O Φετουλάχ Γκιουλέν, πρώην ιμάμης από την Τουρκία, υπήρξε μια από τις πιο επιδραστικές και αμφιλεγόμενες προσωπικότητες της σύγχρονης τουρκικής ιστορίας, του οποίου η ζωή, το κίνημα και η σύγκρουση με τον Ταγίπ Ερντογάν διαμόρφωσαν σημαντικά την πολιτική σκηνή της χώρας όπως τη γνωρίζουμε σήμερα.

Γεννημένος το 1941 στην Ανατολική Τουρκία, ο Γκιουλέν ξεκίνησε την καριέρα του ως θρησκευτικός ηγέτης, αλλά η επιρροή του επεκτάθηκε πολύ πέρα από τα θρησκευτικά πλαίσια, δημιουργώντας ένα ισχυρό δίκτυο που περιλάμβανε σχολεία, ΜΜΕ, επιχειρήσεις και πολιτική επιρροή σε παγκόσμιο επίπεδο. Ωστόσο, η στροφή της εξουσίας και η σύγκρουσή του με τον άλλοτε σύμμαχό του, Ερντογάν, οδήγησαν το κίνημά του σε μια σειρά από δραματικές εξελίξεις, που κορυφώθηκαν με την απόπειρα πραξικοπήματος το 2016, κατά την οποία η τουρκική κυβέρνηση τον κατηγόρησε για την οργάνωση της εξέγερσης.

Τουρκία: Η ανάδειξη του Γκιουλέν και το Κίνημά του

Όπως αναφέρει το Politico, ο Φετουλάχ Γκιουλέν ξεκίνησε την καριέρα του ως ιμάμης στην επαρχία Ερζερούμ, αλλά η βάση της επιρροής του δημιουργήθηκε στην πόλη της Σμύρνης. Εκεί ίδρυσε τα πρώτα «φωτεινά σπίτια», φοιτητικά καταλύματα όπου δίδασκε σε νέους, προσελκύοντας αφοσιωμένους οπαδούς και θέτοντας τα θεμέλια για το κίνημα Χιζμέτ («Υπηρεσία»), που αργότερα θα αποκτούσε παγκόσμια επιρροή. Οι οπαδοί του Γκιουλέν, γνωστοί ως Γκιουλενιστές, άρχισαν να καταλαμβάνουν καίριες θέσεις στον κρατικό μηχανισμό, τα ΜΜΕ και τον επιχειρηματικό κόσμο, επεκτείνοντας την επιρροή τους σε διάφορους τομείς της τουρκικής κοινωνίας.

Η άνοδός του συνδέθηκε με την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης, καθώς ο Γκιουλέν εκμεταλλεύτηκε την ευκαιρία να ανοίξει σχολεία στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας και των Βαλκανίων, προωθώντας μια μορφή ισλαμικής εκπαίδευσης που συνδύαζε τον αλτρουισμό με την επιχειρηματικότητα. Μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1990, το κίνημά του είχε αποκτήσει τεράστια επιρροή, με υποστηρικτές να κατέχουν σημαντικές θέσεις στο τουρκικό κράτος.

Η συμμαχία με τον Ερντογάν και η ρήξη

Η σχέση του Γκιουλέν με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν ήταν στην αρχή, στρατηγικής συμμαχίας. Όταν ο Ερντογάν ανέβηκε στην εξουσία το 2003 ως πρωθυπουργός, είχε ανάγκη από στήριξη στον κρατικό μηχανισμό. Ο Γκιουλέν και οι οπαδοί του προσέφεραν αυτή τη στήριξη, δημιουργώντας έναν άτυπο συνασπισμό που κατέστησε δυνατή την εξασθένηση των κοσμικών δυνάμεων στην Τουρκία, συμπεριλαμβανομένου του στρατού και της δικαστικής εξουσίας.

Το κίνημα του Γκιουλέν έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις δίκες Ergenekon και Βαριοπούλα, που στόχευσαν τους στρατιωτικούς και πολιτικούς αντιπάλους του Ερντογάν, προωθώντας την ιδέα ότι υπήρχε μια μυστική οργάνωση στρατιωτικών και δημοσιογράφων που σχεδίαζε πραξικόπημα κατά της κυβέρνησης. Αν και αυτές οι δίκες θεωρούνται τώρα μέρος μιας μεγάλης εκστρατείας εκκαθάρισης των κοσμικών δυνάμεων, άνοιξαν επίσης το δρόμο για την επακόλουθη ρήξη μεταξύ Ερντογάν και Γκιουλέν.

Η σύγκρουση κορυφώθηκε το 2012, όταν οι οπαδοί του Γκιουλέν στο δικαστικό σύστημα προσπάθησαν να καλέσουν για ανάκριση τον επικεφαλής της τουρκικής υπηρεσίας πληροφοριών (MIT), Χακάν Φιντάν, έναν από τους πιο έμπιστους συνεργάτες του Ερντογάν. Ο Ερντογάν το είδε αυτό ως προσωπική επίθεση και απάντησε απομακρύνοντας πολλούς από τους υποστηρικτές του Γκιουλέν από καίριες θέσεις στην κυβέρνηση.

Η ρήξη ολοκληρώθηκε το 2013, όταν ξέσπασε το σκάνδαλο διαφθοράς που περιέπλεξε κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης Ερντογάν, συμπεριλαμβανομένου του γιου του. Ο Ερντογάν κατηγόρησε ανοιχτά το κίνημα του Γκιουλέν για την προσπάθεια υπονόμευσης της κυβέρνησής του και από τότε ξεκίνησε η ανοιχτή αντιπαράθεση, με την κυβέρνηση να αναφέρεται στο κίνημα ως «παράλληλη δομή» μέσα στο κράτος.

erdogan-gulen-1

Η απόπειρα πραξικοπήματος του 2016

Η απόπειρα πραξικοπήματος το 2016 αποτέλεσε το αποκορύφωμα της σύγκρουσης. Τη νύχτα της 15ης Ιουλίου, στρατιωτικές μονάδες κατέλαβαν κεντρικά σημεία στην Άγκυρα και την Κωνσταντινούπολη, ενώ ο Ερντογάν κάλεσε τους πολίτες να βγουν στους δρόμους μέσω ενός ζωντανού μηνύματος από το τηλέφωνο. Αν και το πραξικόπημα κατεστάλη μέσα σε λίγες ώρες, περίπου 300 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους.

Η τουρκική κυβέρνηση κατηγόρησε αμέσως τον Γκιουλέν και τους οπαδούς του ως τους υπεύθυνους για την οργάνωση του πραξικοπήματος. Παρόλο που ο Γκιουλέν, ο οποίος βρισκόταν στις Ηνωμένες Πολιτείες από το 1999, αρνήθηκε τις κατηγορίες, το κίνημά του χαρακτηρίστηκε ως τρομοκρατική οργάνωση από την τουρκική κυβέρνηση, υπό την ονομασία «FETO» (Φετουλαχιστική Τρομοκρατική Οργάνωση).

Το σπίτι στην Πενσυλβάνια των ΗΠΑ όπου διέμενε ο Φετουλάχ Γκιουλέν από το 1999

gulen-spiti-1

Η κληρονομιά του Γκιουλέν

Η επιρροή του Φετουλάχ Γκιουλέν παραμένει αντικείμενο συζήτησης. Αν και το κίνημά του έχει αποδυναμωθεί σημαντικά μετά το πραξικόπημα του 2016, εξακολουθεί να διατηρεί υποστηρικτές, ιδιαίτερα στο εξωτερικό, όπου λειτουργούν σχολεία και οργανώσεις που συνδέονται με το δίκτυό του. Στις Ηνωμένες Πολιτείες, η παρουσία του παρέμενε μια διπλωματική πρόκληση, με την Τουρκία να ζητά επί χρόνια την έκδοσή του από την αμερικανική κυβέρνηση.

Ο θάνατός του μπορεί να φέρει κάποια διευθέτηση των διμερών σχέσεων, αλλά πολλοί αναλυτές πιστεύουν ότι το δίκτυο που δημιούργησε θα συνεχίσει να έχει επιρροή, έστω και σε μικρότερο βαθμό. Ο ίδιος υπήρξε μια αντιφατική φιγούρα, καθώς για κάποιους εκπροσωπεί μια ειρηνική, μορφωτική εκδοχή του Ισλάμ, ενώ για άλλους είναι ένας επικίνδυνος ηγέτης μιας σκιώδους οργάνωσης που επιδίωξε να ελέγξει την Τουρκία.

Συνοψίζοντας, η ιστορία του Γκιουλέν αποτελεί μια αντανάκλαση της σύγχρονης τουρκικής πολιτικής: μια ιστορία θρησκευτικής επιρροής, πολιτικών στρατηγικών και συγκρούσεων εξουσίας, η οποία παραμένει ανοικτή παρά τον θάνατό του. Το μέλλον του κινήματός του παραμένει αβέβαιο, καθώς τα μέλη του αντιμετωπίζουν συνεχείς διώξεις στην Τουρκία, ενώ η επιρροή του στο εξωτερικό παραμένει υπό διερεύνηση.