Με τον Ολαφ Σολτς να πετυχαίνει αυτό που ζητούσε, δηλαδή την απώλεια της ψήφου εµπιστοσύνης, προκειµένου να οδηγηθεί η Γερµανία πρόωρα στις κάλπες, τον Φεβρουάριο, αποτυπώνεται το αληθές του τίτλου ενός άρθρου του «Guardian» της προηγούµενης εβδοµάδας, που ήταν χαρακτηριστικός: Ο γαλλογερµανικός άξονας είναι… kaput, δηλαδή ξοφληµένος.

Αλλωστε, αν κάτι χαρακτηρίζει την κατάσταση που ζουν Παρίσι και Βερολίνο, οι πρωτεύουσες της ατµοµηχανής που έδινε τον τόνο στην Ευρωπαϊκή Ενωση, αυτό είναι η αστάθεια. ∆εν είναι παρά λίγες ηµέρες που ο Φρανσουά Μπαϊρού διορίστηκε από τον Εµανουέλ Μακρόν για την πρωθυπουργία, αναζητώντας τη λύση σε µια δύσκολη εξίσωση: να συγκροτήσει βιώσιµη κυβέρνηση σε ένα «τριχοτοµηµένο» Κοινοβούλιο (συµµαχία της Αριστεράς, συµµαχία του Μακρόν, ακροδεξιός Εθνικός Συναγερµός), επιδιώκοντας συµβιβασµούς µε ετερόκλητες δυνάµεις, που ξεκινούν από τους Σοσιαλιστές ή τους Πράσινους για να φτάσουν µέχρι την «ανοχή» της Μαρίν Λεπέν.

Τα παραπάνω, δε, ενώ η ψήφιση του Προϋπολογισµού ήδη οδήγησε στην υπερψήφιση της πρότασης µοµφής σε βάρος του προκατόχου του Μπαϊρού, του Μισέλ Μπαρνιέ, και µε τους οίκους αξιολόγησης να σηµαίνουν «καµπανάκι» για τη γαλλική πιστοληπτική ικανότητα, καθώς το δηµοσιονοµικό έλλειµµα οδεύει στο να υπερβεί το 6,1% του ΑΕΠ.


Παράλυση σε Γερμανία και Γαλλία

Η επιλογή, δε, του Εµανουέλ Μακρόν να οδηγήσει τη Γαλλία σε πρόωρες κάλπες µοιάζει να έχει επιφέρει πολύµηνη «παράλυση» στη χώρα, ενώ και στη Γερµανία η αντίστοιχη απόφαση του Ολαφ Σολτς -που έµοιαζε, πάντως, µονόδροµος, καθώς οι διαφωνίες του κυβερνητικού συνασπισµού των Σοσιαλιστών µε τους Φιλελεύθερους και τους Πράσινους φαίνονταν αγεφύρωτες– δείχνει πως θα οδηγήσει σε µια επόµενη µέρα µε ξεκάθαρα πρώτους τους Χριστιανοδηµοκράτες του Φρίντριχ Μερτς, χωρίς όµως προοπτική αυτοδυναµίας.

Αντίθετα, σηµαντικοί «παίκτες» στην επόµενη µέρα φαίνεται πως θα είναι η ακροδεξιά Εναλλακτική για τη Γερµανία (AfD), όπως και η Συµµαχία της Σάρα Βάγκενκνεχτ (προερχόµενη από την Αριστερά), µε έντονη λαϊκιστική ρητορική, που «πλήττει» τις επιλογές της Ευρώπης σε ζητήµατα όπως το Μεταναστευτικό, οι «πράσινες πολιτικές» κ.ά. Κατά συνέπεια, µε τον γαλλογερµανικό άξονα να βρίσκεται ενώπιον τέλµατος, τίθεται το ερώτηµα: Εχει η Ευρώπη επόµενη µέρα; Και, αν ναι, ποιοι θα είναι οι µείζονες δρώντες σε αυτήν;

entaxi_eok

Κινητήριος μοχλός ο Ντόναλντ Τραμπ

Σε σχέση µε αυτό, εξέχοντα ρόλο θα έχει κάποιος που βρίσκεται εκτός της «γηραιάς ηπείρου» και αυτός είναι ο Ντόναλντ Τραµπ. Αλλωστε, οι ΗΠΑ αποτέλεσαν τον κινητήριο µοχλό για την ιδέα της ευρωπα ϊκής ολοκλήρωσης (που λαµβάνει «σάρκα και οστά» από το 1957, για να αποτελέσει σήµερα την Ευρωπαϊκή Ενωση των 27 κρατών-µελών), έχοντας ως κυρίαρχο άξονα το Σχέδιο Μάρσαλ, που συνέβαλε στην ταχεία ανοικοδόµηση της ∆υτικής Ευρώπης µετά τον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο (συµπεριλαµβανοµένης της Τουρκίας, που είχε ενταχθεί στην αµερικανική «ζώνη» χάρη στο ∆όγµα Τρούµαν, όπως άλλωστε και η Ελλάδα).

Οι ΗΠΑ, δε, ανέλαβαν και την υπεράσπιση της Ευρώπης, λειτουργώντας ως υπερδύναµη και επιτρέποντάς της να διαθέσει αλλού τους πόρους της. Γυρνώντας στο σήµερα και µε δεδοµένη την ex offi cio ισχύ που διαθέτει ο Ντόναλντ Τραµπ ως ο νέος ένοικος του Λευκού Οίκου, οι Ευρωπαίοι ηγέτες που επιζητούν µια προνοµιακή σχέση µαζί του φαίνεται πως µπορούν να έχουν ιδιάζοντα ρόλο στην επόµενη ηµέρα της Ευρώπης.

Σε αυτή την κατηγορία εντάσσεται η Τζόρτζια Μελόνι, η Ιταλίδα πρωθυπουργός, που αποτελεί, σύµφωνα µε το Politico, το πρόσωπο στο οποίο «πρέπει να τηλεφωνήσετε, αν θέλετε να µιλήσετε στην Ευρώπη», σύµφωνα µε το ερώτηµα που (υποτίθεται ότι) είχε θέσει δεκαετίες πριν ο Χένρι Κίσινγκερ. Η Μελόνι, που µέσα σε µια δεκαετία είδε το status της να αναβαθµίζεται και να κερδίζει και χαρτοφυλάκιο εκτελεστικού αντιπροέδρου στη νέα Κοµισιόν, µπορεί να «γεφυρώσει» το «χάσµα» µεταξύ Ντόναλντ Τραµπ και Ε.Ε., όπως γράφει το CNN, που υπενθυµίζει πως κατά την πρώτη του θητεία ο εκλεγείς Αµερικανός πρόεδρος είχε χαρακτηρίσει την Ευρωπαϊκή Ενωση «εχθρό» των Ηνωµένων Πολιτειών, εξαιτίας των εµπορικών όρων στη σχέση µεταξύ των ευρωπαϊκών πρωτευουσών και της Ουάσινγκτον.

Ο αμυντικός τομέας

Την ίδια ώρα, το κέντρο βάρους στην Ευρώπη µεταφέρεται «προς ανατολάς» και συγκεκριµένα σε Βουδαπέστη και Βαρσοβία. Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, Βίκτορ Ορµπαν, ευρισκόµενος σε χρόνια αντιπαράθεση µε τις Βρυξέλλες (και τα «παγωµένα» κοινοτικά της κονδύλια), αποτελεί έναν εκ των πιο σταθερών υποστηρικτών του Τραµπ, ενώ παράλληλα επιδιώκει να διατηρήσει για τη χώρα του ρόλο συνοµιλητή τόσο µε τη Ρωσία (θέλοντας να τελειώσει ακόµα και άµεσα τον πόλεµο στην Ουκρανία) όσο και µε την Κίνα. Σε σχέση µε την Πολωνία, φαίνεται πως έχει αναλάβει σηµαντικό ρόλο στον αµυντικό τοµέα - άλλωστε, είναι πρώτη µεταξύ των χωρών του ΝΑΤΟ στις αµυντικές δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ, καθώς αυτές υπερβαίνουν το 4%.

Την ίδια ώρα, πρόσφατα εγκαινιάστηκε η αµερικανική αντιπυραυλική βάση στο Ρεντζίκοβο, στα βόρεια της χώρας, ένα πλάνο που υπήρχε για µια 20ετία, και όπως είπε ο πρόεδρος, Αντρέι Ντούντα, οι ΗΠΑ «είναι ο εγγυητής της ασφάλειας της Πολωνίας».

Παράλληλα, ο πρωθυπουργός της χώρας, Ντόναλντ Τουσκ, πρότεινε µαζί µε τον Κυριάκο Μητσοτάκη στην Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν τη δηµιουργία µιας κοινής ασπίδας για την αεράµυνα της Ευρώπης, µε κοινοτική χρηµατοδότηση, κάτι που δείχνει την έµφαση που αποδίδεται από την Πολωνία και στην ανάπτυξη ισχυρού αµυντικού βραχίονα πέραν του ατλαντικού πλαισίου.

Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά το ΣΑΒΒΑΤΟ 21.12.2024