλα την ηγετική της θέση στον παγκόσµιο αγώνα για την καταπολέµηση της κλιµατικής αλλαγής και την τεχνολογική καινοτοµία. Ταυτόχρονα, οφείλει να αντιµετωπίσει τις αυξανόµενες ανησυχίες για τις πιθανές κοινωνικές και οικονοµικές επιπτώσεις της µετάβασης προς µια πράσινη οικονοµία, διασφαλίζοντας ότι τα βάρη και τα οφέλη θα κατανέµονται δίκαια.

Πάντως, είναι πολύ ενθαρρυντική η περίπτωση της Πολωνίας, που προσφέρει µια διαφορετική, αισιόδοξη προοπτική. Η πρόσφατη εκλογή ενός φιλοευρωπαϊκού κόµµατος φέρνει στο προσκήνιο την υπόσχεση για ένα ταχύρρυθµο πρόγραµµα ενεργειακής µετάβασης. Η στροφή αυτή προς πράσινες πολιτικές δείχνει ότι η φιλοδοξία για ένα βιώσιµο µέλλον παραµένει ισχυρή, παρά τις αντιδράσεις. Οι εκλογές του 2024 στην Ευρωπαϊκή Ενωση σηµατοδοτούν µια κρίσιµη καµπή. Οι ψηφοφόροι καλούνται να λάβουν αποφάσεις για το µέλλον της Ευρώπης, θέτοντας στο επίκεντρο την αντιµετώπιση της κλιµατικής αλλαγής και διαµορφώνοντας µια δίκαιη και βιώσιµη πορεία προς το 2050. Η µάχη για την Πράσινη Συµφωνία θα κρίνει όχι µόνο το µέλλον του περιβάλλοντος, αλλά και την ευηµερία και την ακµάζουσα ανάπτυξη των πολιτών της Ευρώπης.

*Σταύρος Δήμας, πρώην υπουργός, πρώην επίτροπος Ευρωπαϊκής Επιτροπής

Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά»