Άραγε, µετά την Ουκρανία, έρχεται η σειρά άλλης ευρωπαϊκής χώρας να υποστεί τις συνέπειες της επικράτησης του νόµου του ισχυρού, έναντι της επικράτησης του ∆ιεθνούς ∆ικαίου; Αυτό είναι το εύλογο ερώτηµα που ταλανίζει αρκετούς Ευρωπαίους ηγέτες, οι οποίοι µε χρονοκαθυστέρηση ξύπνησαν από έναν πολυετή λήθαργο.

Της Κατερίνας Τσαμούρη

Ορισµένοι έδειξαν να εκπλήσσονται µε τις γρήγορες, αποφασιστικές και εν πολλοίς µε ακραία ρητορική διατυπωµένες αλλαγές στις οποίες προχωρά ο Ντόναλντ Τραµπ. Aλλοι, πάλι, ανέµεναν ότι το το πίο θα άλλαζε άρδην και απλώς αναζητούν νέο βηµατισµό.


Η συναλλακτική διπλωματία και το διεθνές δίκαιο

Η Αθήνα, πάντως, δεν αλλάζει τη θέση της και η βασική ανησυχία της έγκειται στο ότι οι κινήσεις ΗΠΑ - Ρωσίας δίνουν το µήνυµα σε αυταρχικές δυνάµεις µε αναθεωρητικές βλέψεις και αντιδηµοκρατικό DNA, στην Τουρκία για παράδειγµα, ότι το ∆ιεθνές ∆ίκαιο... «µας τελείωσε». Πλέον, το παν είναι η συναλλακτική διπλωµατία. Τι δίνεις - τι παίρνεις. Ετσι, η Ελλάδα και η Κύπρος, που µέχρι πρότινος είχαν «ασπίδα» τους το ∆ιεθνές ∆ίκαιο, κόντρα στις παράνοµες τουρκικές κινήσεις και αιτιάσεις, θα πρέπει να προσαρµοστούν στα νέα δεδοµένα. Κοινώς, υπάρχει διάχυτη ανησυχία πως θα δηµιουργηθεί ένα επικίνδυνο προηγούµενο υπέρβασης του ∆ιεθνούς ∆ικαίου, που δεν συµφέρει την Αθήνα και τη Λευκωσία.

Οι επιπτώσεις ενός εμπορικού πολέμου

Επίσης, µεγάλη υπολογίζεται η ζηµία από τις επιπτώσεις ενός εµπορικού πολέµου στις ευρωπαϊκές οικονοµίες (που µοιραία θα συµπαρασύρουν την Ελλάδα), ενώ πιο περιορισµένες εκτιµάται ότι θα είναι οι απευθείας επιπτώσεις από τις εµπορικές συναλλαγές Ελλάδας - ΗΠΑ.

Ισχυρές ευρωπαϊκές οικονοµίες, όπως της Γερµανίας, θα υποστούν σηµαντική ζηµία µε τους δασµούς του Ντ. Τραµπ και τα αντίµετρα που δροµολογεί η Ευρώπη. Για το ΑΕΠ της Ελλάδας υπολογίζεται ότι η ζηµία µπορεί να φτάσει το 0,4% του ΑΕΠ, ενώ στις εξαγωγές η ζηµία υπολογίζεται σε µείωση 1,7%. Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από την πρόσφατη ειδική µελέτη της Εθνικής Τράπεζας, που εξέτασε διάφορα σενάρια δασµών και των επιπτώσεων που θα έχουν στην ελληνική οικονοµία.


Επαφές Γεραπετρίτη

Aύριο, πάντως, ο υπουργός Εξωτερικών, Γιώργος Γεραπετρίτης, θα µεταβεί στη Νέα Υόρκη, για το Συµβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπου πλέον η Ελλάδα είναι ένα από τα µη µόνιµα µέλη.

Στη συνέχεια θα µεταβεί στην Ουάσινγκτον, όπου θα έχει επαφές µε την Οµογένεια, ενώ, όπως έχουν ήδη απο καλύψει τα «Παραπολιτικά», επιδιώκει συναντήσεις και µε αξιωµατούχους της νέας κυβέρνησης Τραµπ.

Ιδανικά µε τον οµόλογό του, Μάρκο Ρούµπιο, πιθανόν την Πέµπτη, ο οποίος είχε ήδη µια σύντοµη συνάντηση µε τον Τούρ κο υπουργό Εξωτερικών, Χακάν Φιντάν, στο περιθώριο της επεισοδιακής (λόγω οµιλίας Βανς) ∆ιάσκεψης του Μονάχου.


Τα οφέλη ΗΠΑ και Ρωσίας και το µεγάλο deal στην Αρκτική

Η τηλεφωνική επικοινωνία που έγινε την προηγούµενη εβδοµάδα ήταν καταλύτης για ό,τι θα ακολουθούσε, µε τις εξελίξεις να είναι ραγδαίες και να οδηγούν στις συνοµιλίες µε ταξύ ΗΠΑ και Ρωσίας στο Ριάντ, τις πρώτες που έγιναν µεταξύ υψηλόβαθµων αξιωµατούχων (προεξαρχόντων των ΥΠ.ΕΞ. Μάρκο Ρούµπιο και Σεργκέι Λαβρόφ) από το 2022.

Του Σπύρου Σερμπέτη - Παππά

Από τις συνοµιλίες αυτές, δε, τέθηκε σε ράγες η οµαλοποίηση των αµερικανορωσικών σχέσεων, την ίδια ώρα που το Fox News και η ανταποκρίτρια Jacqui Heinrich έκανε λόγο για ένα ειρηνευτικό σχέδιο τριών σταδίων, το οποίο προβλέπει τη διενέργεια εκλογών στην Ουκρανία, που θα οδηγήσει και στην υπογραφή µιας «τελικής ειρηνευτικής συµφωνίας».

Το ερώτηµα που γεννάται, όµως, είναι το εξής: Τι έχουν να κερδίσουν οι δύο πρωταγωνιστές, Ντόναλντ Τραµπ και Βλαντιµίρ Πούτιν, από τα ανωτέρω κατακλυσµιαία γεγονότα, που σηµατοδοτούν καµπή πιθανότατα συλλήβδην για την αµερικανική στρατηγική θεώρηση;
H Μόσχα φαίνεται η νικήτρια σε κάθε περίπτωση και εκείνη που µπορεί να µη ρισκάρει τίποτα από αυτή την προσέγγιση
Ξεκινώντας από τη Μόσχα, φαίνεται η νικήτρια σε κάθε περίπτωση και εκείνη που µπορεί να µη ρισκάρει τίποτα από αυτή την προσέγγιση. Η πρόοδός της στα ανατολικά συνεχίζεται, µε το Reuters να αναφέρει πως είναι κοντά στο να περιέλθει στον έλεγχό της η περιοχή Shevchenko στο Ντονέτσκ, στην οποία υπάρχει ένα από τα µεγαλύτερα απο θέµατα λιθίου (το οποίο, µάλιστα, µπορεί να αξιοποιηθεί) στην Ουκρανία. Την ίδια ώρα, ο ουκρανικός αντιπερισπασµός στο Κουρσκ έχει χάσει τη δυναµική του, µη αποτελώντας για το Κίεβο ικανό διαπραγµατευτικό όπλο. Παράλληλα, η Ρωσία εξέρχεται από τη διπλωµατική αποµόνωση, µε την Ουάσινγκτον πλέον να εµφανίζεται έτοιµη να συζητήσει σοβαρά -αν µη τι άλλο- τις αξιώσεις της: την αναγνώριση της πραγµατικότητας επί του εδάφους (καθιστώντας «µη ρεαλιστική», κατά τον Αµερικανό υπουργό Αµυνας, την επιστροφή στα σύνορα προ του 2014 και της προσάρτησης της Κριµαίας) και τη µη ένταξη της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, conditio sine qua non για τη δηµιουργία συνθηκών µιας «βιώσιµης» ειρήνης. Οπως το έθεσε ο Σεργκέι Λαβρόφ στο Ριάντ, «έχω κάθε λόγο να πιστεύω ότι η αµερικανική πλευρά αντιλαµβάνεται τη θέση µας».

Σε σχέση µε τον Ντόναλντ Τραµπ, αυτό που φαίνεται ως µείζον όφελος είναι η λήξη µιας σύγκρουσης που γεωπολιτικά κρίνεται δαπανηρή για την Ουάσινγκτον: Πρόκειται για άλλη µία απτή απόδειξη της σταδιακής αποµάκρυνσης της αµερικανικής οµπρέλας προστασίας πάνω από την Ευρώπη, από την οποία έτσι και αλλιώς χωρίζεται «από έναν όµορφο ωκεανό», τον Ατλαντικό, όπως το έθεσε στην ανάρτησή του ο Αµερικανός πρόεδρος στο Truth Social, θέτοντας στο στόχαστρο τον Ουκρανό πρόεδρο, ο οποίος «έπεισε τις ΗΠΑ» να εµπλακούν σε έναν πόλεµο «που δεν µπορούσε να κερδηθεί».

Παράλληλα, µια συµφωνία µε τη Ρωσία αποτυπώνει την έµφαση που θέλει να δώσει στην οικονοµία: Οι ΗΠΑ κάνουν στροφή στον ορυκτό πλούτο, µε τον Αµερικανό πρόεδρο να προτάσσει στην πολιτική του τις εξορύξεις, συνεπώς µια πιθανότητα αµερικανορωσικών συµπράξεων και αξιοποίησης των ρωσικών υδρογονανθράκων σίγουρα δεν τον αφήνει ασυγκίνητο.

Παράλληλα, µπορεί να «ανοίξει τον δρόµο» για επικερδή deals στην Αρκτική: Αυτό, άλλωστε, σηµείωσε ο Kirill Dmitriev, επικεφαλής του ρωσικού άµεσου επενδυτικού ταµείου, µιλώντας στους «Moscow Times», σε ένα δηµοσίευµα που έκανε την εµφάνισή του λίγο πριν από τις συνοµιλίες στο Ριάντ. Η περιοχή έχει αποκτήσει ιδιαίτερο γεωστρατηγικό ενδιαφέρον για τον Τραµπ, κάτι που είναι γνωστό ήδη από την πρώτη του θητεία, µε ένα από τα πρώτα διατάγµατα που υπέγραψε να αφορά την απελευθέρωση του δυναµικού των πόρων της Αλάσκας, «συµπεριλαµβανοµένης της πώλησης και µεταφοράς LNG της Αλάσκας σε άλλες περιοχές των Ηνωµένων Πολιτειών και σε συµµαχικά έθνη στην περιοχή του Ειρηνικού». Στο επίκεντρο είναι ένα project 44 δισ. δολαρίων για την κατασκευή αγωγού, το οποίο θα έχει και τη στήριξη του Τόκιο, ενισχύοντας περαιτέρω τον κυρίαρχο εξαγωγικό ρόλο της Ουάσινγκτον στο πεδίο.


*Δημοσιεύθηκε το Σάββατο 22 Φεβρουαρίου, στην Εφημερίδα Παραπολιτικά