Μέση Ανατολή: "Ισραηλινοί διαμεσολαβητές μεταβαίνουν στην Ντόχα - Η διαφορετική τακτική για επίτευξη εκεχειρίας"
Τι αναφέρει η DW
Η αποστολή δεν θα απαρτίζεται από ανώτατα στελέχη αλλά εμπειρογνώμονες της Μοσάντ, της Υπηρεσίας Εσωτερικής Ασφαλείας και του στρατού
Aναχωρεί σήμερα (28/8) για την Ντόχα ισραηλινή αποστολή στο πλαίσιο μίας ακόμα προσπάθειας επανεκκίνησης των διαπραγματεύσεων για την επίτευξη συμφωνίας εκεχειρίας στη Γάζα.
Η αποστολή διαφέρει από τις προηγούμενες ως προς τη σύνθεσή της, καθώς αυτή τη φορά, τα μέλη της δεν θα είναι ανώτατα στελέχη, αλλά εμπειρογνώμονες της Μοσάντ, της Υπηρεσίας Εσωτερικής Ασφαλείας και του στρατού. Η αλλαγή αυτή εντάσσεται στην απόφαση των διαπραγματευτών της Αιγύπτου, του Κατάρ και των Ηνωμένων Πολιτειών να ακολουθήσουν διαφορετική τακτική.
Όσο για τα σοβαρότερα ζητήματα που αφορούν το καθεστώς κυριαρχίας στον «Άξονα Φιλαδέλφειας» και τη λειτουργία του φυλακίου της Ράφα – αυτά σχεδιάζεται να αφεθούν προς επίλυση αργότερα.
Αναπολώντας την περίοδο που είχε ορισθεί μέλος της νομικής υπηρεσίας του ισραηλινού Υπουργείου Εξωτερικών, μιλώντας σε τηλεοπτική συνέντευξη η, 94χρονη σήμερα, καθηγήτρια της Νομικής Σχολής του Εβραϊκού Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ, Ρουθ Λαπιντότ, ο ακριβής καθορισμός της γραμμής συνόρων ανάμεσα στο ισραηλινό θέρετρο Εϊλάτ και την αιγυπτιακή κωμόπολη Τάμπα στις ακτές της Ερυθράς Θάλασσας είχε καταστεί εξαιρετικά δύσκολος, επειδή υπήρχαν διαφορές στους χάρτες που είχαν επισυνάψει οι δύο πλευρές στα συνοδευτικά πρωτόκολλα των διαπραγματεύσεων που προηγήθηκαν.
Αναπολώντας τις δυσκολίες που είχαν προκύψει στις κατ’ ιδίαν συναντήσεις με τους Αιγυπτίους ομολόγους της, επεσήμανε ότι «κάθε φορά που η λέξη ‘κυριαρχία’ ερχόταν στη συζήτηση, επακολουθούσε αδιέξοδο. Όταν όμως ρυθμίζονταν το ένα μετά το άλλο τα επιμέρους ‘μικρά’ θέματα, η λύση στα δύσκολα θέματα κυριαρχίας και ασφάλειας εμφανιζόταν μπροστά στα μάτια μας σχεδόν από μόνη της».
Δεν αποκλείεται, λοιπόν, η αιγυπτιακή και η αμερικανική διπλωματία να μην ξέχασαν τον τρόπο με τον οποίον είχαν διεξαχθεί οι μακρινές εκείνες διμερείς διαπραγματεύσεις Ισραήλ-Αιγύπτου, που επέλυσαν ένα ζήτημα αναμφίβολα ευκολότερο από όσα εκκρεμούν στη Γάζα σήμερα. Ωστόσο, ίσως έτσι να εξηγείται η επίμονη αισιοδοξία αξιωματούχων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να αρχίσουν ξανά οι διαπραγματεύσεις για την εκεχειρία και την απελευθέρωση των ομήρων, ακόμα και εντός των επομένων ημερών.
Η αποστολή διαφέρει από τις προηγούμενες ως προς τη σύνθεσή της, καθώς αυτή τη φορά, τα μέλη της δεν θα είναι ανώτατα στελέχη, αλλά εμπειρογνώμονες της Μοσάντ, της Υπηρεσίας Εσωτερικής Ασφαλείας και του στρατού. Η αλλαγή αυτή εντάσσεται στην απόφαση των διαπραγματευτών της Αιγύπτου, του Κατάρ και των Ηνωμένων Πολιτειών να ακολουθήσουν διαφορετική τακτική.
Διαφορετική τακτική
Όπως διέρρευσε ήδη από τις αρχές της εβδομάδας, στόχος των διαμεσολαβητών είναι να πείσουν το Ισραήλ και τη Χαμάς να συμφωνήσουν σε ζητήματα καθαρά πρακτικά, που θα έχουν δευτερεύουσα στρατηγική σημασία, όπως για παράδειγμα η αύξηση της ροής παροχής ανθρωπιστικής βοήθειας ή ακόμα και η εφαρμογή της πρότασης του Γ.Γ. του ΟΗΕ, Αντόνιο Γκουτέρες, για μία διακοπή των εχθροπραξιών διάρκειας μερικών ημερών, προκειμένου να ολοκληρωθεί ο εμβολιασμός των παιδιών της Γάζας κατά της πολιομυελίτιδας, που σημειώνει σχετική έξαρση τους τελευταίους μήνες.Όσο για τα σοβαρότερα ζητήματα που αφορούν το καθεστώς κυριαρχίας στον «Άξονα Φιλαδέλφειας» και τη λειτουργία του φυλακίου της Ράφα – αυτά σχεδιάζεται να αφεθούν προς επίλυση αργότερα.
Τα διδάγματα του παρελθόντος
Η διαπραγματευτική αυτή τακτική δεν είναι καινούργια. Είχε δοκιμαστεί με επιτυχία στις αρχές της δεκαετίας του 1980, όταν το Ισραήλ και η Αίγυπτος είχαν κληθεί να εφαρμόσουν στην πράξη την αποχώρηση των ισραηλινών στρατευμάτων από τη χερσόνησο του Σινά, όπως αυτή είχε οριστεί στη συνθήκη ειρήνης του Καμπ Ντέιβιντ το 1978.Αναπολώντας την περίοδο που είχε ορισθεί μέλος της νομικής υπηρεσίας του ισραηλινού Υπουργείου Εξωτερικών, μιλώντας σε τηλεοπτική συνέντευξη η, 94χρονη σήμερα, καθηγήτρια της Νομικής Σχολής του Εβραϊκού Πανεπιστημίου της Ιερουσαλήμ, Ρουθ Λαπιντότ, ο ακριβής καθορισμός της γραμμής συνόρων ανάμεσα στο ισραηλινό θέρετρο Εϊλάτ και την αιγυπτιακή κωμόπολη Τάμπα στις ακτές της Ερυθράς Θάλασσας είχε καταστεί εξαιρετικά δύσκολος, επειδή υπήρχαν διαφορές στους χάρτες που είχαν επισυνάψει οι δύο πλευρές στα συνοδευτικά πρωτόκολλα των διαπραγματεύσεων που προηγήθηκαν.
Αναπολώντας τις δυσκολίες που είχαν προκύψει στις κατ’ ιδίαν συναντήσεις με τους Αιγυπτίους ομολόγους της, επεσήμανε ότι «κάθε φορά που η λέξη ‘κυριαρχία’ ερχόταν στη συζήτηση, επακολουθούσε αδιέξοδο. Όταν όμως ρυθμίζονταν το ένα μετά το άλλο τα επιμέρους ‘μικρά’ θέματα, η λύση στα δύσκολα θέματα κυριαρχίας και ασφάλειας εμφανιζόταν μπροστά στα μάτια μας σχεδόν από μόνη της».
Δεν αποκλείεται, λοιπόν, η αιγυπτιακή και η αμερικανική διπλωματία να μην ξέχασαν τον τρόπο με τον οποίον είχαν διεξαχθεί οι μακρινές εκείνες διμερείς διαπραγματεύσεις Ισραήλ-Αιγύπτου, που επέλυσαν ένα ζήτημα αναμφίβολα ευκολότερο από όσα εκκρεμούν στη Γάζα σήμερα. Ωστόσο, ίσως έτσι να εξηγείται η επίμονη αισιοδοξία αξιωματούχων του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, που δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να αρχίσουν ξανά οι διαπραγματεύσεις για την εκεχειρία και την απελευθέρωση των ομήρων, ακόμα και εντός των επομένων ημερών.