Παρά τη συντηρητική ρητορική τους όλο και πιο συχνά στα ακροδεξιά κόμματα της Ευρώπης, αναλαμβάνουν την εξουσία γυναίκες. Η επιλογή γυναικών σε ηγετικές θέσεις αποτελεί μια στρατηγική που εξυπηρετεί πολλαπλούς σκοπούς, τόσο σε επικοινωνιακό όσο και σε πολιτικό επίπεδο.

Καθώς η ακροδεξιά στη συνείδηση των ψηφοφόρων είναι συνδεδεμένη με μια σκληρή, ανδροκρατούμενη και πατριαρχική εικόνα. Η ανάδειξη γυναικών στην ηγεσία, δίνει την εντύπωση ενός πιο σύγχρονου, ανοιχτού και συμπεριληπτικού κόμματος, προσδίδοντας μια πιο ήπια και ανθρώπινη διάσταση στις πολιτικές τους θέσεις.

Ακροδεξιά στην Ευρώπη: H γυναίκες-"μητρικές" φιγούρες που προστατεύουν το έθνος

Ηγέτιδες, όπως η Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία ή η Τζόρτζια Μελόνι στην Ιταλία, προβάλλουν τον εαυτό τους ως "μητρικές" φιγούρες που προστατεύουν το έθνος. Αυτή η εικόνα λειτουργεί ως ένα ισχυρό επικοινωνιακό εργαλείο, που απευθύνεται τόσο στις οικογένειες όσο και στους πολίτες που ανησυχούν για ζητήματα όπως η εθνική ταυτότητα, η πολιτιστική ομοιογένεια και η ασφάλεια.

Η Άλις Βάιντελς στη Γερμανία και η Ρίικα Πούρα στη Φινλανδία με προσεγμένη εξωτερική εμφάνιση και δυναμική ρητορική, περνούν τη σκληρή ατζέντα των κομμάτων τους, στους ψηφοφόρους με μεγαλύρερη ευκολία καθώς δείχνουν λιγότερο ακραίες και απειλητικές σε σχέση με τους άνδρες.

Άλις Βάιντελ

Η Άλις Βάιντελ που δηλώνει θαυμάστρια της Μάργκαρετ Θάτσερ, είναι αρχηγός του γερμανικού AfD και μια ανερχόμενη πολιτική προσωπικότητα της ευρωπαϊκής ακροδεξιάς.

Η 46χρονη Βάιντελς, είναι κάτοχος διδακτορικού στα οικονομικά μιλάει άπταιστα Μανδαρινικά και Κινέζικα και πριν ασχοληθεί με την πολιτική εργάστηκε στην Goldman Sachs καθώς και στην Bank of China.

Έχει συχνά χαρακτηριστεί ως γυναίκα των αντιφάσεων, καθώς οι προσωπικές της επιλογές είναι σε πλήρη αντίθεση με την πολιτική της ιδεολογία. Ενώ δηλώνει υποστηρικτής της παραδοσιακής οικογένειας με πατέρα και μητέρα, κατά της LGBT κοινότητας και εθνικίστρια, η ίδια είναι ομοφυλόφιλη, με την σύντροφο της από την Σρι Λάνκα έχουν υιοθετήσει δύο παιδιά και ζουν στην Ελβετία .

Η ίδια αποφεύγει εντέχνως ερωτήσεις που σχετίζονται με την ταυτότητά της και δεν απαντά στα σεξιστικά και ομοφοβικά σχόλια που δέχεται κατά καιρούς, ακόμα και από μέλη του κόμματός της.

Η κοσμοπολίτικη εικόνα της, η γνώση της λειτουργίας των μέσων ενημέρωσης , η καθώς πρέπει εξωτερική της εμφάνιση και το ακαδημαϊκό της υπόβαθρο, προσδίδουν στο κόμμα «μια αύρα αστικής αξιοπρέπειας» που έχει έντονη απήχηση στους ψηφοφόρους της μεσαίας τάξης πέρα από την παραδοσιακή σκληρή δεξιά βάση του.

Στις εκλογές του Φεβρουαρίου, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, το AfD αναμένεται να έρθει δεύτερο πίσω από τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU) του Μερτς.

Η ίδια που δεν έχει κρύψει τη φιλοδοξία της να γίνει μια μέρα Καγκελάριος, προσβλέπει σε μια θέση στον κυβερνητικό συνασπισμό που θα προκύψει μετεκλογικά, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για ένα μεγαλύτερο ρόλο στις εκλογές του 2029.

Ρίικα Πούρα

Η Ρίικα Πούρα είναι αρχηγός του εθνικιστικού κόμματος των «Φινλανδών» (Perus), από τον Αύγουστο του 2021, και από τον Ιούνιο του 2023 είναι Υπουργός Οικονομικών και αναπληρώτρια πρωθυπουργός της Φινλανδίας στην κυβέρνηση συνεργασίας υπό τον Πέτερι Όρπο.

Γεννημένη στις 13 Ιουνίου 1977 στο Πίρκαλα, Πούρα πέρασε τα πρώτα χρόνια της ζωής της στο Τάμπερε της Φινλανδίας. Ακολούθησε σπουδές στην τριτοβάθμια εκπαίδευση στο Πανεπιστήμιο του Τούρκου, όπου το 2004 απέκτησε πτυχίο Master στις κοινωνικές επιστήμες. Μετά την αποφοίτησή της, εργάστηκε στο πανεπιστήμιο ως μεταπτυχιακή φοιτήτρια και καθηγήτρια.

Το 2016, ξεκίνησε το πολιτικό της ταξίδι με την ένταξή της στο εθνικιστικό κόμμα των« Φινλανδών» όπου συμμετείχε στον πολιτικό σχεδιασμό, ενώ είχε ενεργό ρόλο και στις προεδρικές εκλογές το 2018.

Η πολιτική της εξέλιξη συνεχίστηκε το 2019 όταν εξελέγη στο φινλανδικό κοινοβούλιο. Κατά την πρώτη της κοινοβουλευτική θητεία προήδρευσε της Επιτροπής Διοίκησης, ενώ την ίδια χρονιά διορίστηκε πρώτη αναπληρώτρια αρχηγός του κόμματος. Δυο χρόνια αργότερα 2021, εξελέγη αρχηγός και έγινε η πρώτη γυναίκα ηγέτης της ακροδεξιάς στη Φινλανδία.

Υπό την ηγεσία της, το κόμμα ακολουθεί την πολιτική γραμμή «πρώτα η Φινλανδία», με θέσεις κατά της ΕΕ και της μετανάστευσης. Ταυτόχρονα είναι και ένα συστημικό κόμμα, που αποδέχεται την ένταξη της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ και υιοθετεί τις φιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές του εθνικού και του διεθνούς κεφαλαίου.

Οι προσωπικές εμπειρίες της Πούρα, συμπεριλαμβανομένων περιπτώσεων σεξουαλικής παρενόχλησης κατά τη διάρκεια της νιότης της στο Τάμπερε, έχουν επηρεάσει τις απόψεις της για τη μετανάστευση και αυτό που η ίδια αποκαλεί, «επιβλαβή» μετανάστευση από τις αναπτυσσόμενες χώρες.

Στις αρχές Ιουλίου 2023, η Πούρα αντιμετώπισε έντονη κριτική για τον διορισμό του Βιλ Ράιντμαν ως νέου Υπουργού Οικονομικών, χωρίς προηγούμενη διαβούλευση με τους εταίρους του κυβερνητικού συνασπισμού. Ο Ράιντμαν είχε προσχωρήσει πρόσφατα στο Κόμμα των «Φινλανδών» μετά την αποχώρησή του από το «Κόμμα Εθνικού Συνασπισμού» εν μέσω καταγγελιών για σεξουαλική παρενόχληση γυναικών.

Παρά την έντονη αμφισβήτηση που δέχεται κατά καιρούς, και τα σκάνδαλα που της καταλογίζουν η Πούρα παραμένει μια ισχυρή πολιτική προσωπικότητα στην πολιτική της Φινλανδίας.

Μαρίν Λεπέν

Η Μαρίν Λεπέν τα τελευταία χρόνια έχει αναδειχθεί σε κορυφαία πολιτική προσωπικότητα της Γαλλίας. Tο κόμμα της «Εθνικός Συναγερμός» (RN) είναι πρώτο στις προτιμήσεις των Γάλλων ψηφοφόρων, ενώ oι προσπάθειες του Μακρόν να την βγάλει στο πολιτικό περιθώριο, όχι μόνο απέτυχαν αλλά έχουν φέρει τη Γαλλία σε πολιτικό αδιέξοδο.

Μαζί με τον 29χρονο Ζορντάν Μπαρντέλα, αποτελούν ένα ισχυρό πολιτικό δίδυμο που φλερτάρει με την εξουσία, κερδίζοντας συνεχώς ψηφοφόρους, από τον ευρύτερο χώρο της Δεξιάς.

Η Λεπέν με σπουδές στη νομική, εντάχθηκε το 1998 στο Εθνικό Μετώπο (FN), το οποίο ίδρυσε ο πατέρας της Ζαν- Μαρί Λεπέν το 1972. Το 2003, εκλέχθηκε αντιπρόεδρος και το 2011 ανέλαβε την ηγεσία του κόμματος.

Σύντομα κατάφερε να ξεφύγει από τη σκιά του πατέρα της και να γίνει μια αυτόνομη πολιτικά προσωπικότητα στο χώρο της ακροδεξιάς.

Στο πρόσωπο του Μακρόν, η Λεπέν είδε τον τέλειο αντίπαλό, έναν πρώην τραπεζίτη, προϊόν κορυφαίων γαλλικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και έναν τεχνοκράτη που ήθελε να απελευθερώσει την οικονομία και να ενδυναμώσει την ΕΕ.

Η συντριπτική της ήττα από τον Μακρόν στις προεδρικές εκλογές του 2017, ώθησε την Λεπέν στην αναζήτηση μιας νέας πολιτικής ταυτότητας για το «Εθνικό Μέτωπο» (FN).

To 2018 άλλαξε το όνομά του κόμματος σε «Εθνικό Συναγερμό» (RN) , σε μια προσπάθεια να αποτινάξει το νεοφασιστικό και αντισημιτικό παρελθόν του, επιχειρώντας μια στροφή προς την λαϊκή Δεξιά, δίνοντας έμφαση στη μετανάστευση, τα οικονομικά προβλήματα και τις κοινωνικές ανισότητες .

Μαζί με τους συνεργάτες της προσπάθησαν να ανοικοδομήσουν το κόμμα ενισχύοντας την τεχνογνωσία τους σε θέματα πολιτικής, από την άμυνα μέχρι την οικονομία όσο και εκπαιδεύοντας μια νέα σειρά πολιτικών στελεχών σε τοπικό επίπεδο.

Στο συνέδριο του κόμματος το 2018 στη Λιλ χαιρετισμό απηύθυνε και ο Στιβ Μπάνον, ο τότε στενός συνεργάτης του Τραμπ και επικεφαλής της οργάνωσης «Το Κίνημα», για την διάδοση της ακροδεξιάς στην Ευρώπη.

Στις προεδρικές εκλογές του 2022, ο Μακρόν θριάμβευσε για άλλη μια φορά. Αν και η Λεπέν παραδέχτηκε την ήττα της, χαρακτήρισε το αποτέλεσμα ως «νίκη» για το κόμμα της, καθώς συγκέντρωσε περισσότερο από το 40% των ψήφων, το μεγαλύτερο στην ιστορία του.

Τη ίδια χρονιά η Λεπέν παραιτήθηκε από την ηγεσία του Εθνικού Συναγερμού(RN), δίνοντας τη σκυτάλη στον Μπαρντελά, για να αφοσιωθεί στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος, όπως είπε η ίδια, αλλά κυρίως για να προετοιμαστεί να διεκδικήσει την προεδρία στις εκλογές του 2027 ή και νωρίτερα, καθώς δηλώνει έτοιμη να μετακομίσει στο προεδρικό μέγαρο των Ηλυσίων.

Τζόρτζια Μελόνι

Η Τζόρτζια Μελόνι είναι η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός της Ιταλίας και επικεφαλής ενός δεξιού συνασπισμού, που κυβερνά την Ιταλία από το 2022.Γεννημένη στη Ρώμη το 1977 στα 15 της με παρότρυνση της μητέρας της εντάχθηκε στην φασιστική νεολαία του «Ιταλικού Κοινωνικού Κινήματος» (MSI), το οποίο δημιουργήθηκε το 1946 από υποστηρικτές του Μπενίτο Μουσολίνι.

Στα 21 της κέρδισε τις πρώτες τοπικές εκλογές και στα 31 της έγινε η νεότερη υπουργός της Ιταλίας, αναλαμβάνοντας υπουργός Νεολαίας στην κυβέρνηση του Σίλβιο Μπερλουσκόνι το 2008.

Το μεγαλύτερο πολιτικό στοίχημα της Μελόνι ήρθε το 2012, όταν εκείνη και μερικοί από τους βετεράνους του μεταφασιστικού κόμματος «Εθνική Συμμαχία» (AN), εγκατέλειψαν τον Μπερλουσκόνι και συνίδρυσαν το κόμμα «Αδέλφια της Ιταλίας» (FDI), του οποίου ανέλαβε την προεδρία το 2014.

Δίνοντας το στίγμα των πολιτικών της πεποιθήσεων η ίδια δηλώνει: «Είμαι μητέρα, είμαι χριστιανή, είμαι Ιταλίδα».

Έχει πάρει θέσει κατά τον «λόμπι των LGBT», κατά της παρένθετης μητρότητας, ενώ και για το μεταναστευτικό κράτησε αποστάσεις από την πολιτική της ΕΕ.

Η Μελόνι ταυτίζει την ιδεολογία του κόμματος της με το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα των ΗΠΑ, όπου ο πατριωτισμός και οι οικογενειακές αξίες είναι κυρίαρχες, ενώ η πολιτική ορθότητα και οι παγκόσμιες ελίτ επικρίνονται.

Όταν ανέβηκε στην εξουσία τον Οκτώβριο του 2022, θεωρήθηκε μέρος του κύματος λαϊκισμού που σαρώνει τη Δύση. Κάποιοι μάλιστα στοιχημάτιζαν πως δεν θα είχε διάρκεια σε μια χώρα που φημίζεται για τις εύθραυστες κυβερνήσεις της.

Δυόμισι χρόνια μετά η Μελόνι έχει αφήσει πίσω της το φασιστικό της παρελθόν και δηλώνει κεντροδεξιά συντηρητική. Έχει αποκηρύξει την αντιευρωπαική της στάση, ενώ οι εξαιρετικές της σχέσεις με τον Ντόναλτ Τραμπ και τον Έλον Μάσκ την αναβιβάζουν σε κορυφαίο διαμεσολαβητή της ΕΕ.

Αφροδίτη Λατινοπούλου

Η Αφροδίτη Λατινοπούλου ηγείται του κόμματος «Φωνή Λογικής», που τοποθετείται στον χώρο της ελληνικής ακροδεξιάς, στον οποίο διεκδικεί πρωταγωνιστικό ρόλο.

Στις ευρωεκλογές του περασμένου Ιουνίου κατέλαβε μια έδρα στο Ευρωκοινοβούλιο, όπου και εντάχθηκε στην ομάδα «Πατριώτες για την Ευρώπη», μαζί με τον Γάλλο Ζορντάν Μπαρντελά από το κόμμα της Λεπέν (RN).

Γεννημένη το 1991 στη Θεσσαλονίκη, από γονείς εκπαιδευτικούς, σε ηλικία τεσσάρων ετών ασχολήθηκε με τον αθλητισμό, παίζοντας τένις σε υψηλό επίπεδο μέχρι το 2013. Το 2009 μπήκε στη Νομική Σχολή του Α.Π.Θ. από την οποία αποφοίτησε το 2017 και το 2018 ξεκίνησε να εργάζεται ως ραδιοφωνική παραγωγός.

Στις εκλογές του 2019 κατέβηκε υποψήφια στην Α’ Θεσσαλονίκης με τη Νέα Δημοκρατία, αλλά δεν κατάφερε να εκλεγεί και στη συνέχεια αποχώρησε. Ακολούθησε μία σύντομη πολιτική συνεργασία με τον Κωνσταντίνο Μπογδάνο, με τον οποίο ήρθαν σε σύγκρουση, και το 2023 ίδρυσε το δικό της κόμμα.

Η ίδια που απορρίπτει τον χαρακτηρισμό «ακροδεξιά», αυτοπροσδιορίζεται ως «κεντροδεξιά» με «φιλελεύθερες απόψεις» στα θέματα της οικονομίας, πιστή στις αξίες της «Πατρίδας, της Θρησκείας και της Οικογένειας».