Δεν έχει περάσει ένας μήνας από τότε που ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν ότι η μεγαλύτερη προτεραιότητά του ήταν να πετύχει την απελεύθερωση τόσο του δημοσιογράφου της WSJ Έβαν Γκέρσκοβιτς όσο και του Αμερικανού πρώην πεζοναύτη Πολ Γουίλαν από τις ρωσικές φυλακές.

Το βράδυ της Πέμπτης 1ης Αυγούστου - και ενώ είχαν προηγηθεί μήνες παρασκηνιακών διαπραγματεύσεων - ο Τζο Μπάιντεν και η Κάμαλα Χάρις αγκάλιασαν τους δύο άνδρες οι οποίοι πάτησαν ξανά σε αμερικανικό έδαφος. Το παραπάνω γεγονός ήταν το «κερασάκι στην τούρτα» της κληρονομιάς του Τζο Μπάιντεν, ενώ για την υποψήφια των Δημοκρατικών Κάμαλα Χάρις ήταν μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για να συγκεντρώσει πάνω της τα φώτα της δημοσιότητας και μάλιστα για ένα τόσο σημαντικό θέμα εξωτερικής πολιτικής.

Όπως σχολιάζει το BBC σε μία συγκινητική στιγμή ο Αμερικανός πρόεδρος αφαίρεσε από το πέτο του σακακιού του, την καρφίτσα με την αμερικανική σημαία και την έδωσε τον Πολ Γουίλαν. Αυτή η επιτυχία αποτελεί ένα σημαντικό κεφάλαιο στην διαδρομή του κ. Μπάιντεν στην προεδρία με τον ίδιο να διαπιστώνει ότι η εξωτερική πολιτική είναι ένας τομέας όπου κάποιος μπορεί να προκαλέσει αίσθηση ακόμα και όταν οδεύει προς την έξοδο από τον Λευκό Οίκο.


Ο παραλληλισμός με τον Λίντον Τζόνσον

Στην περίπτωση του κ. Μπάιντεν μπορεί να συγκριθεί μόνο με τον Λίντον Τζόνσον ο οποίος αποσύρθηκε από την προσπάθεια επανεκλογής του εξαιτίας του πολέμου στο Βιετνάμ. Ο πόλεμος κυριαρχούσε τους τελευταίους μήνες της θητείας του. Ήταν ένα γεγονός που αποτέλεσε την πολιτική του καταστροφή. Ωστόσο ο Τζο Μπάιντεν κατάφερε να κάνει θριαμβευτική έξοδο από τη στιγμή που στέφθηκε με επιτυχία η ανταλλαγή κρατουμένων.

Σημειώνεται ότι ο τελευταίος μήνας ήταν αρκετά δύσκολος για τον Τζο Μπάιντεν. Ξεκίνησε με το καταστροφικό debate και ολοκληρώθηκε πριν λίγες μέρες όταν ανακοίνωσε στο αμερικανικό έθνος ότι εγκαταλείπει την εκστρατεία για την επανεκλογή του. Παρά το γεγονός ότι παραδέχθηκε ότι ήταν καιρός να «δώσει τη σκυτάλη» κατά τη διάρκεια της ομιλίας του υπενθύμισε ότι το έργο του δεν είχε ολοκληρωθεί.

Υποσχέθηκε ότι θα φέρει πίσω στις ΗΠΑ τους Αμερικανούς κρατουμένους ενώ δεσμεύτηκε ότι θα εξακολουθεί να στηρίζει την Ουκρανία στον πόλεμο εναντίον της Ρωσίας - κάτι τέτοιο σηματοδοτεί και το νέο πακέτο βοήθειας προς το Κίεβο - ενώ επανέλαβε ότι θα συνεχίσει να εργάζεται για τον τερματισμό του πολέμου ανάμεσα στο Ισραήλ και τη Γάζα. Μάλιστα τόνισε ότι θα φέρει ειρήνη και ασφάλεια στη Μέση Ανατολή.

Όμως φαίνεται ότι προς το παρόν τουλάχιστον η ειρήνη και η ασφάλεια στη Μέση Ανατολή δεν μπορεί να επιτευχθεί. Άλλωστε σε αυτό συνηγορεί η ανάφλεξη των τελευταίων 24ωρων με τις εξουδετερώσεις του ηγέτη της Χαμάς Ισμαήλ Χανίγια, αλλά και του στρατιωτικού διοικητή της Χεζμπολάχ Φουάντ Σουκρ. Ήδη το Στέιτ Ντιπάρτμεντ προειδοποίησε τους Αμερικανούς πολίτες να αποφύγουν ταξίδια στο Λίβανο. Οπότε καταλαβαίνει κανείς ότι οι υποσχέσεις για ειρήνη και ασφάλεια στη Μέση Ανατολή προς το παρόν μοιάζει μακρινό σενάριο.

Την ώρα που οι επιτυχίες στην εξωτερική πολιτική θα μπορούσαν να ενισχύσουν την κληρονομιά του στα βιβλία της ιστορίας κάτι τέτοιο εξαρτάται άμεσα από την τύχη της διαδόχου του, εν προκειμένω της Κάμαλα Χάρις. Αν και η κυρία Χάρις δεν ήταν μαζί του στον Λευκό Οίκο, στη συνέχεια βρέθηκε μαζί με τον κ. Μπάιντεν στην υποδοχή των Αμερικανών πολιτών.

Ο Λευκός Οίκος έσπευσε επίσης να αναγνωρίσει στην αντιπρόεδρο ότι διαδραμάτισε βασικό ρόλο στη διαπραγμάτευση των λεπτομερειών της πολύπλοκης πολυμερούς ανταλλαγής κρατουμένων με τους συμμάχους των ΗΠΑ. Μάλιστα ανώτερος αξιωματούχος της κυβέρνησης Μπάιντεν δήλωσε στο BBC ότι οι συναντήσεις της κυρίας Χάρις τον Φεβρουάριο με τον Γερμανό καγκελάριο Όλαφ Σολτς και τον πρωθυπουργό της Σλοβενίας Ρόμπερτ Γκόλομπ στη Διάσκεψη του Μονάχου για την Ασφάλεια ήταν ιδιαίτερα κρίσιμες.

Όπως ήταν φυσικό το επιτελείο του Ντόναλντ Τραμπ προσπάθησε να μειώσει τα όποια πολιτικά οφέλη υπήρξαν από την επιτυχημένη ανταλλαγή κρατουμένων. Μάλιστα κατά τη διάρκεια συγκέντρωσης στην Αριζόνα ο υποψήφιος αντιπρόεδρος Τζει Ντι Βαν δήλωσε ότι «οι κακοί φοβούνται ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θα επιστρέψει και ότι η δωρεάν βόλτα θα τελειώσει».

Αξίζει να σημειωθει ότι ο Ντόναλντ Τραμπ θέλοντας να αμφισβητήσει τις διαπραγματεύσεις της αμερικανικής κυβέρνησης ανάρτησε στον λογαριασμό του στα social media διάφορες εικασίες που αφορούσαν τις λεπτομέρειες του σχεδίου για την ανταλλαγή. Μεταξύ άλλων υποστήριξε ότι οι Ρώσοι ήθελαν να ανταλλάξουν τους Αμερικανούς με πράκτορες των ρωσικών μυστικών υπηρεσιών που είχαν καταδικαστεί για μία δολοφονία και κατασκοπεία.