Οι επικείµενες αµερικανικές εκλογές παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον και έχουν συγκεντρώσει την προσοχή της ελληνικής, αλλά και της παγκόσµιας κοινής γνώµης. Ο λόγος είναι απλός: Οι ΗΠΑ παραµένουν το κράτος µε τη µεγαλύτερη οικονοµία στον κόσµο και είναι η στρατιωτικά ισχυρότερη χώρα που έχει υπάρξει ποτέ.

Καλώς ή κακώς, το τι η Ουάσινγκτον αποφασίζει να πράξει (ή να µην πράξει) εξακολουθεί να έχει ευρύτερες διεθνείς συνέπειες. Επιπρόσθετα, σε αντίθεση µε όλες τις ευρωπαϊκές δηµοκρατίες, το αµερικανικό σύστηµα είναι εξαιρετικά πολύπλοκο, βασισµένο σε ένα Σύνταγµα που ψηφίστηκε, στο µεγαλύτερο µέρος του, τον 18ο αιώνα! Στην Ευρώπη τα πράγµατα είναι σχετικά απλά. Οποιος έχει την πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο ορίζει πρωθυπουργό. Είναι βασικά αδύνατον να κυβερνήσεις έχοντας λάβει λιγότερες ψήφους από τους πολιτικούς σου αντιπάλους. Οµως αυτό έχει γίνει πράξη αρκετές φορές στην αµερικανική Ιστορία. Και αυτό διότι τον πρόεδρο δεν τον εκλέγει ο λαός, αλλά η πλειοψηφία στο Κολέγιο των Εκλεκτόρων.

Κάθε πολιτεία, ανάλογα µε τον πληθυσµό της, στέλνει εκεί συγκεκριµένο αριθµό εκλεκτόρων. Αν έχεις έστω και µία ψήφο διαφορά υπέρ σου στην πολιτεία, τους παίρνεις όλους. Με άλλα λόγια, για να πάρουµε ένα ακραίο, αλλά διδακτικό και νόµιµο παράδειγµα, αν κερδίσεις 49 πολιτείες µε 2-3 ψήφους την καθεµία και χάσεις µία µε ένα εκατοµµύριο, θα σαρώσεις στο Κολέγιο και θα ορκιστείς θριαµβευτικά πρόεδρος των ΗΠΑ. Ουδείς από τους υποψηφίους αµφισβητεί αυτό το σύστηµα, που δεν ακούγεται ιδιαίτερα δηµοκρατικό, αλλά ίσως δεν είναι τυχαίο ότι η λέξη ∆ηµοκρατία δεν συναντάται στο αµερικανικό Σύνταγµα.

Προκύπτει και µια άλλη συνέπεια: Με δεδοµένο ότι στις περισσότερες πολιτείες επικρατεί ξεκάθαρα είτε το κόµµα των Ρεπουµπλικάνων είτε αυτό των ∆ηµοκρατικών, σχεδόν το σύνολο της προεκλογικής εκστρατείας εστιάζεται σε περίπου επτά πολιτείες, όπου το αποτέλεσµα φαίνεται να «παίζεται», µε βάση τουλάχιστον τις δηµοσκοπήσεις.

Η προεκλογική εκστρατεία, που ολοκληρώνεται σε λίγες ηµέρες, υπήρξε πρωτοφανής, µε την πλήρη σηµασία της λέξεως. Εγιναν δύο απόπειρες δολοφονίας κατά του πρώην προέδρου Ντόναλντ Τραµπ. Αφού ο νυν πρόεδρος, Τζο Μπάιντεν, εξασφάλισε το χρίσµα των ∆ηµοκρατικών, εξωθήθηκε σε αποχώρηση και στην αντικατάστασή του από την αντιπρόεδρο Κάµαλα Χάρις.

Η πόλωση είναι τροµακτική και όλες οι δηµοσκοπήσεις στις κρίσιµες πολιτείες παραµένουν ακόµη εντός του ορίου του στατιστικού λάθους. Συνεπώς, κάθε πρόβλεψη παραµένει παρακινδυνευµένη, εκτός ίσως από µία: Ανεξαιρέτως του ποιος θα κερδίσει, οι διµερείς σχέσεις µε την Ελλάδα θα παραµείνουν εξαιρετικές. Οχι µόνο διότι µοιραζόµαστε τις ίδιες δηµοκρατικές αξίες ή επειδή οι Αµερικανοί µάς αγαπάνε σαν λαό.

Η βαθύτερη αιτία είναι η αίσθηση ταύτισης συµφερόντων στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και των Βαλκανίων. Η Ιστορία θα δείξει αν αυτή η εκατέρωθεν στρατηγική επιλογή τελικά θα δικαιωθεί.

Ο Αριστοτέλης Τζιαμπίρης είναι καθηγητής ∆ιεθνών Σχέσεων και διευθυντής του Μεταπτυχιακού Προγράµµατος στις Αµερικανικές Σπουδές στο Πανεπιστήµιο Πειραιώς

Δημοσιεύτηκε στα Παραπολιτικά