«Το Brexit σημαίνει Brexit» είχε δηλώσει η πρωθυπουργός της Μεγάλης Βρετανίας, Τερέζα Μέι, όταν είχε οριστικοποιηθεί ότι θα ήταν η διάδοχος του Ντέιβιντ Κάμερον στην πρωθυπουργία της Μεγάλης Βρετανίας, στην προσπάθειά της να καθησυχάσει το εσωκομματικό μέτωπο στους Συντηρητικούς και να διαβεβαιώσει τους Βρετανούς πολίτες ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος της 23ης Ιουνίου θα γινόταν σεβαστό, παρά την αντίθετη στάση που είχε τηρήσει η ίδια κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου.

Σήμερα, 67 ημέρες μετά το βράδυ της 23ης Ιουνίου, η φράση της Τερέζα Μέι μπορεί να αντιστραφεί ως ερώτημα προς την ίδια: Το Brexit σημαίνει όντως Brexit;

Την επόμενη ημέρα μετά την οριστικοποίηση του αποτελέσματος οι αγορές, που θεωρούσαν σίγουρο το Bremain, ήταν παγωμένες, οι ισοτιμίες και οι αγορές κατέρρεαν και το City προσπαθούσε να συνέλθει από το σοκ. Κάτι παραπάνω από δύο μήνες αργότερα οι αναλυτές που έκαναν λόγο για καταστροφή έχουν πέσει παταγωδώς έξω. Ο τίτλος «Η ηρεμία μετά το σοκ» που χρησιμοποιεί στην ανάλυσή του ο γερμανικός τραπεζικός οίκος Berenberg είναι πλήρως αντιπροσωπευτικός.

Η βρετανική οικονομία μετά το πρώτο σοκ έδειξε αντανακλαστικά και με τη βοήθεια των ανακοινώσεων της Τράπεζας της Αγγλίας για στήριξη του νομίσματος επανήλθε αργά, αλλά σταθερά. Τον δρόμο της αποκατάστασης ακολούθησαν και οι δύο χρηματιστηριακοί δείκτες του Λονδίνου, δείχνοντας ότι μεσοπρόθεσμα η βρετανική αγορά κατάφερε να αποφύγει το αρχικό σοκ, χωρίς ωστόσο να μπορούν να γίνουν μακροπρόθεσμες προβλέψεις. Ακόμα και οι τιμές των ακινήτων επανήλθαν μετά τις πρώτες ημέρες που η αβεβαιότητα κυριαρχούσε. Επιπλέον, η μετά Brexit περίοδος επιφύλασσε και μια ευχάριστη έκπληξη: Μείωση της ανεργίας και οριακή αύξηση του εισοδήματος.

Ολα τα οικονομικά στοιχεία, όμως, τίθενται υπό το πρίσμα των εξελίξεων σε πολιτικό επίπεδο, όπως αναφέρουν αναλυτές του Bloomberg, αφού η αβεβαιότητα γύρω από την εκκίνηση των διαδικασιών για την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ενωση θέτει τα πάντα υπό αίρεση. Η κατάσταση γίνεται περισσότερο αβέβαιη από τη στιγμή που η κυβέρνηση Μέι δεν έχει ανακοινώσει σαφές πλάνο για το Brexit, με τις πιθανές ημερομηνίες της έναρξης των διαδικασιών εξόδου να αρχίζουν από το 2018 και να φτάνουν μέχρι το ξεκίνημα του 2020.

ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΙ

Η Μεγάλη Βρετανία δύο μήνες μετά το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος βρίσκεται χαμένη σε νομικούς λαβυρίνθους, οι οποίοι μπορεί να την παγιδεύσουν στον προθάλαμο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, με μόνη επιλογή την έξοδο, αλλά χωρίς αυτή να είναι ανοιχτή.

Αιτία είναι διάφορα τυφλά σημεία μέχρι να ζητήσει επισήμως την ενεργοποίηση του Αρθρου 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας. Ενα από αυτά αφορά στην αγωγή που κατατέθηκε από το δικηγορικό γραφείο Mishcon de Reya και υποστηρίζει ότι η αποκήρυξη της ιδιότητας του κράτους-μέλους της Ε.Ε. από το Ηνωμένο Βασίλειο μέσω της επίκλησης του Αρθρου 50 θα ήταν παράνομη, χωρίς προηγουμένως η απόφαση να έχει επικυρωθεί από ψηφοφορία στο Κοινοβούλιο.

Η αλήθεια είναι ότι η επικύρωση από το Κοινοβούλιο αποτελεί ένα δυσεπίλυτο πρόβλημα, με αποτέλεσμα η απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου της Βρετανίας για την αγωγή να περιπλέκει τα πράγματα, ειδικά από τη στιγμή που δεν υπάρχει γραπτό Σύνταγμα. Οι επιλογές που θα έχει η κυβέρνηση θα είναι συγκεκριμένες και είτε θα κινηθεί αντίθετα από την απόφαση του βρετανικού λαού είτε θα προχωρήσει αποφασιστικά προς την έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Μια γρήγορη απόφαση για εκκίνηση των διαπραγματεύσεων με τους Ευρωπαίους είναι επίσης μια διαδικασία που κρύβει αρκετές παγίδες, αφού μέσα στον επόμενο χρόνο θα γίνουν εκλογές στη Γαλλία και τη Γερμανία, κάτι που σημαίνει ότι είναι άγνωστο ποιος θα συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις για την έξοδο, ειδικά στην περίπτωση της Γαλλίας. Επιπλέον, όσο καθυστερεί η απόφαση για την ενεργοποίηση του Αρθρου 50, τόσο θα αυξάνονται οι αντιδράσεις στο εσωτερικό της Μεγάλης Βρετανίας και ανάμεσα στις 27 χώρες, που πλέον δεν τη θέλουν στην Κοινότητα.

Σαρωτικές αλλαγές στον πολιτικό χάρτη

Η απόφαση για το Brexit είχε επίδραση και στον πολιτικό χάρτη της Μεγάλης Βρετανίας, κυρίως σε επίπεδο προσώπων. Η διαδοχή του Ντέιβιντ Κάμερον, αντίθετα με τις προβλέψεις που έκαναν λόγο για λύση τον Οκτώβριο, διήρκεσε λιγότερο από έναν μήνα. Για πρώτη φορά μετά τη Μάργκαρετ Θάτσερ «ένοικος» του νούμερου 10 της Downing Street είναι γυναίκα, με την Τερέζα Μέι να αναδεικνύεται πρωθυπουργός και να σχηματίζει μια κυβέρνηση ισορροπιών, προσπαθώντας να χειριστεί όλα τα εσωκομματικά μέτωπα με την αξιοποίηση του Μπόρις Τζόνσον και της Αντρεα Λίντσομ.

Στους Εργατικούς ο Τζέρεμι Κόρμπιν μπορεί να μην παραιτήθηκε, αλλά το εκτεταμένο κύμα κατέληξε σε πρόταση μομφής στο πρόσωπό του, η οποία πέρασε με 80%. Οι εκλογές τελικά δεν αποφεύχθηκαν και στις 21 Σεπτεμβρίου θα ξέρουμε αν επικεφαλής των Εργατικών θα συνεχίσει να είναι ο Τζέρεμι Κόρμπιν, έχοντας την υποστήριξη των συνδικάτων και της σκληροπυρηνικής μερίδας του κόμματος, ή ο Οουεν Σμιθ, που εμφανίζεται ως κάτι νέο, έχοντας και την υποστήριξη του δημοφιλούς δημάρχου του Λονδίνου, Σαντίκ Χαν.

Οι αλλαγές δεν άφησαν ανεπηρέαστο ούτε το κόμμα του Νάιτζελ Φάρατζ, με τον ίδιο να δηλώνει για δεύτερη φορά την παραίτησή του, με την πρόθεση αυτή τη φορά να τηρήσει τον λόγο του. 

*δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά