Από τη δεκαετία του 1990 και μετά, οι ακροδεξιές δυνάμεις κερδίζουν σταδιακά έδαφος στην Ευρώπη, εκμεταλλευόμενες τη λαϊκή δυσαρέσκεια, το αίσθημα ανασφάλειας και την απογοήτευση από τις παραδοσιακές πολιτικές δυνάμεις της Κεντροδεξιάς και της Κεντροαριστεράς σε μια σειρά ζητημάτων όπως οι οικονομικές πολιτικές λιτότητας, η προσφυγική κρίση, η προσπάθεια επιβολής της woke ατζέντας, καθώς και η ευρωπαϊκή ατζέντα για το περιβάλλον. Ολα αυτά οδήγησαν σε κοινωνικές εκρήξεις σε όλη την Ευρώπη και συνέβαλαν στην άνοδο της Εναλλακτικής Δεξιάς.

Οι εκφραστές της τάσσονται υπέρ της εθνικής κυριαρχίας και του περιορισμού της μετανάστευσης, δημιουργώντας αίσθημα ασφάλειας και προστασίας από τις «εξωτερικές» απειλές στους πολίτες. Τα κόμματα του πολιτικού κατεστημένου σε όλο το φάσμα, από την Αριστερά μέχρι την Κεντροδεξιά, ένωσαν τις δυνάμεις τους απέναντι στη νέα απειλή, συνδέοντάς την με τον ρατσισμό και την ξενοφοβία, σε μια προσπάθεια να μειώσουν την επιρροή της. Σήμερα, αυτή η στρατηγική καταρρέει, καθώς τα κόμματα που ανήκουν στον συγκεκριμένο χώρο ενισχύονται συνεχώς σε ολόκληρη τη Γηραιά Ηπειρο - και όχι μόνο.

Αυξητική τάση

Επτά από τις 27 χώρες-μέλη της Ε.Ε. κυβερνιούνται από την Εναλλακτική Δεξιά, με την τάση να είναι αυξητική. Η Ιταλία, η Ολλανδία, η Φινλανδία, η Σλοβακία, η Ουγγαρία, η Κροατία και η Τσεχική Δημοκρατία έχουν κόμματα της Εναλλακτικής Δεξιάς στην κυβέρνησή τους. Στην Ουγγαρία το κόμμα Fidesz του Βίκτορ Ορμπαν, από το 2010 που είναι στην εξουσία, ασκεί πατριωτική και αντιμεταναστευτική πολιτική, που συχνά το φέρνει σε ρήξη με τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ενωσης στην οποία ανήκει.

Στην Ιταλία η Τζόρτζια Μελόνι ηγείται από το 2022 μιας εναλλακτικής δεξιάς κυβέρνησης, με θέσεις υπέρ του ΝΑΤΟ και της Ουκρανίας, αλλά και με δική της πολιτική σε θέματα όπως η παράτυπη μετανάστευση και η κλιματική αλλαγή, διαδραματίζοντας ηγετικό ρόλο στις ευρωπαϊκές υποθέσεις για λογαριασμό της Εναλλακτικής Δεξιάς.

Στην Ολλανδία το κόμμα (PVV) του Γκερτ Βίλντερς ήρθε πρώτο στις εκλογές του περασμένου Νοεμβρίου, στην κυβέρνηση συνασπισμού που συγκροτήθηκε υπό τον Ντικ Σχόοφ, και ελέγχει πέντε υπουργεία.

Στη Γαλλία ο Μακρόν επιχείρησε με πραξικοπηματικό τρόπο να ανακόψει το ρεύμα της Μαρίν Λεπέν, μετά την επικράτηση του κόμματός της Εθνική Συσπείρωση στις ευρωεκλογές του περασμένου Ιουνίου. Η ανάθεση σχηματισμού κυβέρνησης στον εξωκοινοβουλευτικό Μισέλ Μπαρνιέ και η σύνθεσή της, που αφήνει εκτός την Αριστερά η οποία ήρθε πρώτη σε ψήφους στον δεύτερο γύρο των βουλευτικών εκλογών, αποτελεί κατάφωρη παραβίαση της λαϊκής βούλησης.

Στη Γερμανία επίσης, σχεδόν ένα χρόνο πριν από τις εθνικές εκλογές του 2025, η προοδευτική κυβέρνηση των Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Φιλελευθέρων του Ολαφ Σόλτς αποφάσισε να κλείσει τα σύνορα, καταστρατηγώντας τη Συνθήκη Σένγκεν. Η απόφαση, που ήρθε αμέσως μετά την επικράτηση του ακροδεξιού κόμματος AfD στις τοπικές εκλογές στα κρατίδια της Σαξονίας και της Θουριγγίας, δείχνει τον πανικό της κυβέρνησης Σολτς, ενώ παράλληλα νομιμοποιεί την πολιτική του ακροδεξιού AfD στο Μεταναστευτικό.

Αλλά και στην Αυστρία το ακροδεξιό κόμμα FPÖ ήρθε πρώτο σε ψήφους στις εκλογές της Κυριακής (29/9), επιβεβαιώνοντας στις δημοσκοπήσεις. Αυτή είναι η πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας που ένα ακροδεξιό κόμμα θα κληθεί να σχηματίσει κυβέρνηση. Η πρώτη είσοδος του FPÖ σε κυβερνητικό συνασπισμό το 2000 αντιμετωπίστηκε με διαμαρτυρίες και κυρώσεις από τις Βρυξέλλες.

Στο Στρασβούργο

Η δυναμική της λεγόμενης Ακροδεξιάς στην Ευρώπη αποτυπώθηκε και στις εκλογές του περασμένου Ιουνίου, με την Εναλλακτική Δεξιά να κερδίζει 219 από τις 720 έδρες του Ευρωκοινοβουλίου.

Η εξέλιξη αυτή, όπως είναι αναμενόμενο, θα επηρεάσει σε πολύ μεγάλο βαθμό τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ενωσης τα επόμενα πέντε χρόνια, σε μια σειρά από κρίσιμα ζητήματα, όπως είναι το Μεταναστευτικό και η Κλιματική Κρίση.

Η σύνθεση της νέας Κομισιόν, με τον Ραφαέλε Φίτο από το κόμμα Αδέλφια της Ιταλίας, της Τζόρτζια Μελόνι, σε ρόλο αντιπροέδρου της Επιτροπής είναι μια πρώτη ένδειξη των αλλαγών που συντελούνται εντός της Ε.Ε., με αφορμή την άνοδο της Εναλλακτικής Δεξιάς. Η Φον ντερ Λάιεν προσπάθησε να κρατήσει ισορροπίες επιβραβεύοντας την κομματική οικογένεια της Μελόνι, παρόλο που τα μέλη της στο Ευρωκοινοβούλιο την καταψήφισαν.

Αλλά και στο Μεταναστευτικό η υιοθέτηση πιο δεξιών πολιτικών θεωρείται δεδομένη, μετά την ανάθεση του χαρτοφυλακίου για τη μετανάστευση στην Αυστρία, μια χώρα που συχνά έχει διαφοροποιηθεί από την ευρωπαϊκή γραμμή στο συγκεκριμένο θέμα.

Αν και οι δυνάμεις τις εναλλακτικής Δεξιάς είναι διαιρεμένες σε τρεις ομάδες εντός του Ευρωκοινοβουλίου, τους Ευρωπαίους Συντηρητικούς και Μεταρρυθμιστές (ECR), τους Πατριώτες για την Ευρώπη, την Ευρώπη των Κυρίαρχων Εθνών και σε 32 ανεξάρτητους ευρωβουλευτές, εάν σχημάτιζαν μια ενιαία ομάδα θα ήταν η δεύτερη μεγαλύτερη δύναμη στο Ευρωκοινοβούλιο, γεγονός που θα τους έδινε τη δυνατότητα να διαμορφώσουν μια Ευρώπη στα μέτρα τους.

Δημοσιεύτηκε στην «Κυριακάτικη Απογευματινή»