Την αποδοχή του αιτήματος της Ελλάδας σχετικά με την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων ζητούν οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές με επιστολή τους προς τους Ντάισελμπλουμ, Ντράγκι, Μοσκοβισί και ΤΙσέν. Οι επικεφαλής της ομάδας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωκοινοβούλιο στέκονται στο πλευρό της χώρας μας και δηλώνουν ότι υποστηρίζουν σθεναρά την ελληνική πρόταση για την αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων , ενώ παράλληλα ζητούν από τα μεγάλα «κεφάλια» της Ευρώπης να επικεντρωθούν σε μεταρρυθμίσεις που πραγματικά θα προωθήσουν τη βιώσιμης ανάπτυξη, τις ποιοτικές θέσεις εργασίας, την ευημερία και τη κοινωνική συνοχή. "Στηρίζουμε σθεναρά το αίτημα της Ελλάδας για την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο των εν εξελίξει διαπραγματεύσεως για το πρόγραμμα οικονομικής προσαρμογής της χώρας", επισημαίνουν χαρακτηριστικά οι επικεφαλής της ομάδας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών στο Ευρωκοινοβούλιο.

"Σε αυτή τη δύσκολη περίοδο όπου περισσότερο από το ένα τρίτο του συνολικού ελληνικού πληθυσμού ζει στα όρια της φτώχειας ή του κοινωνικού αποκλεισμού, εμπιστευόμαστε την αποφασιστικότητα και τη δράση σας – ως εκπρόσωποι θεσμών της Ευρωπαικής Ένωσης και ατόμων αφοσιωμένων σε μια Ένωση της πλήρους απασχόλησης, επαρκούς κοινωνικής προστασίας, κοινωνικής ένταξης και προστασίας της ανθρώπινης υγείας – να διασφαλίσετε ότι οι μεταρρυθμίσεις που εφαρμόζονται στην Ελλάδα στο πλαίσιο του προγράμματος οικονομικής προσαρμογής θα βοηθήσουν να ξεπεραστεί η φτώχεια", τονίζουν χαρακτηριστικά.

Παράλληλα, επισημαίνουν ότι «ο κοινωνικός διάλογος και οι συλλογικές διαπραγματεύσεις αποτελούν πραγματικά βασικά εργαλεία για τους εργοδότες και τις συνδικαλιστικές οργανώσεις για την καθιέρωση δίκαιων μισθών και συνθηκών εργασίας. Επιπλέον, αυξάνουν την αντοχή των κρατών-μελών σε περιόδους οικονομικής κρίσης. Πριν την κρίση, η Ελλάδα είχε ένα συνολικό σύστημα συλλογικών διαπραγματεύσεων με ισχυρή διαπραγμάτευση με πολλαπλούς εργοδότες και μια σχετικά υψηλή διαπραγματευτική κάλυψη. Σε εθνικό επίπεδο, οι εργοδότες και τα συνδικάτα διαπραγματεύονταν ένα συλλογικό πλαίσιο συμφωνίας που καθόριζε τις ελάχιστες συνθήκες εργασίας, συμπεριλαμβανομένου και του επιπέδου του κατώτερου εθνικού μισθού. Σε αυτή τη βάση, οι συλλογικές συμφωνίες μπορούσαν να ολοκληρωθούν τόσο σε εθνικό όσο και σε τοπικό επίπεδο για συγκεκριμένους κλάδους ή επαγγελματικές ομάδες».