Υπό την ηγεσία του Φρίντριχ Μερτς, το γερµανικό Χριστιανοδηµοκρατικό Κόµµα (CDU) έχει υιοθετήσει µια πιο συντηρητική πολιτική γραµµή, σε σχέση µε το κεντρώο προφίλ που είχε καλλιεργήσει η Ανγκελα Μέρκελ. Ο Μερτς επικεντρώνεται σε θέµατα όπως η µετανάστευση, η εθνική ασφάλεια και η οικονοµική πολιτική, µε στόχο να επαναφέρει στο κόµµα τους παραδοσιακούς ψηφοφόρους που είχαν στραφεί προς την Ακροδεξιά, όπως το AfD, αλλά και να ενισχύσει τη θέση του CDU ως κεντρικής δύναµης στη γερµανική πολιτική σκηνή.

Το πολιτικό προφίλ του Φρίντριχ Μερτς

Ο Φρίντριχ Μερτς, ορκισµένος πολιτικός αντίπαλος της Ανγκελα Μέρκελ και προστατευόµενος του Σόιµπλε, ηγείται του κόµµατος από το 2022. Πιο φιλικός προς τις επιχειρήσεις, µε πιο συντηρητικές θέσεις αλλά και πιο προκλητικός και µε περισσότερο χιούµορ σε σχέση µε την Ανγκελα Μέρκελ, είδε τις πολιτικές του φιλοδοξίες να ψαλιδίζονται το 2002, όταν η τότε επικεφαλής του κόµµατος και µετέπειτα καγκελάριος τον αποµάκρυνε από τα κορυφαία κλιµάκια του CDU.

Το 2009 εγκατέλειψε την πολιτική για να εργαστεί στον χρηµατοοικονοµικό τοµέα και έγινε πολυεκατοµµυριούχος, αναλαµβάνοντας σηµαντικά πόστα σε µεγάλες εταιρείες, όπως η Blackrock. Συνέχισε όµως να είναι το αγαπηµένο παιδί της δεξιάς πτέρυγας των Χριστιανοδηµοκρατών, που διαφωνούσαν µε την κεντρώα πολιτική της Μέρκελ. Ο Μερτς, που από πολλούς χαρακτηρίζεται δηµοσιονοµικό γεράκι και αµύντορας των παραδοσιακών αξιών, το 2018 εγκατέλειψε τις επιχειρήσεις για να επιστρέψει στην πολιτική αρένα, διεκδικώντας την ηγεσία του Χριστιανοδηµοκρατικού Κόµµατος, όταν αυτό αντιµετώπιζε µια σειρά από εκλογικές ήττες και η δηµοτικότητα της Μέρκελ βρισκόταν σε φθίνουσα πορεία.

Στην πρώτη εκλογική µάχη έχασε οριακά από την εκλεκτή της Μέρκελ, Ανεγκρέτ Κραµπ Καρενµπάουερ, η οποία δύο χρόνια αργότερα παραιτήθηκε αιφνιδιαστικά. Στη δεύτερη εκλογική αναµέτρηση, τον Ιανουάριο του 2021, βασικός του αντίπαλος ήταν και πάλι ένας εκλεκτός της Μέρκελ, ο Αρµεν Λάσετ, ο οποίος κέρδισε µε ελάχιστες ψήφους διαφορά τον Μερτς. Στις τρίτες συνεχόµενες εκλογές τον Νοέµβριο του 2021 ο επίµονος Μερτς δικαιώθηκε. Κέρδισε την ηγεσία του κόµµατος µε απόλυτη πλειοψηφία 62% από τον πρώτο γύρο και έγινε ο τρίτος ηγέτης του Χριστιανοδηµοκρατικού Κόµµατος µέσα σε τρία χρόνια.

Η παρουσία του στο τιµόνι των Χριστιανοδηµοκρατών σήµανε το τέλος της κεντρώας ιδεολογικής γραµµής της Μέρκελ και τη στροφή προς τη συντηρητική ∆εξιά.

Η ρήξη είναι εµφανής στο νέο πρόγραµµα του κόµµατος, που στοχεύει κυρίως στους συντηρητικούς ψηφοφόρους της ∆εξιάς, σε µια σειρά ζητηµάτων όπως η µετανάστευση, η ενεργειακή πολιτική, η στρατιωτική θητεία κ.ά.

Με σκληρές απόψεις για το Μεταναστευτικό και υπέρμαχος μιας πιο φιλοαμερικανικής πολιτικής, τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο

Το στοίχηµα των Χριστιανοδηµοκρατών

Οι Χριστιανοδηµοκράτες, που χρεώνουν στη Μέρκελ την εκλογική τους ήττα το 2021, λόγω της µεταναστευτικής πολιτικής που ακολούθησε, επιτρέποντας σε πάνω από 1.000.000 πρόσφυγες να εισέλθουν στη Γερµανία, εµφανίζονται αποφασισµένοι να σκληρύνουν τη στάση τους.

Οι µετανάστες θα πρέπει να εγγραφούν στη γερµανική Leitkultur, ή αλλιώς στην κυρίαρχη κουλτούρα της Γερµανίας, που εµπεριέχει την «αίσθηση της πατρίδας και του ανήκειν, καθώς και τη γνώση της γερµανικής ιστορίας». Η διαδικασία χορήγησης ασύλου, σύµφωνα µε το νέο πρόγραµµα, θα πρέπει να γίνεται σε «ασφαλείς τρίτες χώρες», αντιγράφοντας το αµφιλεγόµενο σχέδιο του Ηνωµένου Βασιλείου. Σε σχέση µε το Ισλάµ, στο πρόγραµµα αναφέρεται ξεκάθαρα ότι «στη Γερµανία έχουν θέση µόνο οι µουσουλµάνοι που µοιράζονται τις αξίες µας», καθώς και ότι «η Σαρία δεν αποτελεί κοµµάτι της Γερµανίας». Σε ό,τι αφορά το θρησκευτικό στοιχείο στην ονοµασία του κόµµατος, ο Μερτς δεν το θεωρεί παρωχηµένο, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «η χριστιανική οπτική για την ανθρωπότητα αποτελεί πυξίδα».

∆ηλώνει αντίθετος µε την ενεργειακή πολιτική της Μέρκελ και µε την απόφασή της να εγκαταλείψει την πυρηνική ενέργεια µετά το ατύχηµα στη Φουκουσίµα το 2011, εξαρτώντας τη χώρα ενεργειακά από τη Ρωσία, λέγοντας ότι «δεν έχουµε την πολυτέλεια να ζήσουµε χωρίς αυτήν». Η στρατιωτική θητεία, την οποία κατήργησε η Μέρκελ, επανέρχεται σταδιακά. Ο Μερτς προτείνει ένα υποχρεωτικό έτος «υπηρεσίας στην κοινωνία» για όσους τελειώνουν το σχολείο, το οποίο θα περιλαµβάνει και θητεία στις ένοπλες δυνάµεις.

Σε ό,τι αφορά τα ευρωπαϊκά ζητήµατα, τάσσεται υπέρ της «αµυντικής ένωσης» των κρατών-µελών και της δηµιουργίας θέσης επιτρόπου Αµυνας, στηρίζοντας την πρόταση της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και µέλους του κόµµατος, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Είναι υπέρµαχος µιας πιο φιλοαµερικανικής πολιτικής τόσο σε εθνικό όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η θητεία του άλλωστε ως προέδρου της ΜΚΟ Atlantic Bridge, η οποία προωθεί τις σχέσεις Γερµανίας - ΗΠΑ, καθώς και η συµµετοχή του στην τριµερή επιτροπή για την ενίσχυση της συνεργασίας µεταξύ Ευρώπης, Ιαπωνίας και ΗΠΑ, έχουν επηρεάσει καθοριστικά τις πολιτικές του επιλογές στην εξωτερική πολιτική. Αν και το CDU προηγείται στις δηµοσκοπήσεις εν όψει των εκλογών του 2025, για να επιστρέψει στην εξουσία θα πρέπει να ηγηθεί ενός κοµµατικού συνασπισµού, ωστόσο πρώην συνεργάτες του Μερτς τον περιγράφουν ως «ατοµικό παίκτη», ακατάλληλο να ηγηθεί µιας κυβέρνησης συνασπισµού.

Στόχος του Μερτς είναι να βάλει φρένο στην άνοδο της Ακροδεξιάς (AfD), φέρνοντας πίσω τους δεξιούς ψηφοφόρους του CDU, που αποµακρύνθηκαν από το κόµµα, διαφωνώντας µε την κεντρώα πολιτική της Μέρκελ. Το στοίχηµα είναι µεγάλο για τον επιθετικό Μερτς και αν το κερδίσει θα βάλει τη σφραγίδα του στην ιδεολογική εξέλιξη της Χριστιανοδηµοκρατίας στην Ευρώπη.

*Δημοσιεύθηκε την «Κυριακάτικη Απογευματινή»