Αποκάλυψη-βόμβα της Wall Street Journal: Ο Μπάιντεν βρισκόταν σε πνευματική παρακμή όταν κυβερνούσε
Τι απάντησε ο Λευκός Οίκος
Το δημοσίευμα της Wall Street Journal επικαλείται μαρτυρίες Δημοκρατικών βουλευτών, δωρητών του κόμματος και εργαζομένων στον Λευκό Οίκο
Για «εμφανή πνευματική παρακμή» του Τζο Μπάιντεν την περίοδο της προεδρίας του κάνει λόγο η Wall Street Journal υποστηρίζοντας σε δημοσίευμά της ότι συνεργάτες του Αμερικανού προέδρου και στελέχη του Λευκού Οίκου γνώριζαν από την πρώτη ημέρα που βρέθηκε στο αξίωμα ότι ο 82χρονος είχε πρόβλημα με τη διανοητική του κατάσταση.
Το δημοσίευμα της αμερικανικής εφημερίδας επικαλείται μαρτυρίες Δημοκρατικών βουλευτών, δωρητών του κόμματος και εργαζομένων στον Λευκό Οίκο.
Ο Λευκός Οίκος δεν άφησε ασχολίαστο το δημοσίευμα. Σε απάντησή του ο αναπληρωτής εκπρόσωπος Τύπου, Άντριου Μπέιτς, αμφισβήτησε τα όσα αναφέρονται στο δημοσίευμα λέγοντας, μεταξύ άλλων, ότι ο Μπάιντεν μιλάει με τα μέλη του υπουργικού του συμβουλίου καθημερινά, μένοντας κοντά τους για την εφαρμογή βασικών νόμων και την ενίσχυση της εθνικής ασφάλειας.
Μάλιστα, στις περιπτώσεις των κακών εμφανίσεων, οι συνεργάτες του το απέδιδαν σε κούραση ή ατυχήματα.
Χαρακτηριστική η ατάκα αξιωματούχου της εθνικής ασφαλείας σε σύμβουλο του Αμερικανού προέδρου την περίοδο εκείνη: «Έχει καλές και κακές ημέρες, και σήμερα ήταν μια κακή ημέρα, οπότε θα το αντιμετωπίσουμε αύριο».
Συχνές ήταν, επίσης, οι αλλαγές στο πρόγραμμα των συναντήσεων του Μπάιντεν ώστε να γίνονται αργότερα μέσα στην ημέρα, πρακτική που αποκαλύφθηκε μετά το καταστροφικό για τον Μπάιντεν ντιμπέιτ με τον Τραμπ.
Ένα από τα περιστατικά, κατά το δημοσίευμα, που δοκίμασε την πνευματική αντοχή του Μπάιντεν ήταν η συνάντησή του με τον ειδικό εισαγγελέα Ρόμπερτ Χερ σχετικά με αυτό που αργότερα θεωρήθηκε «εσκεμμένη» διατήρηση διαβαθμισμένων εγγράφων.
Η Wall Street Journal αναφέρει ότι αυτός που πίεσε για τη συνάντηση ήταν ο ίδιος ο Μπάιντεν με την ελπίδα ότι θα αποδείκνυε πως ο πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν πιο συνεργάσιμος από τον Τραμπ, τότε αντίπαλό του στην προεδρική κούρσα του 2024.
Το δημοσίευμα της αμερικανικής εφημερίδας επικαλείται μαρτυρίες Δημοκρατικών βουλευτών, δωρητών του κόμματος και εργαζομένων στον Λευκό Οίκο.
Ο Λευκός Οίκος δεν άφησε ασχολίαστο το δημοσίευμα. Σε απάντησή του ο αναπληρωτής εκπρόσωπος Τύπου, Άντριου Μπέιτς, αμφισβήτησε τα όσα αναφέρονται στο δημοσίευμα λέγοντας, μεταξύ άλλων, ότι ο Μπάιντεν μιλάει με τα μέλη του υπουργικού του συμβουλίου καθημερινά, μένοντας κοντά τους για την εφαρμογή βασικών νόμων και την ενίσχυση της εθνικής ασφάλειας.
Μπάιντεν: Οι λιγότερες μεγάλες συνεντεύξεις Τύπου στην ιστορία
Όπως σημειώνει η αμερικανική εφημερίδα, «ο Μπάιντεν έδινε τις λιγότερες μεγάλες σε διάρκεια συνεντεύξεις Τύπου στη σύγχρονη ιστορία και έπεφτε συχνά σε γκάφες στο βήμα όταν εμφανιζόταν».Μάλιστα, στις περιπτώσεις των κακών εμφανίσεων, οι συνεργάτες του το απέδιδαν σε κούραση ή ατυχήματα.
Χαρακτηριστική η ατάκα αξιωματούχου της εθνικής ασφαλείας σε σύμβουλο του Αμερικανού προέδρου την περίοδο εκείνη: «Έχει καλές και κακές ημέρες, και σήμερα ήταν μια κακή ημέρα, οπότε θα το αντιμετωπίσουμε αύριο».
Συχνές ήταν, επίσης, οι αλλαγές στο πρόγραμμα των συναντήσεων του Μπάιντεν ώστε να γίνονται αργότερα μέσα στην ημέρα, πρακτική που αποκαλύφθηκε μετά το καταστροφικό για τον Μπάιντεν ντιμπέιτ με τον Τραμπ.
Το σχέδιο προστασίας του Μπάιντεν
Το σχέδιο προστασίας του Μπάιντεν περιελάμβανε και την πρόσληψη ενός «προπονητή φωνής» προκειμένου ο πρόεδρος των ΗΠΑ να ακούγεται πιο δυνατά, όπως και την αφαίρεση κάθε αρνητικής αναφοράς για τον Μπάιντεν στην καθημερινή ενημέρωση που λάμβανε, με αποτέλεσμα ο Αμερικανός πρόεδρος να μην έχει πραγματική εικόνα για την εικόνα της κοινής γνώμης προς το πρόσωπό του.Ένα από τα περιστατικά, κατά το δημοσίευμα, που δοκίμασε την πνευματική αντοχή του Μπάιντεν ήταν η συνάντησή του με τον ειδικό εισαγγελέα Ρόμπερτ Χερ σχετικά με αυτό που αργότερα θεωρήθηκε «εσκεμμένη» διατήρηση διαβαθμισμένων εγγράφων.
Η Wall Street Journal αναφέρει ότι αυτός που πίεσε για τη συνάντηση ήταν ο ίδιος ο Μπάιντεν με την ελπίδα ότι θα αποδείκνυε πως ο πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν πιο συνεργάσιμος από τον Τραμπ, τότε αντίπαλό του στην προεδρική κούρσα του 2024.