Το θερμό δασμολογικό μπρα-ντε-φερ ανάμεσα σε ΗΠΑ και Κίνα καλά κρατεί, με το ρήγμα να παραμένει και τα ισχυρά Ρίχτερ που προκλήθηκαν από τα εκατέρωθεν οικονομικά πλήγματα να αφήνουν ένα αρνητικό αποτύπωμα στις παγκόσμιες αγορές. Με την αβεβαιότητα να μην απομακρύνεται και τους διεθνείς επενδυτικούς οίκους να επιμένουν στις προβλέψεις τους για πιθανή ύφεση, τη στιγμή που και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο κρούει τον κώδωνα για χρηματιστηριακό κραχ, Ουάσινγκτον και Πεκίνο εξακολουθούν να βρίσκονται σε θέσεις μάχης, «πυροβολώντας» η μία υπερδύναμη την άλλη.

*Διαβάστε ακόμα: Τα δύο σενάρια για την απεμπλοκή των ΗΠΑ από την ειρηνευτική πρωτοβουλία για την Ουκρανία

Πολιτικοί αναλυτές, διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία, ολόκληρος ο πλανήτης στρέφει την προσοχή του στον εμπορικό πόλεμο των δύο γιγάντων, που αντιπροσωπεύουν από κοινού ένα σημαντικό μερίδιο της παγκόσμιας οικονομίας, περίπου το 43%. Πρακτικά, αυτό συνεπάγεται μετακύλιση του οικονομικού κόστους ή, διαφορετικά, ένα ντόμινο επιπτώσεων, που θα επιφέρει την παράσυρση σειράς χωρών προς την επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης.

Σε αυτόν τον πόλεμο που έχει ξεκινήσει πολλοί αναρωτιούνται ποιος θα βγει νικητής και εάν η Κίνα διαθέτει στη φαρέτρα της όπλα που ίσως να μην έχει εμφανίσει. Το άλλο μείζον ζήτημα που ανακύπτει είναι πόσο διατεθειμένος είναι ο Ντόναλντ Τραμπ να οξύνει κι άλλο την κόντρα και εάν τελικά θα καταφέρει να καθίσει στο ίδιο τραπέζι με τον Κινέζο ομόλογό του, προκειμένου να αποσοβηθεί το κλίμα έντασης. Ο ίδιος ο Αμερικανός πρόεδρος, παρά τα διαδοχικά ενθαρρυντικά μηνύματα που αποστέλλει περί ίασης των αμερικανικών οικονομικών παθογενειών, γίνεται αποδέκτης αμφισβήτησης και παραπόνων, με τους Δημοκρατικούς να έχουν φτάσει στο σημείο να τον εγκαλέσουν για insider trading, χειραγώγηση δηλαδή της αγοράς, ορισμένους Ρεπουμπλικανούς, όπως ο στενός συνεργάτης του, Ελον Μασκ, να εκφράζουν σκέψεις σχετικά με την έκβαση της πολιτικής αυτής και τις δημοσκοπήσεις να τον εμφανίζουν σε πτωτική τροχιά σε σχέση με δύο μήνες νωρίτερα. Σε αυτό το ηλεκτρισμένο σκηνικό, μένει να φανεί πώς θα κινηθεί το επόμενο διάστημα ο Τραμπ, εάν θα οξύνει δηλαδή την ήδη επιθετική πολιτική προς το Πεκίνο ή θα αμβλύνει τις διαφορές. Έχοντας ήδη επιβάλει συνολικά 145% επιπλέον φόρο στις κινεζικές εισαγωγές, διαμηνύει ωστόσο πως έχει πρόθεση να διαπραγματευτεί, αλλά ταυτόχρονα εμμένει στη θέση ότι το Πεκίνο έχει εκμεταλλευτεί εμπορικά τις ΗΠΑ.


Δασμοί: Αμερικά ομόλογα σε κινεζικά χέρια

Το Πεκίνο, από την πλευρά του, απαντά με απροσδόκητη επιθετικότητα και δασμούς 125% στα αμερικανικά προϊόντα, ενώ δεν μπορεί να παραλειφθεί το γεγονός ότι διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη διύλιση πολλών ζωτικών μετάλλων για τη βιομηχανία, από τον χαλκό και το λίθιο μέχρι τις σπάνιες γαίες. Την ίδια στιγμή ελέγχει μεγάλο αριθμό αμερικανικών κρατικών ομολόγων, με το ενδεχόμενο μιας μαζικής πώλησης να σημαίνει σοβαρό χτύπημα για τις ΗΠΑ. Το γεγονός αυτό από μόνο του ίσως κρατήσει σε ένα πιο περιχαρακωμένο πλαίσιο τη διμερή αντιπαράθεση.

Σύμφωνα, δε, με τα επίσημα στοιχεία του Ιανουαρίου του 2025, η Κίνα κατέχει σήμερα περίπου 761 δισεκατομμύρια δολάρια σε αμερικανικό χρέος και πάνω από 3 τρισ. δολάρια σε περιουσιακά στοιχεία. Σειρά επαφών έχει ξεκινήσει, την ίδια ώρα, ο Κινέζος πρόεδρος, Σι Τζινπίνγκ, ο οποίος συνεχίζει την περιοδεία του σε χώρες της Ασίας, με πρώτο σταθμό το κομβικής -για τις ΗΠΑ- Βιετνάμ, με σκοπό να συγκροτήσει ένα μέτωπο συμμάχων. Παράλληλα, όμως, και οι ΗΠΑ οικοδομούν το δικό τους πλέγμα ασφαλείας με συμμαχικές δυνάμεις και με το καθεστώς των μειωμένων δασμών για 90 ημέρες που επέβαλε ο Τραμπ για πάνω από 70 χώρες, εξαιρουμένων των Κίνας, Μεξικού και Καναδά.

Το περιοδικό «Τime», πάντως, γράφοντας γιατί η Κίνα δεν μπορεί να κερδίσει τον εμπορικό πόλεμο, εστιάζει -μεταξύ άλλων- στο «δυσκίνητο» κομμουνιστικό καθεστώς, που είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τα γραφειοκρατικά γρανάζια, κάτι που συνεπάγεται δυσκολία λήψης αποφάσεων. Ουδείς γνωρίζει πώς θα εξελιχθεί η κόντρα και ποιες θα είναι οι συνέπειες για την παγκόσμια οικονομία. Εχει ενδιαφέρον, σε αυτό το σημείο, να επισημανθεί ότι το εμπόριο αγαθών μεταξύ των δύο οικονομικών δυνάμεων, ΗΠΑ και Κίνας, ανήλθε πέρυσι σε περίπου 585 δισ. δολάρια. Οι ΗΠΑ εισήγαγαν πολύ περισσότερα από την Κίνα (440 δισ. δολάρια) από ό,τι εκείνη από την Αμερική (145 δισ. δολάρια), γεγονός που άφησε την Αμερική με εμπορικό έλλειμμα ύψους 295 δισ. δολαρίων το 2024, το οποίο ισοδυναμεί με περίπου 1% της αμερικανικής οικονομίας.


Η ΕΕ και το πάγωμα των δασμών

Η Ευρώπη, παρακολουθώντας τα εκατέρωθεν εμπορικά πυρά, δηλώνει έτοιμη για διαπραγμάτευση προς την οδό της συμβιβαστικής λύσης, κάτι που φάνηκε άλλωστε από το αναλογικό πάγωμα δασμών για 90 ημέρες. Κορυφαίοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι ετοιμάζονται να συνομιλήσουν με Αμερικανούς, με σκοπό τη μείωση των οικονομικών συνεπειών, ενώ, όπως γράφει το «Politico», η Ε.Ε. εφάρμοσε την πολιτική της παύσης των φόρων, προκειμένου να προωθήσει νέα συμφωνία για τα ορυκτά καύσιμα. Το ευρωπαϊκό μπλοκ, όπως επισημαίνεται στο αμερικανικό δημοσίευμα, που επικαλείται ευρωπαϊκές πηγές, σχεδιάζει να επανεκκινήσει τις συνομιλίες για αγορές υγροποιημένου φυσικού αερίου από τις ΗΠΑ, καταρτίζοντας συγκεκριμένες προτάσεις. Η Ε.Ε. φαίνεται να προσπαθεί εδώ και μήνες να εμπλέξει την κυβέρνηση Τραμπ στις συνομιλίες για το LNG, όμως σε προγενέστερο χρόνο η προσέγγιση των Ευρωπαίων προσέκρουσε στην αδιαφορία της Ουάσινγκτον. Με τις αγορές, όμως, να βρίσκονται σε περιδίνηση και τις μετοχές να κατρακυλούν, ενδεχομένως να υπάρξουν και ελαφρύνσεις από το αμερικανικό επιτελείο.

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά» στις 18/04/2025