Την πεποίθηση ότι Σύροι αξιωµατούχοι του καθεστώτος Άσαντ βρίσκουν τα τελευταία εικοσιτετράωρα προσωρινό καταφύγιο στην Ελλάδα, κυρίως σε τουριστικά θέρετρα και σε περιοχές του Λεκανοπεδίου Αττικής, όπου διατηρούν πολυτελή ακίνητα, έχουν διαµορφώσει οι υπηρεσίες ασφαλείας, ζητώντας αναβάθµιση των µέτρων περιφρούρησης, για να αποφευχθούν τυχόν δυσάρεστες εξελίξεις.

Σύµφωνα µε πληροφορίες, πρόκειται για πρόσωπα του κυβερνητικού και διοικητικού µηχανισµού, που κατάφεραν µε τις οικογένειές τους να διαφύγουν ακτοπλοϊκώς το προηγούµενο Σαββατοκύριακο από τη ∆αµασκό και το Χαλέπι και περιµένουν την ευκαιρία να πετάξουν προς την Ευρώπη και τις ΗΠΑ. Η ΕΥΠ αντιµετωπίζει επιφυλακτικά τέτοιες ενέργειες, καθώς από το 2012, όταν εκδιώχθηκε η πρέσβειρα της Συρίας από την Αθήνα ως persona non grata, όπως και 2-3 διπλωµατικοί υπάλληλοι, οι σχέσεις δεν αποκαταστάθηκαν πλήρως. Πιστεύουν ότι στους διπλωµατικούς κύκλους τους λειτουργούν διάφορα κέντρα, επηρεασµένα από την Τουρκία, τη Ρωσία ή το Ιράν, τα οποία πολλές φορές παρέχουν πληροφορίες ο ένας εις βάρος του άλλου. Αναφέρεται δε ότι οι διπλωµάτες τους «εξακολουθούν να µη συνεργάζονται» στην ταυτοποίηση υπόπτων συριακής καταγωγής που µπαίνουν λαθραία, προβάλλοντας το πρόσχηµα της πολυετούς εµπόλεµης κατάστασης και της καταστροφής κρατικών αρχείων.

Περαιτέρω έχει διαπιστωθεί ότι σε ορισµένους εξτρεµιστές χορηγούνται γνήσια διαβατήρια και νοµιµοποιητικά έγγραφα, µε τα οποία ταξιδεύουν ανενόχλητοι προς την Ευρώπη, κάτι το οποίο φαίνεται ότι επισηµάνθηκε από τη Γερµανίδα υπουργό Εσωτερικών, Νάνσι Φέζερ, στον υπουργό Μεταναστευτικής Πολιτικής, Νίκο Παναγιωτόπουλο, κατά την πρόσφατη συνάντησή τους.

Ο Αλ Τζαουλάνι

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του ηλικίας περίπου 45-50 ετών ενορχηστρωτή της επίθεσης των τζιχαντιστών στο Χαλέπι, Μοχάµεντ αλ Τζαουλάνι. Κατά τις ίδιες πηγές, µερικά από τα 14 διαβατήριά του ελέγχθηκαν το διάστηµα 2013-2018 στα περιφερειακά αεροδρόµια των Κω, Λέσβου, Κέρκυρας και Θεσσαλονίκης. Ταξίδεψε προς το Βέλγιο, την Ολλανδία και πιθανόν στη Γερµανία ως Τζουλάνι, Γκολάνι, Άµπου Άσραφ, Φατίχ κ.λπ.

Οµοια τακτική ακολούθησαν και συνεργοί του, της οργάνωσης «Χαγιάτ Ταχρίρ Αλ Σαµ» («ΗΤS»), στην οποία συµµετέχουν και Τούρκοι παρακρατικοί. Το 2016, ο Τζαουλάνι αποκήρυξε τους δεσµούς του µε την «Αλ Κάιντα» και τα τελευταία χρόνια έχει αποπειραθεί να επαναπροσδιορίσει την ταυτότητα της οµάδας του ως ενός πιο µετριοπαθούς ισλαµιστικού κινήµατος, ενώ ταυτόχρονα εδραιώνει την κατοχή του στην πόλη Ιντλίµπ. Στο µεταξύ, χτίζει τη στρατιωτική ισχύ της οµάδας του -σύµφωνα µε διεθνή ρεπορτάζ, χρησιµοποίησε drones κατά την επίθεση των τελευταίων ηµερών- και στέκεται απόλυτα σαφής στις επιδιώξεις του.

Τον Οκτώβριο, όσο ο Τζαουλάνι σχεδίαζε την επίθεση, το «ΗΤS» βρισκόταν σε επικοινωνία µε άλλες επαναστατικές κλίκες στον Βορρά, οι οποίες αποτελούν κοµµάτι του «Συριακού Εθνικού Στρατού», που στηρίζεται από την Τουρκία, και στις οποίες αυτοπαρουσιάστηκε ως ο «κατακτητής του Χαλεπίου». Οσο δε για τον ρόλο της Τουρκίας, η διπλωµατία εκτιµά ότι µέχρι πρόσφατα η Αγκυρα υποστήριζε κάποιες από τις οµάδες ανταρτών που συµµετείχαν στην επίθεση, αλλά έχει µια πιο περίπλοκη σχέση µε την «HTS». Επιπλέον, φιλοξενεί περισσότερους Σύρους πρόσφυγες από οποιαδήποτε άλλη χώρα (πάνω από 3.000.000, σύµφωνα µε στοιχεία της κυβέρνησης) και οι επιτελείς της τουρκικής γραφειοκρατίας ανησυχούν εδώ και καιρό ότι οποιοδήποτε νέο ξέσπασµα βίας κοντά στα νότια σύνορα θα µπορούσε να πυροδοτήσει νέο κύµα προσφύγων.

Η Europol

Το δεύτερο υπό έρευνα είναι εάν οι Σύροι εξτρεµιστές της «HTS» διαθέτουν κάποιο στρατηγείο-ορµητήριο στην Ελλάδα, µε επίκεντρο το Νότιο Αιγαίο, µεταξύ Κρήτης και Ρόδου.

Πριν από το καλοκαίρι, η Europol φέρεται να ζήτησε από το ελληνικό τµήµα αναλυτικό δελτίο για 2 εκ των περίπου 80 καταδικασθέντων τροµοκρατών. Πρόκειται για έναν Σύρο κι έναν Ιρακινό, ηλικίας 30-35 ετών, που αποφυλακίστηκαν τον Νοέµβριο του 2023 από φυλακές στη Βόρεια Ελλάδα κι έκτοτε εξαφανίστηκαν, παρά τους περιοριστικούς όρους. Πιθανολογείται ότι κατοικούν ή κατοικούσαν µέχρι πρότινος σε νησί του Νοτιοανατολικού Αιγαίου και ταυτοποιήθηκαν εξαιτίας της ευρείας χρήσης των τηλεπικοινωνιακών συστηµάτων της Τουρκίας και της Συρίας. Σε κάποιο βαθµό δηλαδή σχετίστηκαν µε την έφοδο των ανταρτών στα κυβερνητικά κτίρια του Χαλεπίου και της Σαρακέµπ, της επαρχίας Ιντλίµπ, στη βορειοδυτική πλευρά.

Σηµειώνεται ότι πρώτη φορά από την έναρξη του πολέµου, την άνοιξη του 2011, το συριακό καθεστώς απώλεσε τον έλεγχο ολόκληρου του Χαλεπίου, του δεύτερου µεγαλύτερου αστικού κέντρου της χώρας. Η ήττα είναι εξαιρετικά οδυνηρή για τη ∆αµασκό, µετά την ευρείας κλίµακας επίθεση τζιχαντιστών και ανταρτών που έχουν συµµαχήσει µαζί τους.

Δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη Απογευματινή