FT: Το γαλλο - γερμανικό παζάρι για την επόμενη μέρα στην Ευρώπη
Μετά από μια μακρά περίοδο κρίσεων η Ευρώπη έχει τη δυνατότητα να διαψεύσει τους αμφισβητίες του κοινού εγχειρήματος.
Η σημασία της Συνθήκης της Ρώμης έγκειται στο γεγονός πως ακόμα και την στιγμή της υπογραφής, πριν από 60 χρόνια, η Γερμανία και η Γαλλία δεν συμφωνούσαν.
Η Γερμανία ήθελε την κοινή αγορά, ενώ η Γαλλία ήταν περισσότερο ενθουσιώδης για την νέα υπηρεσία πυρηνικής ενέργειας, Euratom. Η Βόννη ήταν υπέρ της κατάργησης των δασμών στα μεταποιημένα προϊόντα. Το Παρίσι ήταν αποφασισμένο να προστατεύσει τα εισοδήματα των αγροτών τoυ.
Η μελλοντική ισχύς του ευρωπαϊκού εγχειρήματος βασίστηκε στην κοινή θέληση να μπουν στην άκρη τέτοιες διαφορές προς χάριν του συμβιβασμού.
Υπάρχει ο μύθος, που είναι ιδιαίτερα δημοφιλής στη Βρετανία, που λέει ότι η Ε.Ε. αντανακλούσε πάντοτε μια στενή ταύτιση συμφερόντων και προοπτικών ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες χώρες της ηπείρου. Αυτό εξηγεί την επιτυχία του λεγόμενου γαλλο-γερμανικού άξονα.
Το αντίθετο ισχύει. Οι Γερμανοί και οι Γάλλοι διαφωνούσαν από την αρχή για την μορφή που θα πάρει η Ευρώπη. Στο Παρίσι, η ολοκλήρωση είχε να κάνει πάντοτε με τη δημιουργία μιας ζώνης προστασίας έναντι των πανίσχυρων ΗΠΑ. Για την φιλοατλαντική Γερμανία, η Ευρώπη ήταν ένας δρόμος προς την εθνική επανένωση και ένας τρόπος να ξορκίσει τους δαίμονες της πρόσφατης ιστορίας.
Λίγο πριν οι Κάτω Χώρες εμφανιστούν με ένα σχέδιο για μια Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα, η Γαλλία είχε απορρίψει τα γερμανικά σχέδια για μια Ευρωπαϊκή Αμυντική Ένωση. Στις δεκαετίες που ακολούθησαν τη Συνθήκη της Ρώμης, οι ομοσπονδιακές τάσεις της Γερμανίας συγκρούστηκαν συχνά με την γκωλική προτίμηση για εθνική κυριαρχία.
Για τη Γαλλία, το ενιαίο νόμισμα ήταν ένα εργαλείο για να περιορίσει την οικονομική κυριαρχία του εταίρου της. Για μια Γερμανία που δίσταζε να εγκαταλείψει το γερμανικό μάρκο, το ευρώ ήταν ο αναγκαίος δρόμος προς την επιθυμητή πολιτική ένωση. Το Βερολίνο είναι πιο προστατευτικό απέναντι στα μικρότερα έθνη της Ε.Ε., η Γαλλία δείχνει περιφρόνηση.
Η πρακτική του συμβιβασμού εδραιώθηκε από την Συνθήκη των Ηλυσίων, μια συμφωνία η οποία με τη θέσπιση της διμερούς συνεργασίας σε κάθε κυβερνητικό επίπεδο έχει δημιουργήσει κεντρομόλες δυνάμεις που αντισταθμίζουν τις φυγόκεντρες. Ακόμα και εδώ, ένας οξυδερκής παρατηρητής θα εντοπίσει την αναγκαστική συνύπαρξη.
Στο γραμμένο στη γερμανική γλώσσα κείμενο, η διατλαντική σχέση γίνεται αποδεκτή. Για κάποιο λόγο, το συναίσθημα αυτό δεν πέρασε ποτέ στη γαλλική εκδοχή.
Οι συμφωνίες αυτές λειτούργησαν ως ένα θεμέλιο για τα ευρύτερα παζάρια εντός της Ε.Ε. που κατεύθυναν τη διαδικασία ενοποίησης της Ευρώπης. Αν η Γαλλία και η Γερμανία μπορούν να γεφυρώσουν τις διαφορές τους στην αναζήτηση ενός κοινού ευρωπαϊκού συμφέροντος – η μία θυσιάζοντας την εθνική κυριαρχία, η άλλη εγκαταλείποντας τελικά το πολύτιμο εθνικό της νόμισμα – πως μπορούσαν οι εταίροι τους να αρνηθούν να κάνουν τους δικούς του συμβιβασμούς;
Οι Βρετανοί πολιτικοί δεν το κατάλαβαν ποτέ αυτό, σπαταλώντας το χρόνο τους σε μια μάταια προσπάθεια να δημιουργήσουν ρήξη μεταξύ των δύο εθνών. Το επιχείρημα ήταν πως τα ένστικτα της Γερμανίας είναι σχεδόν αγγλοσαξωνικά, οπότε είναι εύκολο να την κερδίσει η Βρετανία στο πλευρό της.
Η Τερέζα Μέι απέχει από τους εορτασμούς για την 60η επέτειο της Συνθήκης της Ρώμης, αλλά η πρωθυπουργός θα προσπαθήσει να ακολουθήσει την ίδια τακτική του διαίρει και βασίλευε στις διαπραγματεύσεις για το Brexit. Και για άλλη μια φορά θα αποτύχει. Η Γερμανίδα Άγκελα Μέρκελ θέλει να καταλήξει σε μια λογική συμφωνία με το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά όχι θυσιάζοντας τη σχέση της με το Παρίσι.
Οι αλλεπάλληλες κρίσεις των τελευταίων ετών έχουν στερήσει από τους Ευρωπαίους ηγέτες την ικανότητα να σκέφτονται τις διαθέσιμες ευκαιρίες. Στάσιμες οικονομίες, μια ευρωζώνη υπό πολιορκία, οι εισροές νέων μεταναστών και ο νέος λαϊκισμός έχουν στερέψει την εμπιστοσύνη. Κανείς δεν έχει χάσει χρήματα στοιχηματίζοντας κατά της Ευρώπης. Ακόμα και τώρα, μια κατάρρευση των διαπραγματεύσεων για το Brexit θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει την ένωση. Η υποψηφιότητα της Μαρίν Λεπέν για τη γαλλική προεδρία φέρνει ένα ακόμα πιο σκοτεινό σύννεφο στο βραχυπρόθεσμο ορίζοντα.
Αν κερδίσει η αρχηγός του Εθνικού Μετώπου, τίποτα δεν θα είναι βέβαιο.
Οπότε δεν υπάρχει καλύτερη στιγμή για να σκεφτούμε το αντίθετο. Ότι οι ουρανοί μπορεί να καθαρίζουν, ότι η Ευρώπη τα επόμενα χρόνια θα ξαφνιάσει τους Ιερεμίες, έστω και σε έναν περιορισμένο βαθμό, και ότι η διαδικασία θα ξεκινήσει με ένα ακόμα πολιτικό παζάρι ανάμεσα στη Γερμανία και τη Γαλλία.
Το πιο πιθανό είναι να χάσει η κα. Λεπέν από τον ανεξάρτητο κεντρώο Εμμανουέλ Μακρόν, το φαβορί στην προεδρική κούρσα, ή από τον Φρανσουά Φιγιόν του Ρεπουμπλικανικού κόμματος. Ο κ. Μακρόν είναι ο πιο φιλοευρωπαϊστής από τους δύο. Και ο γκωλικός κ. Φιγιόν ο πιο ριζοσπαστικός στο θέμα των οικονομικών μεταρρυθμίσεων. Αυτό που τους ενώνει είναι πως κάτι πρέπει να γίνει για να μπει τέλος στην οικονομική στασιμότητα της Γαλλίας και την επακόλουθη πολιτική εξασθένιση. Η Γαλλία πρέπει να εκσυγχρονιστεί για να αποκτήσει και πάλι το ειδικό της βάρος.
Ακριβώς αυτό το μήνυμα είναι που περιμένει το Βερολίνο. Η αδυναμία της Γαλλίας έχει αφήσει τη Γερμανία εκτεθειμένη και την Ε.Ε. χωρίς ισορροπία. Εξ ορισμού, η κα. Μέρκελ είναι ταυτόχρονα ο διστακτικός ηγέτης της ηπείρου και ο κακός του έργου.
Η καγκελάριος θέλει πάνω από όλα να αποκαταστήσει την συνεργασία με το Παρίσι. Το ίδιο θέλει και ο Μάρτιν Σουλτς, ο Σοσιαλδημοκράτης διεκδικητής στις γερμανικές εκλογές του Φθινοπώρου. Ο κ. Σουλτς θα έβρισκε τον κ. Μακρόν έναν πιο φιλικό εταίρο. Το ίδιο και η κα. Μέρκελ. Και οι δύο θα προσπαθούσαν όμως να συνεργαστούν με τον κ. Φιγιόν.
Δεν υπάρχει μαγική φόρμουλα για το πώς θα κλείσουν οι ρωγμές σε μια κατακερματισμένη ένωση. Ο γαλλο-γερμανικός άξονας έχει μικρότερη δυναμική σε μια Ε.Ε. των 27 από ότι σε μια των 6. Αλλά μια αποκατάσταση των σχέσεων ανάμεσα στο Βερολίνο και στο Παρίσι θα ήταν μια σημαντική πηγή εμπιστοσύνης. Θα μπορούσε επίσης να σηματοδοτήσει την αρχή ενός νέου «πυρήνα της Ευρώπης» με την βούληση και την ικανότητα για εμβάθυνση της συνεργασίας.
Όσο δύσκολο και αν είναι να παραμένει κανείς αισιόδοξος για την Ευρώπη, είναι ώρα να μετριαστεί η απαισιοδοξία.
Πηγή: FT.com